Toυ Σαράντη Δημητριάδη, ομότιμου καθηγητή γεωλογίας ΑΠΘ.
1. Για τη Μεταλλουργία
Ήδη από το Προοίμιο της νέας προς έγκρισης Σύμβασης γίνεται φανερό πως σ’ αυτήν έχει εξαλειφθεί κάθε αναφορά σε υποχρέωση (άμεση ή μελλοντική) από μέρους της εταιρείας για εγχώρια παραγωγή καθαρών μετάλλων (χρυσού, αργύρου και χαλκού) ως τελικών προϊόντων μιας πλήρως καθετοποιημένης διαδικασίας, κάτι που αποτελούσε τον πυρήνα, το δικαιοπρακτικό θεμέλιο και το κατά την προηγούμενη Σύμβαση αντιστάθμισμα (υποτίθεται επαρκές -που δεν ήταν παρά το άλλοθι βέβαια) έναντι των πολλών και ποικίλλων αρνητικών περιβαλλοντικών συνεπειών της όλης μεταλλευτικής δραστηριότητας στην ανατολική Χαλκιδική.
Το δυνητικό που προβλέπεται στη νέα Σύμβαση για πρόταση (συνοδευόμενη μάλιστα και από πρόταση χρηματοδότησης) εντός της επόμενης διετίας μιας μελλοντικής Μεταλλουργίας καθόλου δεν εξασφαλίζει και την τελική υλοποίησή της. Οι διαδικασίες που προβλέπονται στη νέα Σύμβαση για την εξέταση και έγκριση της μελλοντικής αυτής πρότασης (Άρθρο 15) είναι, με μαεστρία θα έλεγα, επιλεγμένες ώστε πολύ εύκολα να μπορούν να καταλήξουν σε τορπιλισμό της και οριστικό ναυάγιο, αν η υλοποίηση της πρότασης δεν συμφέρει σε ένα από τα δύο Μέρη. Είναι δε διαχρονικά διαπιστωμένη η δυσανεξία της Εταιρείας στην προοπτική της πλήρους μέχρι καθαρών μετάλλων καθετοποίησης της παραγωγής της στα Μεταλλεία Κασσάνδρας. Επειδή χωρίς αυτήν τα κέρδη της μεγιστοποιούνται, την ίδια ώρα βέβαια που από την πλευρά του ελληνικού Δημοσίου συνέπεια είναι η μείωση φορολογικών εσόδων.
Στο Προοίμιο της νέας Σύμβασης γίνεται μεν και πάλι αναφορά σε «επένδυση εθνικής σπουδαιότητας, επωφελούς για την ελληνική οικονομία» (σημεία 5 & 6) αλλά, αντί για εγχώρια παραγωγή καθαρών μετάλλων, η αναφορά περιορίζεται σε μια: «βιώσιμη εξόρυξη μεταλλεύματος» (σημείο 7) και στην «παρατεταμένη εξόρυξη μεταλλεύματος» (σημείο 9). Να θυμηθούμε πως στην προηγούμενη Σύμβαση ως «εθνική επιδίωξη» (που όμως δεν υλοποιήθηκε από την εταιρεία στα δέκα χρόνια μετά την περιβαλλοντική αδειοδότηση του 2011) είχε τεθεί η προοπτική της εγχώριας παραγωγής καθαρών μετάλλων, και επίσης να λάβουμε υπόψη πως άλλο πράγμα είναι τα μεταλλεύματα (raw ores – ακατέργαστο υλικό φυσικού κοιτάσματος κάποιου/ων μετάλλου/ων), άλλο τα (μεταλλευτικά) συμπυκνώματα (concentrates – μεταλλεύματα που έχουν υποστεί απλό εμπλουτισμό στο/στα εμπεριεχόμενο/α μέταλλο/α), και εντελώς άλλο (πολύ μεγαλύτερης προστιθέμενης αξίας) τα ανακτώμενα καθαρά μέταλλα μετά την τελική επεξεργασία των συμπυκνωμάτων. Είναι αξιοπρόσεκτο ότι στη νέα Σύμβαση η αναφορά στον όρο “μέταλλα”, πολύτιμα ή όχι, αποφεύγεται συστηματικά. Ακόμα και εκεί που είναι απαραίτητη για λόγους σαφήνειας η αναφορά του αντικαθίσταται λανθασμένα, και προφανώς σκόπιμα, από τον όρο “μεταλλεύματα”.
Αυτό που θεσμοθετείται με τη νέα Σύμβαση (παρά τα ασαφή περί μελλοντικής μεταλλουργικής μονάδας) είναι πως η Εταιρεία θα μπορεί, αν αυτή θα εξακολουθήσει- όπως είναι βέβαιο- να είναι η επιθυμία της, να συνεχίζει να εξάγει (όπως μέχρι τώρα γίνεται) ημικατεργασμένη, με τη μορφή συμπυκνωμάτων, την εγχώρια πρώτη ύλη, με συνέπεια τη σημαντικά μικρότερη εδώ φορολόγηση της Εταιρείας, ενώ οι εγχώριοι χρήστες καθαρών μετάλλων (βιοτεχνίες, βιομηχανίες) θα προμηθεύονται εισαγόμενα τα αντίστοιχα και υψηλής προστιθέμενης αξίας απαιτούμενα για τις παραγωγικές τους ανάγκες καθαρά μέταλλα (χρυσό, άργυρο, μόλυβδο, ψευδάργυρο, χαλκό).
2. Για το Κανονικό και το Πρόσθετο Μεταλλευτικό Τέλος. Για το υποτιθέμενο μεγάλο Δημόσιο όφελος
Το κανονικό και το πρόσθετο μεταλλευτικό τέλος είναι τα κυρίως αναμενόμενα ως έσοδα για το ελληνικό Δημόσιο. Επειδή η μέχρι τώρα αλλά και η μελλούμενη με τη νέα Σύμβαση φορολόγηση της εταιρείας απέδωσε και αναμένεται να συνεχίσει να αποδίδει πενιχρά έσοδα, εντελώς δυσανάλογα με το μέγεθος των κοιτασμάτων που εκμεταλλεύεται. Δεν πρέπει να ξεχνάμε και την εφαρμογή από μέρους της της «ολλανδικής φορολογικής τεχνογνωσίας», μετά την αποκάλυψη της οποίας αναγκάστηκε να την παραδεχτεί ως νομότυπο μηχανισμό φοροαποφυγής και ο πρώην CEO της Eldorado Gold, πετώντας μας μάλιστα κατάμουτρα την αφοπλιστική δήλωση πως: «έτσι κάνουν όλοι», δηλαδή, όπως είπε: «αξιοποιούν κάθε διαθέσιμο μέσο για να μειώσουν τη φορολόγησή τους».
Ο τρόπος υπολογισμού του κανονικού Μεταλλευτικού Τέλους, και άρα και του πρόσθετου 10% επ’ αυτού, περιγράφεται στο άρθρο 16.3. Πριν πάμε στο άρθρο αυτό της νέας Σύμβασης όμως, ας δούμε τι αναφέρεται ως στόχος του άρθρου αυτού στη σελίδα 1371 του: «Συνοπτική Ανάλυση Συνεπειών Ρύθμισης Κύρωση Επενδυτικής Συμφωνίας», αναρτημένου από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας:
https://www.hellenicparliament.gr/UserFiles/c8827c35-4399-4fbb-8ea6-aebdc768f4f7/11588435.pdf
Εκεί λοιπόν διαβάζουμε ότι:
«Το Πρόσθετο Μεταλλευτικό Τέλος υπολογίζεται πλέον επί της αξίας του περιεχόμενου μετάλλου και όχι επί της τιμής πώλησης του συμπυκνώματος που αναφέρεται στα τιμολόγια πώλησης, όπως ίσχυε, γεγονός που συντελεί στην αύξηση των εσόδων του Δημοσίου και επιτρέπει τον ακριβέστερο υπολογισμό αυτών». Κρατήστε το.
Το σύνολο τώρα του άρθρου 16.3 της νέας Σύμβασης (με ανοχή στη στριφνή του σύνταξη και την ανακριβή γενική χρήση του όρου “μεταλλεύματα” και εκεί όπου θα έπρεπε αντί αυτού να χρησιμοποιηθεί ο όρος μέταλλα, που ορθά χρησιμοποιήθηκε μόνο στην παραπάνω Συνοπτική Ανάλυση Συνεπειών):
Άρθρο 16.3: Ποσό Πρόσθετου Μεταλλευτικού Τέλους:
«Με την επιφύλαξη του άρθρου 16.1, η Εταιρεία καταβάλλει στο Δημόσιο (επιπρόσθετα και χωρίς να επηρεάζεται το Νόμιμο Μεταλλευτικό Τέλος επί των Μεταλλευμάτων Υποκείμενων σε Τέλη) ποσό σε ευρώ (€) ίσο με το Τ, σύμφωνα με τον ακόλουθο τύπο (το Πρόσθετο Μεταλλευτικό Τέλος)
Τ = Ανακτηθέντα Μεταλλεύματα x Αξία Μεταλλεύματος x Συντελεστής Τέλους x 0,1
Όπου:
Ανακτηθέντα Μεταλλεύματα = το συνολικό περιεχόμενο σε Μεταλλεύματα Υποκείμενα σε Τέλη κάθε συμπυκνώματος , το οποίο έχει εξορυχθεί από τα Μεταλλεία Κασσάνδρας (ανεξάρτητα από το εάν η Εταιρεία δικαιούται να λάβει πληρωμή για το συνολικό περιεχόμενο ή όχι) και εκφράζεται σε ουγγιές troy (για τον χρυσό (Au) και άργυρο (Ag)) ή σε μετρικούς τόνους (για τον μόλυβδο (Pb), ψευδάργυρο (Zn) και χαλκό (Cu)) ή άλλως ανάλογα με την περίπτωση, για τα λοιπά Μεταλλεύματα υποκείμενα σε Τέλη, κατά περίπτωση. Τα Μέρη συμφωνούν ότι κάθε τιμολόγιο πώλησης του συμπυκνώματος ή/και των ανακτηθέντων μεταλλευμάτων που εκδίδει η Εταιρεία συνιστά πλήρη απόδειξη του εν λόγω περιεχομένου, εκτός από την περίπτωση απάτης ή πρόδηλου σφάλματος.
Συντελεστής Τέλους = Το Νόμιμο Μεταλλευτικό Τέλος που ισχύει για Μεταλλεύματα Υποκείμενα σε Τέλος, όπως αυτό έχει κατά την ημερομηνία Έναρξης ισχύος, εκφραζόμενο ως κλάσμα.
Προς άρση κάθε αμφιβολίας, η συνολική αξία των Ανακτηθέντων Μεταλλευμάτων για τους σκοπούς του ανωτέρω υπολογισμού θα είναι αναγκαστικά υψηλότερη από το συνολικό ποσό που πρέπει να καταβληθεί στην Εταιρεία βάσει του τιμολογίου για τα Ανακτηθέντα Μεταλλεύματα».
Για συμπλήρωση των παραπάνω μεταφέρω και το άρθρο 16.1 για το οποίο διατυπώνεται η επιφύλαξη στην αρχή του 16.3:
Άρθρο 16.1. Ερμηνεία και υπολογισμός του Νόμιμου Μεταλλευτικού Τέλους
«Τα Μέρη αποδέχονται και συμφωνούν ότι η ορθή ερμηνεία και ο υπολογισμός του Νόμιμου Μεταλλευτικού Τέλους είναι ότι το Νόμιμο Μεταλλευτικό Τέλος υπολογίζεται με βάση το περιεχόμενο σε ανακτηθέντα μεταλλεύματα όπως αυτό αναγράφεται στα τιμολόγια πώλησης που εκδίδει η Εταιρεία. Το Δημόσιο πρέπει να διασφαλίσει ότι οι αρμόδιες Κρατικές Αρχές θα ακολουθήσουν αυτήν την ερμηνεία και υπολογισμό».
Από τον συνδυασμό των παραπάνω, και αν δεν έχετε τελείως μπερδευτεί, συνάγεται το εξής:
Τον Νόμιμο Μεταλλευτικό Τέλος θα είναι αυτό που προκύπτει από τις αναγραφές των μεταλλικών αξιών στα τιμολόγια πώλησης των παραγόμενων από την εταιρεία και εξαγόμενων συμπυκνωμάτων. Το Πρόσθετο Μεταλλευτικό Τέλος θα προκύπτει με υπολογισμό που έχει ως βάση το Νόμιμο Μεταλλευτικό Τέλος (συν 10% επ’ αυτού). Ή αλλιώς, το άθροισμα Νόμιμο Μεταλλευτικό Τέλος συν Πρόσθετο Μεταλλευτικό τέλος θα είναι μεγαλύτερο κατά 10% του Νόμιμου Μεταλλευτικού Τέλους. Άρα, και του Πρόσθετου Μεταλλευτικού Τέλους ο υπολογισμός βασίζεται σε ό,τι αναγράφουν τα τιμολόγια πώλησης των συμπυκνωμάτων που στέλνει η εταιρεία στο εξωτερικό. Επομένως, η ελπιδοφόρα διατύπωση στη Συνοπτική Ανάλυση Συνεπειών Ρύθμισης: Κύρωση Επενδυτικής Συμφωνίας ότι: «το Πρόσθετο Μεταλλευτικό Τέλος υπολογίζεται πλέον επί της αξίας του περιεχόμενου μετάλλου και όχι επί της τιμής πώλησης του συμπυκνώματος που αναφέρεται στα τιμολόγια πώλησης, όπως ίσχυε, γεγονός που συντελεί στην αύξηση των εσόδων του Δημοσίου και επιτρέπει τον ακριβέστερο υπολογισμό αυτών», καθόλου δεν συμφωνεί με τα προβλεπόμενα στη νέα Σύμβαση. Επειδή δε ειδικότερα, απουσιάζει εντελώς από τη νέα Σύμβαση η οποιαδήποτε αναφορά σε έναν, πριν την εξαγωγή των συμπυκνωμάτων, συστηματικό έλεγχο από τις κρατικές μας υπηρεσίες όχι τόσο του ακριβούς όγκου των εξαγόμενων συμπυκνωμάτων, όσο, και προπαντός, της ακριβούς τους χημικής σύστασης (του περιεχομένου τους στα εμπορεύσιμα μέταλλα: χρυσός, άργυρος, μόλυβδος, ψευδάργυρος, χαλκός και όποια τυχόν άλλα με οικονομικό ενδιαφέρον).
Αυτή η παράλειψη αφήνει ευρέα περιθώρια στη εταιρεία να απομειώσει σημαντικά τόσο το Νόμιμο όσο και το Πρόσθετο Μεταλλευτικό Τέλος. Με συστηματικές, που πολύ συνηθίζονται στις διεθνείς συναλλαγές, συμφωνημένες πλασματικές τιμολογήσεις (για την περίπτωση υποτιμολογήσεις). Την ίδια ώρα το ελληνικό Δημόσιο στερείται των μέσων για να τεκμηριώσει το όποιο τυχόν μπορεί να υπεισέλθει «πρόδηλο σφάλμα ή σκόπιμη απάτη» (16.1) κατά τον υπολογισμό του ύψους του κανονικού αλλά και του πρόσθετου μεταλλευτικού τέλους. Μόνο η Εταιρεία μπορεί, τόσο να παρεμβάλει εάν θέλει ένα κάποιο λανθασμένο σχετικό στοιχείο, όσο και με ασφάλεια να το αποκρύψει.
Να προσθέσω εδώ πως το κατά 10% επί πλέον του κανονικού Πρόσθετο Μεταλλευτικό Τέλος προβλέπεται στη νέα Σύμβαση ότι θα καταβάλλεται από την Εταιρεία προς το ελληνικό Δημόσιο για όσο διάστημα δεν θα υπάρχει και δεν θα λειτουργεί παραγωγική Μεταλλουργική μονάδα. Η χρονική διάρκεια καταβολής αυτού του Πρόσθετου Μεταλλευτικού Τέλους μένει στη νέα Σύμβαση ανοικτός. Μπορεί να είναι μέχρι το τέλος της Σύμβασης (16.1, α), ή μέχρι, διαβάζω: «την ημερομηνία (εάν υπάρξει) κατά την οποία το Εργοστάσιο Μεταλλουργίας θα βρίσκεται σε εμπορική παραγωγή» (16.1, β).
Είναι προφανές λοιπόν πως καταβάλλοντας η Εταιρεία αυτό το Πρόσθετο Μεταλλευτικό Τέλος (που το ύψος του μπορεί και να το ρυθμίζει ανεξάρτητα από αντικειμενικούς παράγοντες) απελευθερώνεται εντελώς από κάθε υποχρέωση εγκατάστασης και λειτουργίας Μεταλλουργικής μονάδας μέχρι και του πέρατος της νέας Σύμβασης. Μπορούμε βάσιμα να υποθέσουμε, με βάση τη δική της λογική και τα συμφέροντα, ότι η εταιρεία υπολόγισε πως η μέχρι τέλους της νέας Σύμβασης καταβολή ενός τέτοιου επιπρόσθετου τέλους αντιπροσωπεύει ένα ασήμαντο γι’ αυτήν κόστος, σε σχέση με την ανάγκη διάθεσης των σημαντικών κεφαλαίων που απαιτεί η εγκατάσταση και λειτουργία μιας Μεταλλουργικής μονάδας στη Χαλκιδική. Το θέμα βέβαια είναι ότι αυτό αντιστρατεύεται τα συμφέροντα του ελληνικού Δημοσίου.
3. Για τις θέσεις εργασίας
Στο Προοίμιο (σημείο 9) αναφέρεται πως αναμένεται να δημιουργηθούν «επιπρόσθετα οφέλη απασχόλησης στην τοπική κοινότητα» και «περισσότερες από δύο χιλιάδες θέσεις εργασίας». Εν τούτοις, στο κύριο μέρος της νέας Σύμβασης, στο 12.3.δ, προβλέπεται ότι: «Η εταιρεία θα προσαρμόζει τα χρονοδιαγράμματα παραγωγής, τον ρυθμό λειτουργίας και το επίπεδο εργατικού δυναμικού όπως είναι απαραίτητο και πρόσφορο, ώστε να ανταποκρίνεται στις εκάστοτε συνθήκες λειτουργίες σύμφωνα με την Ορθή Πρακτική του κλάδου και το Εφαρμοστέο Δίκαιο».
Το «απαραίτητο», το «πρόσφορο» και την «Ορθή πρακτική» θα μπορεί να τα επικαλείται βέβαια η εταιρεία για ό,τι θέλει, όποτε θέλει και για όσο θέλει, η δε Ορθή Πρακτική του κλάδου (βλέπε ορισμό της στο Προοίμιο) είναι εντελώς ασαφής και γενική και εκφεύγει του κρατικού ελέγχου. Όσο για το εφαρμοστέο Δίκαιο, αυτό δεν θα εμποδίζει την Εταιρεία από το να θέτει σε διαθεσιμότητα για κάποιο χρόνο ή και να απολύει από καιρού εις καιρόν μέρος του (συγκυριακά ανεπιθύμητου) εργατικού της δυναμικού. Τίποτα λοιπόν δεν αποκλείει να είναι αριθμητικά συνεχώς υπολειπόμενο το (φαινομενικά) υποσχόμενο ως ενισχυμένο στη νέα Σύμβαση επίπεδο εργατικού δυναμικού στα Έργα της Εταιρείας.
4. Για τα κοινωνικά και περιβαλλοντικά θέματα
Στο Άρθρο 12.1 προβλέπεται η διάρκεια ανάπτυξης των μεταλλείων Κασσάνδρας να διαρκέσει 25 έτη, με δυνατότητα επέκτασης για επί πλέον 25 έτη (συνολικά μισό αιώνα δηλαδή). Αυτό σηματοδοτεί τη χωρική επέκταση, και την εντατικοποίηση των μεταλλευτικών δραστηριοτήτων και κατά συνέπεια και την ανάλογη αύξηση των συνοδών της μεταλλείας αναπότρεπτων αρνητικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Μεταξύ άλλων, του όγκου των παραγόμενων (μεταξύ τους πολλών τοξικών) μεταλλευτικών αποβλήτων (εξ ου και η πρόβλεψη σημαντικής αύξησης της χωρητικότητας του ΧΥΤΕΑ Κοκκινόλακκας), της ποσοτικής και ποιοτικής υποβάθμισης του διαθέσιμου για άλλες πλην της μεταλλείας ανάγκες υδατικού αποθέματος (αν θα έχει απομείνει τέτοιο, μια που το σύνολο των διαθέσιμων υπόγειων και επιφανειακών υδάτων τίθεται στις έχουσες απόλυτη προτεραιότητα ανάγκες της Εταιρείας), της ποιότητας του αέρα, της σημαντικής πίεσης επί της τοπικής φυσικής χλωρίδας και πανίδας και των πολλών άλλων οπτικών και ακουστικών οχλήσεων που η εντατική και εκτεταμένη μεταλλευτική δραστηριότητα θα έχει στην ευρύτερη περιοχή. Όπως επίσης και την απομάκρυνση του χρόνου για την ‘‘‘πλήρη’’’ (εντός πολλών εισαγωγικών) αποκατάσταση και απόδοση (απελευθέρωση) της ευρύτερης περιοχής για την εκδίπλωση των όποιων άλλων -πλην της εξαντληθείσας τότε μεταλλείας- αναπτυξιακών προοπτικών θα είναι εφικτές για την περιοχή, μετά από σχεδόν ένα αιώνα εντατικής και από κάθε άποψη προστατευόμενα μονοκαλλιεργητικής μεταλλευτικής δραστηριότητας (βλέπε σχετικά και 12.3, γ έως ζ, όπως και 12.4).
5. Για τις απαιτούμενες άδειες
Όλα τα εξαιρετικά ευνοϊκά υπέρ της Εταιρείας σχετικά προβλεπόμενα είναι κατ’ εφαρμογή των προβλέψεων των δύο νόμων, του Περιβαλλοντικού και Αναπτυξιακού, που η παρούσα κυβέρνηση ψήφισε ενώ παράλληλα διαπραγματευόταν τη νέα Σύμβαση με την Εταιρεία. Προβλεπόμενα που καθιερώνουν ασφυκτικά εκβιαστικούς χρόνους εξέτασης και γνωμοδότησης επί των αιτήσεων για τις άδειες, με αποφασιστική συμμετοχή μάλιστα και εκπροσώπων της εταιρείας σ’ αυτές τις διαδικασίες, και την αυτόματη έγκριση των αδειοδοτήσεων αν υπάρξει έστω και μιας ημέρας υπέρβαση από μέρους του Δημοσίου να απαντήσει σε αιτήματα αδειοδότησης της Εταιρείας, με συνεπαγόμενες δε και οικονομικές κυρώσεις για τη σχετική καθυστέρηση (βλέπε και 22.4). Σε ό,τι αφορά την Αναθεωρημένη Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων Μεταλλείων Κασσάνδρας (22.2), που πρόκειται να αντικαταστήσει την ήδη υπάρχουσα ΚΥΑ του 2011, στα των αρχών που θα την διέπουν (22.2, β, i, ii, iii) δεν έχει προβλεφθεί -ή έχει σκοπίμως αποκλειστεί- η περίπτωση να χρειάζεται η προηγούμενη υποβολή και έγκριση περιβαλλοντικής μελέτης ή μελετών για κάποια/κάποιες νέες επεμβάσεις και έργα που περιλαμβάνονται στο νέο Επενδυτικό Σχέδιο.
6. Για τη χρηματοδότηση της Εταιρείας
Σε ό,τι αφορά τη ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ της Εταιρείας (Άρθρο 18): Αναφέρεται αρχικά πως «Εκτός από τις περιπτώσεις που ορίζονται ρητώς στη Σύμβαση, η Σύμβαση δεν θα ερμηνεύεται με τρόπο που θεμελιώνει συμφωνία ή υποχρέωση του Δημοσίου να αναλάβει (εν όλω ή εν μέρει) την ευθύνη οποιασδήποτε χρηματοδότησης μέσω δανεισμού ή με ίδια κεφάλαια» (18.1). Στη συνέχεια περιγράφονται οι «περιπτώσεις εκείνες που ορίζονται ρητώς στη Σύμβαση» και που είναι: «Η Παροχή εξασφάλισης για χρηματοδότηση» (18.2, α και β). «Η Συνεργασία με Χρηματοδότες» (18.3), και η «Απ’ ευθείας Συμβάσεις με Χρηματοδότες» (18.4, α έως στ), οι οποίες όμως στο σύνολό τους θεμελιώνουν μάλλον παρά αποκλείουν εμπλοκή και δεσμεύσεις του Δημοσίου σε τυχόν που θα μπορούσαν να είναι επισφαλείς και υψηλού ρίσκου μελλοντικές δανειοδοτήσεις της Εταιρείας.
Σαράντης Δημητριάδης