της Μαρίνας Δεμερτζιάν / The Press Project
Γιατί ανυπέρβλητο θα ρωτήσει κανείς και θα έχει δίκιο δεδομένης της έκβασης των πραγμάτων. Γιατί η παραγωγή καθαρών μετάλλων, χρυσού, αργύρου και χαλκού αποτελούσε δικαιοπρακτικό θεμέλιο της σύμβασης παραχώρησης των μεταλλείων της Χαλκιδικής.
Η απόφαση του ΣτΕ έδινε στο ελληνικό δημόσιο το δικαίωμα να καταγγείλει την σύμβαση και να ζητήσει αποζημιώσεις. Η κυβέρνηση επέλεξε να παραιτηθεί από οποιαδήποτε διεκδίκηση αποζημίωσης και να αλλάξει τη σύμβαση. Στη νέα καταστατική συμφωνία μεταξύ ελληνικού δημοσίου και ελληνικός χρυσός, που συζητείται αυτές τις ημέρες στη βουλή, το αν θα προχωρήσει η εταιρεία σε μεταλλουργία είναι πια προαιρετικό. Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι το κράτος δεν παραιτήθηκε μόνο από τις αποζημιώσεις αλλά και από τα μελλοντικά του φορολογικά έσοδα.
Γιατί είναι σημαντική η μεταλλουργία
Κι όμως,18 χρόνια πριν, μια ανάλογης σημασίας απόφαση από το ΣτΕ είχε οδηγήσει στην καταγγελία της σύμβασης με την TVX, την εταιρεία που εκμεταλλευόταν μέχρι τότε τα μεταλλεία της Χαλκιδικής. Το ανώτατο διοικητικό δικαστήριο είχε κρίνει ότι η μέθοδος μεταλλουργίας που είχε προτείνει η ΤVX, η λεγόμενη κυάνωση, έπρεπε να απορριφθεί γιατί ήταν επιβλαβής για το περιβάλλον και τη δημόσια υγεία. Θα μπορούσε και η TVX να μην προχωρήσει στην κατασκευή του εργοστασίου μεταλλουργίας και να συνεχίσει να εξάγει συμπυκνώματα μετάλλων σε τρίτες χώρες όπως κάνει σήμερα η θυγατρική της Eldorado Gold, αλλά η τότε κυβέρνηση έκρινε ότι η παραγωγή καθαρών μετάλλων ήταν «μείζονος εθνικής και κοινωνικής σημασίας». Το 2003, η τότε ελληνική κυβέρνηση κατήγγειλε την σύμβαση με την TVX και πούλησε τα μεταλλεία στην ελληνικός χρυσός που υποσχόταν ότι θα επεξεργαστεί το μετάλλευμα με μια πιο ασφαλή μέθοδο, την λεγόμενη ακαριαία τήξη.
Με την επίκληση λοιπόν της μείζονος εθνικής και κοινωνικής σημασίας της μεταλλουργίας, που αποτυπώθηκε και στο κείμενο της σύμβασης παραχωρήθηκαν στην Ελληνικός Χρυσός 317.000 στρέμματα για μόλις 11 εκατομμύρια ευρώ. Η αγοραπωλησία χαρακτηρίστηκε σκανδαλώδης, ακόμα κι από την ευρωπαϊκή επιτροπή που επιδίκασε άλλα 15 εκατομμύρια στο ελληνικό δημόσιο. Η τότε κυβέρνηση όμως υπερασπίστηκε την απόφαση της υποστηρίζοντας ότι με την μεταλλουργία, η χώρα θα αποκτούσα τεχνογνωσία υψηλού επιπέδου και το παραγόμενο προϊόν θα έπαιρνε προστιθέμενη αξία που θα έφερνε πολλά εκατομμύρια φόρων στο κρατικό ταμείο.
Τα εκατομμύρια αυτά δεν ήρθαν ποτέ. Παρότι η υποχρέωση για την υλοποίηση μεταλλουργίας αποτυπώνεται και στη σύμβαση και στην ΑΕΠΟ του έργου (η έγκριση της κεντρικής περιβαλλοντικής μελέτης) και χαρακτηρίστηκε ως «δικαιοπρακτικό θεμέλιο» της σύμβασης από την απόφαση της Διαιτησίας το 2018, η Ελληνικός Χρυσός το μόνο που παράγει μέχρι σήμερα είναι συμπυκνώματα μετάλλων που εξάγονται σε τρίτες χώρες ως ακαθάριστη πρώτη ύλη. Τα μόνα φορολογικά έσοδα που έχει το κράτος είναι περίπου 2 εκ. ευρώ το χρόνο από τα μεταλλευτικά δικαιώματα και ό,τι παίρνει από την φορολόγηση των μισθών των εργαζομένων. Η εταιρεία δεν έχει εμφανίσει ποτέ κέρδη και ως εκ τούτου δεν πληρώνει φόρο επί των κερδών.
Τι προβλέπει η νέα σύμβαση
Η νέα σύμβαση δίνει χρονική διορία 2 ετών στην εταιρεία για να υποβάλλει νέα μελέτη μεταλλουργίας. Εκεί τελειώνουν και οι υποχρεώσεις της. Αν η μελέτη εγκριθεί έχει καλώς, αν όχι, η εταιρεία δεν έχει καμία άλλη υποχρέωση. Μπορεί να συνεχίσει και να επεκτείνει τις εξορύξεις για 25+ 25 χρόνια.
Στη σύμβαση επίσης προβλέπεται ότι και το δημόσιο και η Ελληνικός Χρυσός παραιτούνται από διεκδικήσεις αποζημιώσεων για ό,τι είχε συμβεί μέχρι τώρα. Από την πλευρά της ΕΧ αυτό που υπήρχε ήταν ένα εξώδικο του 2018, με το οποίο η εταιρεία ζητούσε αποζημίωση 800 εκ. ευρώ για τις καθυστερήσεις στην αδειοδότηση. Πέραν του ότι το εξώδικο ποτέ δεν μετατράπηκε σε αγωγή, μετά την απόφαση του ΣτΕ, η αξίωση αυτή ήταν πλέον άνευ ουσίας και αντικειμένου. Το μόνο μέρος που πρακτικά παραιτείται από αποζημιώσεις είναι το ελληνικό δημόσιο.
Tα ανταλλάγματα
Το βασικό αντάλλαγμα είναι η αύξηση του κύκλου εργασιών. Η εταιρεία υπόσχεται τον διπλασιασμό της επένδυσης και των θέσεων εργασίας, ωστόσο η υποχρέωση αυτή δεν αναγράφεται στην ίδια την σύμβαση, αλλά στο επενδυτικό σχέδιο που τη συνοδεύει.
Τα μεταλλευτικά τέλη αυξάνονται κατά 10%. Τι σημαίνει αυτό; Ότι από 2 εκ. το χρόνο, τα μεταλλευτικά τέλη θα αυξηθούν σε 2,2 εκ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί σε έσοδα 5 ημερών από τα πρόστιμα για την μη τήρηση των μέτρων για τον covid. Ακόμα κι αν διπλασιαστούν όταν ξεκινήσει η εξόρυξη στις Σκουριές, το ετήσιο έσοδο θα είναι αμελητέο δεδομένης της έκτασης της εκμετάλλευσης.
Όσον αφορά τα περιβαλλοντικά μέτρα, οι περισσότερες προβλέψεις υπήρχαν και στο προηγούμενο επενδυτικό σχέδιο. Το μόνο νέο, είναι η εφαρμογή της τεχνολογίας της ξηρής απόθεσης για τα μεταλλευτικά κατάλοιπα στις Σκουριές, όπου οι δύο χώροι απόθεσης θα γίνουν ένας.
Ωστόσο η δυνατότητα περιβαλλοντικής εποπτείας και ελέγχου του έργου από την πλευρά του κράτους περιορίζεται σημαντικά. Ο έλεγχος της τήρησης των περιβαλλοντικών όρων φεύγει από την Διεύθυνση Περιβαλλοντικής Αδειοδότησης του υπουργείου και πάει σε «ανεξάρτητο περιβαλλοντικό επιθεωρητή» που επιλέγεται και πληρώνεται από την εταιρεία. Οι κρατικοί επιθεωρητές περιβάλλοντος δεν θα μπορούν να κάνουν αιφνιδιαστικούς ελέγχους, παρά μόνο αν έχουν ειδοποιήσει την εταιρεία «σε εύλογο προηγούμενο διάστημα» και αν δεν είναι παρών στους ελέγχους ο «ανεξάρτητος επιθεωρητής» οι διοικητικές τους πράξεις θα κρίνονται άκυρες.
Και κάπου εκεί τα ανταλλάγματα αντιστρέφονται υπέρ της Ελληνικός Χρυσός. Προβλέπεται ειδικό φορολογικό καθεστώς για την εταιρεία (προστασία κεφαλαίων εξωτερικού), το δημόσιο δεσμεύεται σε πολύ σφικτές προθεσμίες για την αδειοδότηση των επιμέρους έργων, ενώ η ΕΧ θα μπορεί να πωλήσει μέρος ή το σύνολο της εκμετάλλευσης σε όποιον επενδυτή πληρεί τα τυπικά κριτήρια χωρίς να απαιτείται σύμφωνη γνώμη του δημοσίου.
Η ζυγαριά κόστους/οφέλους και οι Σκουριές
Το ότι η κυβέρνηση επέλεξε να μην καταγγείλει την σύμβαση και να την επαναδιαπραγματευθεί δεν ήταν ούτε έκπληξη, ούτε εκ προοιμίου λάθος. Αφενός γιατί τα μεταλλεία Κασσάνδρας απασχολούν 1.650 εργαζόμενους, οι μισθοί των οποίων είναι πολύ σημαντικοί για το οικονομικό οικοσύστημα της περιοχής, αφετέρου γιατί τα δύο λειτουργούντα μεταλλεία, της Ολυμπιάδας και των Μαύρων Πετρών απαιτούν συνεχή και κοστοβόρα συντήρηση, προκειμένου να μην γίνει διαρροή επικίνδυνων υλικών στο περιβάλλον.
Δεδομένου όμως το ότι η μεταλλουργία είχε προβληθεί ως το οικονομικό αντιστάθμισμα για την σημαντική περιβαλλοντική επιβάρυνση της περιοχής (και αυτό έχει αποτυπωθεί σε πολλαπλές αποφάσεις του ΣτΕ), θα περίμενε κανείς ότι για να ισορροπήσει η ζυγαριά κόστους/οφέλους θα έπρεπε να ληφθούν αντίστοιχα μέτρα μείωσης του περιβαλλοντικού αποτυπώματος, όπως η διάσωση των Σκουριών. Μεγάλο μέρος από το πανέμορφο αυτό δάσος έχει ήδη αποψιλωθεί, όμως η υπόγεια εκσκαφή δεν έχει ξεκινήσει ακόμα. Έτσι κι αλλιώς, ο λόγος που επιτράπηκε εξ’ αρχής η εκμετάλλευση του δάσους των Σκουριών, ήταν επειδή το υπέδαφος τους περιέχει θειούχο χαλκό που ήταν απαραίτητος για την ακαριαία τήξη που θα εφαρμοζόταν στην μεταλλουργία. Αυτό είχε επικαλεστεί και το ΣτΕ σε παλαιότερη απόφαση του το 2015.