18 χρόνια μετά τη σύμβαση παραχώρησης των μεταλλείων της Χαλκιδικής, το ελληνικό δημόσιο και η Ελληνικός Χρυσός υπέγραψαν την τροποποίηση της καθώς η σύμβαση του 2003 θεωρήθηκε σύμφωνα με το επίσημο ανακοινωθέν του Υπουργείου περιβάλλοντος «παρωχημένη». Πιο κοντά στην πραγματικότητα ήταν η δήλωση του νέου Υπουργού Περιβάλλοντος Κώστα Σκρέκα που μίλησε για απεμπλοκή και επανεκκίνηση μίας από τις μεγαλύτερες ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα. Ήταν το αποτέλεσμα μιας 15μηνης και συχνά ταραχώδους διαπραγμάτευσης καθώς η θυγατρική της καναδικής Eldorado Gold είχε αθετήσει την βασική συμβατική της υποχρέωση. Την κατασκευή και λειτουργία ενός εργοστασίου μεταλλουργίας από το οποίο θα παράγονταν καθαρά μέταλλα, χρυσός, χαλκός και άργυρος.
της Μαρίνας Δεμερτζιάν / The Press Project
Μέχρι το φθινόπωρο του 2019 η Ελληνικός Χρυσός απέδιδε την ευθύνη για τις καθυστερήσεις στη «μη κανονική ροή των αδειοδοτήσεων» και τα προσκόμματα που έβαζε το Υπουργείο Περιβάλλοντος επί διακυβέρνησης Σύριζα, απειλώντας μάλιστα το ελληνικό δημόσιο με εξώδικο που αξίωνε αποζημίωση 700 εκατομμυρίων ευρώ. Πράγματι το 2016, ο τότε υπουργός Περιβάλλοντος Πάνος Σκουρλέτης απέρριψε την τεχνική μελέτη της εταιρείας για τη μέθοδο που θα εφάρμοζε το εργοστάσιο μεταλλουργίας ζητώντας επιπλέον στοιχεία. Η Ελληνικός Χρυσός επέλεξε τότε να μην προσκομίσει τις νέες αυτές διευκρινίσεις αλλά να προσφύγει το 2017 στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Η απόφαση βγήκε 3 χρόνια μετά, στις 28 Φεβρουαρίου 2020 και έτυχε ελάχιστης, αν όχι διαστρεβλωμένης κάλυψης από τα ΜΜΕ. Το ανώτατο διοικητικό δικαστήριο έκρινε ότι το δημόσιο νομίμως απέρριψε την τεχνική μελέτη γιατί δεν υπήρχαν επαρκή στοιχεία ούτε για την ποιότητα των παραγόμενων μετάλλων (δηλαδή για την επιτυχία της μεθόδου του flashsmelting που δεν έχει εφαρμοστεί ποτέ σε μεταλλεύματα με τόσο μεγάλη περιεκτικότητα αρσενικού), ούτε για το πώς θα προστατεύονταν οι εργαζόμενοι και το περιβάλλον από τα τοξικά απαέρια. Δηλαδή ότι για την καθυστέρηση στην υλοποίηση του έργου ευθυνόταν η ίδια η εταιρεία.
Στην πραγματικότητα ήδη 3 μήνες πριν η ΕΧ είχε ζητήσει την τροποποίηση του ισχύοντος επενδυτικού της σχεδίου. Σύμφωνα με τις διαρροές στον Τύπο, γιατί η ίδια η εταιρεία θεωρούσε το κόστος της μεταλλουργίας δυσβάσταχτο.
ΤΙ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ Η ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ
Με τη νέα τροποποιημένη σύμβαση το θέμα της μεταλλουργίας παραπέμπεται στο μέλλον. Συγκεκριμένα δίνεται στην εταιρεία προθεσμία 2 ετών για να καταθέσει «νέα πρόταση, βάσει νέας τεχνοοικονομικής μεθόδου, της δέσμευσης για καθετοποίηση της παραγωγής με την κατασκευή εργοστασίου μεταλλουργίας».
Για το νέο χρονικό αυτό σκόντο, το ελληνικό δημόσιο εξασφάλισε κάποια ανταλλάγματα. Οι επενδύσεις τις οποίες δεσμεύεται να κάνει η Ελληνικός Χρυσός διπλασιάζονται (από 1,2 δισ. σε 2,6 δισ. ευρώ), όπως και οι θέσεις εργασίας (σε 3.070, έναντι 1.650 σήμερα). Παράλληλα αυξάνονται κατά 10% τα μεταλλευτικά τέλη, το μόνο άμεσο έσοδο που επί της ουσίας έχει το δημόσιο από την εκμετάλλευση του υπεδάφους της Χαλκιδικής.
Είναι όμως αυτά τα ανταλλάγματα ικανά να αντισταθμίσουν το γεγονός ότι η Ελληνικός Χρυσός απεμπόλησε την βασική της συμβατική υποχρέωση;
Για τους 3 υπουργούς που συνυπέγραψαν την τροποποίηση της σύμβασης η απάντηση είναι καταφατική. Ο Κώστας Σκρέκας μίλησε για τον διπλασιασμό των εργαζομένων που πάντα βαραίνει στη ζυγαριά και έκανε λόγο για χαμηλότερο περιβαλλοντικό αποτύπωμα καθώς εφαρμόζονται νέες τεχνολογίες για την προστασία του περιβάλλοντος. Ο Άδωνις Γεωργιάδης χαρακτήρισε ιστορική την ημέρα της υπογραφής και ο Χρήστος Σταϊκούρας είπε ότι η κυβέρνηση δημιουργεί νέες προϋποθέσεις για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων.
Αναζητήσαμε τη γνώμη του πρώην Υπουργού Περιβάλλοντος Πάνου Σκουρλέτη, του οποίου την απόφαση δικαίωσε τον περυσινό Φεβρουάριο το ΣτΕ και της Μαρίας Καδόγλου, ενεργού μέλους του κινήματος των κατοίκων της Χαλκιδικής κατά της εξόρυξης και ψυχής του Παρατηρητηρίου Μεταλλευτικών Δραστηριοτήτων. Και για τους δύο η μη εκπλήρωση του όρου της μεταλλουργίας, που αποδείχθηκε και στο ΣτΕ συνιστά παραβίαση της σύμβασης και λόγο καταγγελίας της.
Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΛΛΟΥΡΓΙΑΣ
Η δημιουργία καθετοποιημένης μονάδας παραγωγής καθαρών μετάλλων εντός του χώρου των μεταλλείων, υπήρξε εξ αρχής δικαιοπρακτικό θεμέλιο της σύμβασης παραχώρησης των μεταλλείων Κασσάνδρας στην Ελληνικός Χρυσός και ο λόγος για τον οποίο τα μεταλλεία πωλήθηκαν σε τόσο χαμηλό τίμημα (η ΕΧ τα αγόρασε για μόλις 11 εκατομμύρια ευρώ. Η αγοραπωλησία έγινε το 2003, και χαρακτηρίστηκε σκανδαλώδης ακόμα κι από την ευρωπαϊκή επιτροπή που επιδίκασε άλλα 15 εκατομμύρια στο ελληνικό δημόσιο). Η ελληνική πολιτεία προσδοκούσε τότε, ότι πέρα από την τεχνογνωσία που θα δημιουργούσε μια σύγχρονη μονάδα μεταλλουργίας θα έφερνε προστιθέμενη αξία στο παραγόμενο προϊόν και φορολογικά έσοδα στα κρατικά ταμεία, με τον Γιώργο Παπακωνσταντίνου να τα υπολογίζει το 2011 σε 125 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο. Ωστόσο μέχρι σήμερα η ΕΧ παράγει και εξάγει μόνο συμπυκνώματα μετάλλων, δεν έχει παρουσιάσει κέρδη και δεν έχει πληρώσει φόρο εισοδήματος.
Ο Πάνος Σκουρλέτης χαρακτηρίζει την υπογραφή της τροποποίησης της σύμβασης πολιτικό σκάνδαλο: «Ουσιαστικά πάνε να κάνουν bypass την προηγούμενη σύμβαση την οποία έχει παραβιάσει εδώ και χρόνια η εταιρεία. Αφού δεν εκπλήρωσε τη βασική της συμβατική της υποχρέωση, τόσο το χειρότερο για τη σύμβαση, θα την αλλάξουμε. Είναι μια απιστία κατά τη γνώμη μου σε βάρος των συμφερόντων του δημοσίου. Γιατί ενώ μετά την απόφαση του ΣτΕ είχε όλα τα νομικά επιχειρήματα με το μέρος του για να για να καταγγείλει τη σύμβαση και να ζητήσει αποζημιώσεις, επέλεξε να παραιτηθεί από τα δικαιώματα του και να δώσει στην εταιρεία σανίδα σωτηρίας».
Τα μεταλλεία δεν θα είχαν παραχωρηθεί αν δεν υπήρχε ο όρος της μεταλλουργίας, λέει η Μαρία Καδόγλου: « Ήταν το μόνο σοβαρό οικονομικό αντιστάθμισμα για την περιβαλλοντική ζημιά που θα προκαλούνταν και αυτό αναγράφεται σαφώς και στη σύμβαση του 2003 και στην ΑΕΠΟ και στην απόφαση της Διαιτησίας το 2018. Η ετυμηγορία έδινε στο δημόσιο το πάνω χέρι. Κανονικά η σύμβαση έπρεπε να καταγγελθεί. Δεν περίμενα ότι η κυβέρνηση θα το έκανε αλλά τουλάχιστον περίμενα να διεκδικήσει σοβαρά αντισταθμιστικά, όχι σαν αυτά που ανακοινώθηκαν».
Σύμφωνα με το ενημερωτικό σημείωμα του Υπουργείου Περιβάλλοντος το νέο επενδυτικό σχέδιο εξασφαλίζει σταθερά έσοδα 2 δισ. ευρώ για τα κρατικά ταμεία για τα επόμενα 25 χρόνια. Για τη Μαρία Καδόγλου το νούμερο αυτό, όσο η υπόσχεση για την μεταλλουργία παραμένει ασαφής είναι αυθαίρετο. : « Καταρχάς και η ΑΕΠΟ του 2011, δύο χρόνια διορία έδινε για να παραδοθεί η τεχνική μελέτη και δεν ήρθε ποτέ ολοκληρωμένη. Το ύψος των φόρων θα είναι μικρό όσο η εταιρεία παράγει μόνο συμπυκνώματα. Το μόνο που κατοχύρωσε ουσιαστικά η κυβέρνηση είναι η αύξηση των μεταλλευτικών τελών που είναι ψίχουλα. Το 2019 η εταιρεία πλήρωσε σε μεταλλευτικά τέλη 2 εκατομμύρια ευρώ. Αν αυξηθούν κατά 10% θα μιλάμε για 2,2 εκατομμύρια. Ακόμα και αν διπλασιαστούν αυτά όταν ξεκινήσει η εξόρυξη στις Σκουριές, είναι αστείο ποσό για μια εταιρεία που εκμεταλλεύεται το υπέδαφος περισσοτέρων από 200.000 στρεμμάτων γης. Όσο για τον διπλασιασμό της επένδυσης είμαι πολύ περίεργη πως θα προκύψει όταν από τη συνολική επένδυση αφαιρούνται το εργοστάσιο μεταλλουργίας, το εργοστάσιο θειικού οξέως, το νέο εργοστάσιο εμπλουτισμού στο Μαντέμ λάκκο και η υπόγεια στοά 8,5 χιλιομέτρων που θα συνέδεε την ολυμπιάδα με το Μαντεμ λάκκο».
Επί της ουσίας η νέα τροποποιημένη σύμβαση αποδεσμεύει τα έργα από την υποχρέωση κατασκευής και λειτουργίας του εργοστασίου, λέει ο Πάνος Σκουρλέτης. «Μέχρι να παραδοθεί, αν παραδοθεί η νέα μελέτη, η εταιρεία θα μπορεί απρόσκοπτα να διευρύνει την εξορυκτική της δραστηριότητα, πολύ φοβάμαι έχοντας εξασφαλίσει a priori όλες τις αδειοδοτήσεις. Γιατί το ανακοινωθέν του Υπουργείου Περιβάλλοντος κάνει λόγο για νομικές δικλείδες που θα θωρακίσουν την επένδυση. Είναι σημαντικό να δούμε ποιες είναι αυτές οι δικλείδες και σε τι δεσμεύουν το κράτος. Γιατί υπάρχει μια διαρροή που είναι άκρως ανησυχητική. Ότι οι διαφορές μεταξύ Δημοσίου και εταιρείας πλέον θα υπάγονται στο δίκαιο της CETA, της εμπορικής συμφωνίας μεταξύ Καναδά και ΕΕ. Αν αυτό ισχυει σημαίνει ότι αν η εταιρεία παραβιάσει τους περιβαλλοντικούς όρους ενδεχομένως να μην μπορείς πια να προσφύγεις στο ΣτΕ».
Στις ερωτήσεις που θέσαμε οι δημοσιογράφοι στο Υπουργείο για το αν θα ισχύσει κάτι τέτοιο, η μόνη απάντηση που λάβαμε είναι πως οι διαφορές μεταξύ δημοσίου και εταιρείας πλέον θα κρίνονται από διεθνές δικαστήριο.
Η ΜΕΙΩΣΗ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟΥ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΟΣ
Το νέο επενδυτικό σχέδιο υπόσχεται τη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος με τη χρήση νέων πιο φιλικών στο περιβάλλον τεχνολογιών. Μεταξύ άλλων προβλέπει τη μείωση των χώρων απόθεσης μεταλλευτικών καταλοίπων στις Σκουριές από δύο σε έναν, με την χρήση της τεχνολογίας της ξηρής απόθεσης, ένα ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης αποβλήτων και υδάτων, και την αδιάλειπτη επίβλεψη του έργου με το Σύστημα Περιβαλλοντικής Παρακολούθησης μέσω 400 σημείων ελέγχου σε όλη την περιοχή.
Το σύστημα Περιβαλλοντικής Παρακολούθησης ήδη υπάρχει εδώ και χρόνια και είναι αναξιόπιστο αντιτείνει η Μαρία Καδόγλου. «Η εταιρεία παρακολουθεί τα νερά, εκεί που υπάρχει και το μεγαλύτερο πρόβλημα, αλλά μετράει την ποιότητα των βαρέων μετάλλων με άλλα όρια από αυτά που επιβάλει η εθνική νομοθεσία. Χρησιμοποιεί μια παλιά απόφαση του 85 που έχει πιο ελαστικά όρια, ενώ η έγκριση περιβαλλοντικών όρων λέει σαφέστατα ότι πρέπει να χρησιμοποιούνται τα πιο αυστηρά όρια της μεταγενέστερης απόφασης. Είναι μια συνεχής παράβαση που οι επιθεωρητές περιβάλλοντος έχουν επισημάνει πολλές φορές, επέβαλλαν μάλιστα δύο φορές πρόστιμα και το 2015 και το 2019».
Μέχρι σήμερα το μεγαλύτερο και καθόλου ευκαταφρόνητο επιχείρημα όσων υποστηρίζουν την διατήρηση της επένδυσης είναι οι θέσεις εργασίας. Περισσότεροι από 1.300 άνθρωποι απασχολούνται στην εταιρεία και χωριά ολόκληρα της Χαλκιδικής εξαρτούν την επιβίωση τους από την συνέχιση των δραστηριοτήτων των μεταλλείων. Τα άλλα μισά βλέπουν την αγροτική τους παραγωγή, την αλιεία και τον τουρισμό να πλήττονται λόγω της υποβάθμισης του περιβάλλοντος.
Παρότι η κυβέρνηση είχε την ευκαιρία να βάλλει τέλος στη λειτουργία των ζητώντας αποζημιώσεις για την αποκατάσταση της περιοχής επέλεξε να κρατήσει την επένδυση στην Ελλάδα. Η ζυγαριά έγειρε στην πλευρά της απασχόλησης και της ανάπτυξης, ακόμα κι αν η Ελληνικός Χρυσός δεν υπήρξε συνεπής στις συμβατικές της δεσμεύσεις.
Είναι μια διαμετρικά διαφορετική αντιμετώπιση από αυτήν που η ελληνική πολιτεία επέλεξε για τις λιγνιτικές περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης, προτάσσοντας την προστασία του περιβάλλοντος, παρότι οι θέσεις εργασίας που θα χαθούν είναι σημαντικά περισσότερες.
Είναι πολλά που δεν γνωρίζουμε ακόμα για το νέο επενδυτικό σχέδιο της Ελληνικός Χρυσός και δεν θα τα μάθουμε μέχρι την δημοσιοποίηση της σύμβασης. «Λεπτομέρειες» όπως το τι διασφαλίσεις θα περιλαμβάνονται στην περίπτωση που δεν προχωρήσει εκ νέου η μεταλλουργία, οι δεσμεύσεις που αναλαμβάνει το δημόσιο και η αρμοδιότητα εκδίκασης των διαφορών θα κρίνουν αν πρόκειται για έναν έντιμο συμβιβασμό ή για μια συμφωνία που θα εγκλωβίσει τη χώρα σε νομικές ρήτρες από τις οποίες δεν θα μπορεί να απεμπλακεί ούτε επικαλούμενη το περιβάλλον, ούτε το δημόσιο συμφέρον.