Aπό το περιοδικό “Κύτταρο” Ιερισσού , τεύχος 16/2018
Κείμενο: ΒΙΒΗ ΛΕΜΠΙΔΑ & ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΑΡΑΣΤΕΡΓΙΟΣ
Περίπου 150 χρόνια πριν, μεταξύ του 1838-1840, ο Αυστριακός (γεννημένος στην Ιταλία) περιηγητής Jakob Phillip Fallmerayer, στο πέρασμα του από την περιοχή μας και με προορισμό το Άγιο Όρος, περιέγραψε με έκδηλο θαυμασμό το φυσικό κάλλος της βορειοανατολικής Χαλκιδικής, δίνοντας έμφαση κυρίως στην μοναδικότητα του δάσους του Κακάβου με τους γιγαντιαίους κορμούς των καστανιών, τα πλατάνια, τις φουντουκιές και τους θάμνους από βελανιδιές, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει. Η μαρτυρία του αυτή βρίσκεται στο βιβλίο του με τίτλο “Αποσπάσματα από την Ανατολή” στο πρώτο μέρος με θέμα “Το Άγιον Όρος” και συγκλονίζει. Είναι επίκαιρη όσο ποτέ, καθώς παράλληλα με την λεπτομερέστατη καταγραφή των όσων βλέπει, μέσα από έναν πύρινο λόγο κατακεραυνώνει αυτούς που μια μέρα θα έρθουν να καταστρέψουν τα δάση τούτα στο πλαίσιο της εκβιομηχάνισης. Στην ουσία αποτελεί μια δυσοίωνη πρόβλεψη για το μέλλον των δασών της περιοχής μας που δυστυχώς εκπληρώνεται στις μέρες μας.
Θα μπορούσε να είναι ένας σύγχρονος άνθρωπος της εποχής μας που σκέπτεται με τον ίδιο τρόπο με όσους αντιμάχονται στην δίχως προηγούμενο καταστροφή του φυσικού πλούτου αυτού του τόπου. Έννοιες διαχρονικές, στενά συνδεδεμένες μεταξύ τους όπως υπερηφάνεια, ελευθερία, τόλμη, ανεξαρτησία και αντίσταση που συναντά κανείς στο παρακάτω απόσπασμα έρχονται να εκφράσουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις αξίες και τα ιδανικά των ανθρώπων που αγαπάνε τον τόπο τους, σέβονται το περιβάλλον και το προστατεύουν με κάθε τρόπο ανεξάρτητα αν ζούνε σε διαφορετικές εποχές.
« … Από τη Λαρεγκόβη (i) χρειάζονται περίπου 9 ώρες καβάλα στο μουλάρι μέχρι την Ιερισσό, τον τέταρτο βραδινό σταθμό. Μπορεί κανείς να διαλέξει την αριστερή οδό, περνώντας από τα χαλκωρυχεία του Νίζβορου (ii), ή τη δεξιά, όπως εμείς, από το γραφικό χωριό Ραβανίκια (iii). Και οι δύο διαδρομές προσφέρουν ρομαντικά τοπία και απέραντη θέα, ιδιαίτερα όταν ο οδοιπόρος, σκαρφαλώνοντας από το φυλλωτό αμφιθέατρο του Λογγοματιού (iv) πάνω από απότομες πλαγιές και θάμνους κομάρου έως την τελευταία κορυφή, βλέπει να εμφανίζεται μπροστά του ως δια μαγείας ο Άθως, με τη θάλασσα δεξιά και αριστερά – τα γαλάζια νερά του Σιγγιτικού και του Στελάρικου κόλπου (v), το νησί Θάσος και η ορεινή χερσόνησος του Λόγγου (vi) μέσα στο κύμα. Βαθιά επίσης κάτω στα πόδια του, επάνω στη στενή γλώσσα γης – με την κάποτε βαθιά διώρυγα – ανάμεσα στο οροπέδιο της Χαλκιδικής και το Άγιον Όρος, η κωμόπολη Ιερισσός, η Αρχαία Άκανθος, με την κατεστραμμένη Ακρόπολη και ο μοναχικός πέτρινος πύργος (vii) που στέκεται σ΄ένα χωράφι. Ερωτώ τους κυρίους Urquhart και Zachariα (viii), θυμούνται όντως, με ενθουσιασμό μέχρι σήμερα τα Ραβανίκια και το μεγάλο δάσος με τις καστανιές – τους γιγαντιαίους κορμούς τους, τα πηγάδια και τα ρυάκια να μουρμουρίζουν, τα πλατάνια, τις φουντουκιές, τους θάμνους βελανιδιάς και τις σκιές αυτού του γραφικού δάσους;
Ποιο αόρατο χέρι προστατεύει αυτό τον πράσινο παράδεισο από τα νύχια της βιομηχανίας; Μήπως η φύση μόνο στην ερημιά κατορθώνει να ξεδιπλώσει όλο το μεγαλείο του δυναμισμού της; Ίσως ο ίδιος πράσινος πλούτος να κάλυπτε παλιότερα τις οροσειρές γύρω από την Θεσσαλονίκη, το φαλακρό ορεινό στεφάνι γύρω από τον πλατύ θεσσαλικό κάμπο, ιδιαίτερα όμως τον Υμηττό που αγναντεύει σήμερα μελαγχολικά – μοναχικά την Αθήνα, εν μέρει ακόμη και το αποξηραμένο έδαφος της Αττικής! Βάλτε λοιπόν φωτιά και στα δάση του Άθωνα, κόψτε τους γίγαντες του παρθένου δάσους στα Ραβανίκια (Μεγάλη Παναγιά) και σύντομα εξοντώνοντας τον πράσινο πλούτο, θα στερέψει και το ρυάκι, θα ξεραθούν οι μαστιχιές, θα έχετε όμως χαρίσει τις τέχνες της εποχής μας σε έναν λαβύρινθο που δεν έχει βεβηλωθεί ακόμη, θα έχετε κοσμικοποιήσει την έδρα της πιο γαλήνιας απόλαυσης, με τσεκούρι και πυρκαγιά. Σαν ξεθωριασμένες, κουρελιασμένες δυτικές ψυχές που είστε, σπεύστε καλύτερα στην Κολχίδα, στον Άθωνα, εισπνεύστε την ευωδιά των αειθαλών δασών, εφόσον είστε ακόμη σε θέση να τα εκτιμήσετε! Εδώ βρήκε η Μήδεια το μαγικό φίλτρο που ξύπνησε Ιωλκό και Κόρινθο σαν νέες δυνάμεις. Χωρίς δάσος δεν υπάρχει απόλαυση για τον άνθρωπο. Και oι ίδιοι οι Θεοί κατοικούσαν κατά προτίμηση σε σκοτεινά δάση:
…habitarunt Di quoque silvas.
Ποιος έχει την δύναμη του λόγου για να γλιτώσει τα στεφανωμένα με κλήμα πλατάνια της Κολχίδος και τον πλούτο της καστανιάς στην πύλη του Αγίου Όρους, από την πείνα και το φονικό ατσάλι της δυτικής «κουλτούρας»! Το ξέρω – εδώ σας μιλάω ως οικολόγος, ως προστάτης των δασών, για να ξεσηκώσω αντίσταση ενάντια στους μηχανισμούς του αιώνα και στο κυνήγι της ευτυχίας, που χαρακτηρίζει τη σύγχρονη εποχή. Όμως η μοναξιά του δάσους κάνει τις ψυχές υπερήφανες και εμπνέει τολμηρές σκέψεις, κόντρα στην δειλία του σημερινού κόσμου. Στη σιωπή των φύλλων λοιπόν – θυμάστε την εισαγωγική σκηνή – καθόμασταν κάτω από πράσινη φυλλωσιά δίπλα στο ρυάκι, απολαμβάνοντας το λιτό μας γεύμα. Τα ζώα και οι οδοιπόροι παραδίδονταν στην μεσημεριάτικη σιέστα και σχεδόν με πιάνανε τα γέλια όταν, κυριευμένος από το συναίσθημα της ανεξαρτησίας την οποία χαρίζει το δάσος, σκεπτόμουν πόσες φορές ο δυτικός άνθρωπος κυνηγάει – από άγνοια της αληθινής ευτυχίας – φαντάσματα και πόσο συχνά, για χάρη ψεύτικης λάμψης ή για άλλο ανόητο αντάλλαγμα πουλάει την τιμή, την περιουσία και την ευχαρίστησή του. Ο ήλιος βρισκόταν ήδη κάτω απ΄ τον ορίζοντα και ευχαριστημένοι με το έργο και τις σκέψεις της ημέρας μπήκαμε στο χάνι της Ιερισσού».
(i) Λαρεγκόβη είναι η Λιαρίγκοβη, η σημερινή Αρναία.
(ii) Νίζβορος είναι ο Ίσβορος, η σημερινή Στρατονίκη.
(iii) Ραβανίκια είναι τα Ρεβενίκια, η σημερινή Μ.
(iv) Λογγομάτι είναι το σημερινό Γομάτι.
(v) Στελάρικος κόλπος- κόλπος του Στελαρίου, λεγόταν ο κόλπος της Ιερισσού.
(vi) χερσόνησος Λόγγου, είναι η χερσόνησος της Σιθωνία.
(vii) Ο μοναχικός πέτρινος πύργος στην Ιερισσό ήταν ο πύργος του Κοτσακίου, πίσω από το 1ο Δημοτικό σχολείο.
(viii) Ο Urguhart & Zachariä ήταν περιηγητές που επισκέφτηκαν στις αρχές του 19ου αιώνα την ΒΑ Χαλκιδική και τον Άθω.