Toυ Σαράντη Δημητριάδη, ομότιμου καθηγητή γεωλογίας ΑΠΘ.
Μπορεί να μας επηρεάζει, μπορεί να βλέπουμε τώρα πια πολύ κοντά μας τα άσχημα σημάδια της, εμείς όμως πεισματικά θα την αγνοούσαμε ή και θα την περιφρονούσαμε κιόλας αν δεν γινόταν σχεδόν της μόδας η σοβαρή πια αναφορά σ’ αυτήν. Μιλάω για την κλιματική αλλαγή, σωστότερα την κλιματική απορύθμιση ή αποσταθεροποίηση, έχοντας ως έναυσμα τη σχετική με το θέμα αρθρογραφία του Σαββατιάτικου (1η Σεπτεμβρίου) φύλλου του «Τύπου της Θεσσαλονίκης» (σελ. 8 και 9).
Δύο είναι τα επί μέρους άρθρα στις σελίδες αυτές: Ένα υπό μορφή συνέντευξης με τίτλο: «Χρήστος Ζερεφός: Τι πρέπει να κάνει η Θεσσαλονίκη για να οχυρωθεί ενάντια στα καιρικά φαινόμενα» (ο κ. Ζερεφός είναι νομίζω γνωστός σε όλους και αναγνωρίζεται εξάλλου ως ο ειδικότερος στο θέμα έλληνας επιστήμονας) και ένα άλλο που μεταφέρει τις απόψεις της κ. Εμμανουέλας Δούση, αναπληρώτριας καθηγήτριας Διεθνών Θεσμών στο ΕΚΠΑ και Δ/ντριας του Εργαστηρίου Ευρωπαϊκής Ενοποίησης και Πολιτικής, με τίτλο: «Η Ελλάδα επηρεάζεται από την κλιματική αλλαγή πολύ περισσότερο από όσο της αναλογεί».
Διάβασα με ενδιαφέρον και προσεκτικά τα δύο παραπάνω άρθρα ελπίζοντας ότι θα αποκομίσω χρήσιμες και πρακτικές πληροφορίες και προπαντός ότι θα δω να περιγράφονται κάποια μέτρα που θα μπορούσαν να συμβάλλουν αν όχι στην αναστροφή, έστω τουλάχιστον στην ανακοπή της πορείας της κλιματικής αλλαγής, ή ακόμα τέλος, ας είναι και στην απλή επιβράδυνσή της. Πράγματα που θα ήταν δυνατό να υποδειχθούν από τους δύο σχετικούς με το θέμα επιστήμονες αν έχουν οι ίδιοι κατανοήσει και είχαν κάνει σαφές στα άρθρα αυτά το αίτιο (ή τα αίτια) που προκαλεί/ούν την κλιματική αλλαγή, για την οποία πλέον όλοι μιλάμε και σχεδόν όλοι (πλην προέδρου Τράμπ και λίγων άλλων ανάλογου νοητικού βεληνεκούς) αποδεχόμαστε ότι συμβαίνει και επιφέρει ήδη χειροπιαστές καταστροφικές συνέπειες. Ώστε να προκύψουν εξ’ αυτής της κατανόησης του αιτίου ή των αιτίων και τα πιθανά μέτρα αναστροφής, ανακοπής ή έστω επιβράδυνσης της κλιματικής αυτής αλλαγής. Ομολογώ ότι ως προς αυτή μου την προσδοκία πλήρως απογοητεύτηκα από την ανάγνωση των δύο συγκεκριμένων άρθρων.
Δεν είναι βέβαια πως ο κ. Ζερεφός, όπως και η κ. Δούση αγνοούν τα αίτια της κλιματικής αλλαγής. Είναι γιατί ενώ είμαι βέβαιος πως τα γνωρίζουν, και πολύ καλά μάλιστα, αποφεύγουν -έτσι μου φάνηκε- να τα αναφέρουν. Γιατί δεν μπορώ να πιστέψω πως μια τέτοια αναφορά δεν θα είχε θέση και στα δύο άρθρα. Η δε παράλειψή της δεν μπορεί να είναι απλά γιατί τους διέφυγε να την αναφέρουν. Όταν μάλιστα και οι δύο δεν αμφισβητούν καθόλου την «ανθρωπογενή συνιστώσα» της κλιματικής αλλαγής, η οποία όμως παραμένει απροσδιόριστη στον απλό αναγνώστη των δύο άρθρων.
Τονίζονται παρόλα αυτά στα δύο άρθρα οι σοβαρότατες συνέπειες (οικονομικές και κοινωνικές) που η κλιματική αλλαγή αναμένεται να επιφέρει στην ιδιαίτερα ευάλωτη ως προς αυτές χώρα μας. Ενδεικτικά: αναφέρει ο κ. Ζερεφός:
«Όπως αναφέρει και η έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας και έχει αναφερθεί στο παρελθόν, αναμένεται ότι κατά το τέλος του 21ου αιώνα στην Ελλάδα, λόγω της ανθρωπογενούς παρέμβασης [ποιας άραγε παρέμβασης;] η βροχή θα μειωθεί μεταξύ 5% και περίπου 19%, αντίστοιχα σε επίπεδο επικράτειας. Επίσης, προκύπτει ότι κατά το τέλος του 21ου αιώνα η θερμοκρασία του αέρα θα αυξηθεί μεταξύ περίπου 3,0 και 4,5 oC αντίστοιχα. Γενικά, οι προσομοιώσεις προβλέπουν σημαντικές μεταβολές πολλών κλιματικών παραμέτρων, όπως η υγρασία, η νεφοκάλυψη κ.ά. Μια σημαντική επίπτωση της ανόδου της θερμοκρασίας είναι η αυξημένη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας για ψύξη το καλοκαίρι. Ειδικότερα στα πεδινά ηπειρωτικά της Ελλάδας θα υπάρχει αυξημένη ανάγκη ψύξης έως και 40 ημέρες το 2071 – 2100 σε όλη την ανατολική Ελλάδα από τη Θράκη ως την Πελοπόννησο, ενώ μικρότερες αυξήσεις αναμένονται στη Δυτική Ελλάδα. Όσον αφορά τις οικονομικές επιπτώσεις των κλιματικών αλλαγών στη χώρα μας, υπολογίζεται ότι αν δεν ληφθούν μέτρα, το ΑΕΠ της Ελλάδας θα μειωθεί σε ετήσια βάση κατά 2% το 2050 και κατά 6% το 2100. Το συνολικό σωρευτικό κόστος του Σεναρίου Μη Δράσης για την Ελληνική οικονομία για το χρονικό διάστημα έως το 2100, εκφρασμένο ως μείωση του ΑΕΠ του έτους βάσης, ανέρχεται σε 701 δις ευρώ (σε σταθερές τιμές του 2008)».
Αντίστοιχα αναφέρει η κ. Δούση:
«Οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής -τόσο οι μακροπρόθεσμες όπως η άνοδος της στάθμης της θάλασσας, όσο και οι παροδικές- επηρεάζουν δραστικά την ποιότητα ζωής των πολιτών και έχουν αρνητικές συνέπειες για τη γεωργία, τις υποδομές, την οικονομία και τη δημόσια υγεία. Παράλληλα μπορεί να αποτελέσουν και πηγή νέων εντάσεων. Η κλιματική αλλαγή δεν αποτελεί από μόνη της πηγή έντασης αλλά έχει αυτό που λέμε πολλαπλασιαστική δράση καθώς επιδεινώνει υφιστάμενα προβλήματα, που μπορεί να έχουν σχέση με τη διατροφική, την ενεργειακή ασφάλεια και τη δημόσια υγεία».
Έναντι των παραπάνω δυσμενών, όχι απλά σεναρίων αλλά ήδη βιούμενων πραγματικοτήτων, τα μέτρα στα οποία αναφέρονται οι δύο επιστήμονες (οι υποτιθέμενες επιχειρησιακές δράσεις κατά της κλιματικής αλλαγής –να σημειώσω πως και οι δυο τους είναι μέλη του Εθνικού Συμβουλίου για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή) στοχεύουν στην «προσαρμογή» μας (sic) στην αλλαγή αυτή, η οποία λαμβάνεται ως μία δεδομένη και αναπότρεπτη εξέλιξη. Δεν είδα στα δύο άρθρα οποιαδήποτε νύξη για συγκεκριμένα μέτρα που θα μπορούσαν να αποτρέψουν ή επιβραδύνουν την εξέλιξη αυτή, τόσο σε κλίμακα τοπική, της χώρας μας, όσο και σε παγκόσμια κλίμακα. Για να γίνει κάτι τέτοιο όμως, όπως προείπα, θα πρέπει να θέσουμε τον δάκτυλο επί τον τύπο των ήλων, να μιλήσουμε για τα αίτια, τα ανθρωπογενή, των κλιματικών αλλαγών. Αλλιώς θα μιλάμε απλά για την καλή πρακτική του να πίνουμε πολλά υγρά και να φοράμε ανοιχτόχρωμα ρούχα και καπέλο όταν η θερμοκρασία ανεβαίνει πολύ και να αποφεύγουμε κατά τις καταιγίδες να καθόμαστε κάτω από δέντρα ή να κολυμπάμε στη θάλασσα ή να περνάμε με το αυτοκίνητο χαντάκια.
Και ο τύπος των ήλων δεν είναι άλλος από την συνεχιζόμενη χρήση των ορυκτών καυσίμων, της κύριας, αν όχι της αποκλειστικής αιτίας των κλιματικών αλλαγών. Και ως προς αυτό οι εμπλεκόμενοι στη συζήτηση επιστήμονες, ιδίως όμως εκείνοι που καλούνται (ή θα έπρεπε να καλούνται) να συμβουλέψουν την Πολιτεία για τα μέτρα ανάσχεσης και αποτροπής αν είναι δυνατό της κλιματικής αλλαγής -και όχι απλά προσαρμογής μας σ’ αυτήν- πρέπει να αποφασίσουν τελικά με ποιον θα πάνε και ποιον θ’ αφήσουν. Γιατί δεν είναι δυνατό την ίδια στιγμή που προσπαθούμε να αποτρέψουμε τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής να προωθούμε, υπό την σκέπη μάλιστα του ίδιου Υπουργείου, την όσο γίνεται πιο εκτεταμένη αναζήτηση κοιτασμάτων ορυκτών καυσίμων στη χώρα μας και την όσο γίνεται πιο εκτεταμένη εξόρυξή τους. Προσποιούμενοι ότι σβήνουμε μια φωτιά, στην πραγματικότητα όμως ρίχνοντας βενζίνη σ’ αυτήν. Και δεν είναι βέβαια διόρθωση της αδικίας που ενώ η Ελλάδα συνέβαλε μέχρι τώρα πολύ λίγο στην κλιματική αλλαγή επηρεάζεται πάρα πολύ από αυτήν, η προσπάθειά μας στο μέλλον να συμβάλουμε και εμείς περισσότερο στην κλιματική αλλαγή μπαίνοντας δυναμικά στο παιχνίδι των εξορύξεων υδρογονανθράκων. Γιατί η αύξηση των εξορύξεων υδρογονανθράκων οπουδήποτε στη γη μοιράζεται ως επιδείνωση της κλιματικής αλλαγής παντού στη γη, επί δικαίων και αδίκων.
Όσο παραμένουμε αμετακίνητα και φανατικά προσηλωμένοι στο στόχο των μελλοντικών εξορύξεων υδρογονανθράκων στην επικράτειά μας, τα πολυαναμενόμενα «μέτρα προσαρμογής μας στην κλιματική αλλαγή» που θα προταθούν από το φιλόδοξο «Εθνικό Συμβούλιο για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή» δεν πρόκειται να είναι τίποτα παραπάνω από ψυχρά επιθέματα στο μέτωπο ενός που ψήνεται από τον πυρετό εξαιτίας μιας αρρώστιας την οποία δεν αποτολμάμε να θεραπεύσουμε, παρόλο που ξέρουμε και τα αίτιά της και τον τρόπο θεραπείας της.
Αντί υστερόγραφου:
Τρείς είναι οι «ανθρωπογενείς παράγοντες» που προκαλούν και επιτείνουν την κλιματική αλλαγή: 1. Η χρήση των ορυκτών καυσίμων ως κύρια πηγή ενέργειας. 2. Ο υπερπληθυσμός, και 3. Η μυωπική εμμονή μας να θεωρούμε ως ορθή, πρέπουσα και εφικτή την ασταμάτητα και γραμμικά (κατά πολλούς και γεωμετρικά) αυξανόμενη «ανάπτυξη».
Για τον περιορισμό του υπερπληθυσμού θα φροντίσει η ίδια η κλιματική αλλαγή. Μόνο που δεν ξέρουμε πώς και πού ακριβώς και επίσης δεν ξέρουμε ως πού θα φτάσει ένας τέτοιος περιορισμός, που μπορεί να είναι και σαρωτικός. Ας μην ξεχνάμε ότι αντιμαχόμαστε για ζωτικό χώρο και με όλους τους φορείς και μεταδότες των διαφόρων θανατηφόρων ασθενειών μας: βλέπε σχετικά και:
http://www.kathimerini.gr/982714/gallery/epikairothta/perivallon/h-klimatikh-allagh-mas-arrwstainei
Όσο για την αέναη και απρόσκοπτη ανάπτυξή μας, μου έρχεται στο μυαλό μια συνέντευξη που πρόσφατα άκουσα από τοπικό κανάλι της Κρήτης, στο οποίο ο σχετικά νεαρός στην ηλικία συνεντευξιαζόμενος -που αυτοχαρακτηρίζεται και ως κάτι σας στρατηγικός αναλυτής- με την έπαρση και το φανατισμό του νεοφώτιστου και δηλώνοντας πως ότι λέει και κάνει είναι για το μέλλον των παιδιών του (και των δικών μας προφανώς), προέβαλε μια δικής του εφεύρεσης εξίσωση (Κρήτη = Καλιφόρνια), περιορίζοντας τα εξισούμενα στην εξόρυξη υδρογονανθράκων (παλιά υπόθεση για την Καλιφόρνια, νέα και …«ελπιδοφόρα» για την Κρήτη), ξεχνώντας βέβαια να συμπεριλάβει σ’ αυτά και τις θηριώδεις, ολέθριες πυρκαγιές των τελευταίων χρόνων στην Καλιφόρνια που είναι αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής, για την οποία ευθύνη μεγάλη φέρουν και οι αντλούμενου υδρογονάνθρακες στην μέχρι προ τινός τρυφηλή και ανέμελη αυτή Πολιτεία των ΗΠΑ. Αφήνω που ο ίδιος αυτός φέρελπις νέος επιστήμονας μας επιβεβαίωσε πως στη βόρεια Ελλάδα, κάπου δηλαδή στην πέρα χώρα, έχουμε -τρομάρα μας- (εκτός από λιγνίτες και χρυσό) και σπάνιες γαίες. Χαράς λοιπόν ευαγγέλια για τους εκεί, υπερβόρειους ιθαγενείς.
Επιστρέφοντας στα της κλιματικής αλλαγής, να τι λέει γι’ αυτήν κάποιος σοφός γέροντας, με πολύ μεγαλύτερη πείρα αλλά και πολύ μικρότερη έπαρση από εκείνη κάποιων νεαρών και μη, πλην νεοφώτιστων δικών μας στρατηγικών αναλυτών: