Του Σαράντη Δημητριάδη, ομότιμου Καθηγητή Γεωλογίας ΑΠΘ
Εκτιμάται ότι το ποσοστό εκείνο από το σύνολό των ήδη πιστοποιημένων και ήδη παραγωγικών παγκόσμιων αποθεμάτων υδρογονανθράκων (πετρελαίου και φυσικού αερίου) που καταλήγει και θα καταλήξει στην παραγωγή ενέργειας με την καύση τους, αρκεί και με το παραπάνω για να ξεπεραστεί το κατώφλι της ανόδου της μέσης θερμοκρασίας της γης κατά τους κρίσιμους δύο επί πλέον βαθμούς κελσίου, και ούτε καν μέχρι το τέλος του αιώνα μας. Με όλες τις καταστρεπτικές συνέπειες, κοινωνικές και οικονομικές που αυτή η σημαντική παράμετρος της κλιματικής αλλαγής μπορεί να επιφέρει. Αν δε υπολογιστεί και το αρνητικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα από την άλλη, πλην της καύσης, εκμετάλλευση των αποθεμάτων αυτών (στη χημική βιομηχανία και κυρίως την παραγωγή πλαστικών), γεννάται το εύλογο ερώτημα:
Χρειάζεται αλήθεια σήμερα η ανθρωπότητα παραπέρα έρευνες για ανακάλυψη και νέων επί πλέον κοιτασμάτων υδρογονανθράκων; Τη στιγμή που έχει συνειδητοποιηθεί πως η εκμετάλλευση των ήδη γνωστών και των ήδη σε παραγωγική διαδικασία μπορεί μια χαρά να κάνουν τη διαβίωση στον πλανήτη μας τόσο αφόρητη, ώστε να υπάρχουν ήδη σκέψεις και σχεδιασμοί για προετοιμασίες αποχώρησής μας από αυτόν στο όχι και πολύ μακρινό μέλλον -κάτι σαν μαζική διαπλανητική μετανάστευση δηλαδή. Και αυτά να συζητούνται ως μία στο ορατό μέλλον αναγκαιότητα μάλλον, παρά ως σενάριο επιστημονικής φαντασίας.
Οι πιο σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και στη ζωή μας από τη συνέχιση χρήσης των υδρογονανθράκων ως ορυκτών καυσίμων και ως κύριου τροφοδότη της χημικής βιομηχανίας είναι οι εξής:
Α) Η προαναφερθείσα συμβολή τους στην ραγδαία εξέλιξη της κλιματικής αλλαγής -της κλιματικής απορρύθμισης ακριβέστερα. Κάτι που μόνο ο νυν πρόεδρος των ΗΠΑ αμφισβητεί (αλλά αυτός έχει το ακαταλόγιστο, δυστυχώς για όλους εμάς τους υπόλοιπους). Και αυτό γιατί τα δύο σε πολύ μεγάλες ποσότητες παραγόμενα και διαφεύγοντα στην ατμόσφαιρα αέρια κατά την εξόρυξη και την καύση υδρογονανθράκων (μεθάνιο και διοξείδιο του άνθρακα) είναι οι δύο κύριοι επιβαρυντικοί παράγοντες, ως αέρια του θερμοκηπίου, που προάγουν την κλιματική απορρύθμιση. Το παραγόμενο διοξείδιο του άνθρακα είναι σημαντικά περισσότερο από το διαφεύγον στην ατμόσφαιρα μεθάνιο, το δεύτερο όμως είναι κατά πολύ περισσότερο δραστικό ως αέριο του θερμοκηπίου. Το συμπαραγόμενο κατά την καύση υδρογονανθράκων νερό (υδρατμοί) συντελεί και αυτό, ως επίσης αέριο του θερμοκηπίου, στην επίταση του φαινομένου της κλιματικής απορρύθμισης, ενώ η όποια συνεισφορά του στο υδατικό δυναμικό του πλανήτη μας αντισταθμίζεται από την ανάλογη απορρόφηση πολύτιμου οξυγόνου από την ατμόσφαιρα (κάτι που γίνεται επίσης και με την οξείδωση των πάντοτε και πανταχού παρόντων ατελώς οξειδωμένων παραγώγων της καύσης υδρογονανθράκων).
Την κλιματική απορρύθμιση δεν την φανταζόμαστε απλά, ούτε την πιθανολογούμε. Την βιώνουμε ήδη και μάλιστα με τραγικό τρόπο. Η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας της γης, η σταδιακή ανύψωση της στάθμης της θάλασσας, το λιώσιμο του παγοκαλύμματος των πόλων και των μεγάλων παγετώνων, η αλλαγή της αέριας κυκλοφορίας στη γήινη ατμόσφαιρα και η αλλαγή της υδάτινης κυκλοφορίας στους ωκεανούς, τα όλο και συχνότερα, όλο και πιο απρόβλεπτα, όλο και πιο έντονα και καταστροφικά καιρικά φαινόμενα, προκαλούν τεράστιας έκτασης οικονομικές καταστροφές και ανθρώπινα θύματα, ενώ βλέπουμε ήδη να κάνουν αναγκαία και την μετοίκηση πληγέντων πληθυσμών. Η «κλιματική μετανάστευση» ήδη συντελείται, σε μικρή προς το παρόν κλίμακα, όλα όμως δείχνουν πως μάλλον θα αυξηθεί σημαντικά αν ως σκεπτόμενη και προβλέπουσα ανθρωπότητα δεν συνειδητοποιήσουμε τα βαθύτερα αίτια που την προκαλούν και δεν αναλάβουμε δράση για να τα εξουδετερώσουμε. Τελικά, η κλιματική απορρύθμιση, αν συνεχιστεί ανεμπόδιστα στο παρόν στάδιο και αν δεν αναστραφεί το συντομότερο δυνατό, πιθανότατα θα αποτελέσει τη μεγαλύτερη φυσική αλλά και οικονομική καταστροφή στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Β) Η κατά την καύση των υδρογονανθράκων παραγωγή τοξικών πτητικών ουσιών, διοξειδίου του θείου κυρίως. Το διοξείδιο του θείου παράγεται κατά την καύση υδρογονανθράκων από την οξείδωση του πάντοτε ενυπάρχοντος σε μικρότερες ή μεγαλύτερες ποσότητες θείου σ’ αυτούς και παρά την όποια επέμβαση αποθείωσης πραγματοποιείται κατά την επεξεργασία τους προ της καύσης. Το διοξείδιο του θείου είναι άμεσα επικίνδυνο για τη δημόσια υγεία, ως ιδιαίτερα τοξικό εισπνεόμενο αέριο, αλλά η κυρίως καταστρεπτική του δράση αφορά την οξύνιση των ατμοσφαιρικών καταιωνισμάτων (πάχνης, βροχής, χιονιού) επειδή ενώνεται και αντιδρά με το νερό των τελευταίων σχηματίζοντας θειικό οξύ. Η πάχνη η βροχή και το χιόνι, με την απορρόφηση του διοξειδίου του θείου μετατρέπονται από ευλογία σε κατάρα και ως «όξινη βροχή» κατατρώγουν σιγά αλλά σταθερά τη βλάστηση και οδηγούν στη σταδιακή υποβάθμιση και τον τελικό μαρασμό εκτεταμένων δασικών εκτάσεων. Με ό,τι παραπέρα αυτό το τελευταίο συνεπάγεται για την διάβρωση και αστάθεια των εδαφών, τις μεταβολές του κλίματος, την προέλαση της ερημοποίησης, την χειμαρρώδη απορροή των υδάτων και την υποτροφοδοσία των υπόγειων υδροφορέων.
Ακόμα μεγαλύτερη όμως και ιδιαίτερα καταστρεπτική είναι η επίδραση του παραγόμενου κατά την καύση υδρογονανθράκων διοξειδίου του θείου στα πολύ ευαίσθητα οικοσυστήματα των κοραλλιογενών υφάλων. Που σχετικά πρόσφατα διαπιστώθηκε ότι κινδυνεύουν άμεσα με κατάρρευση και αφανισμό εξαιτίας της σταδιακής αύξησης της οξύνισης του νερού των ωκεανών, πράγμα που αποδίδεται στη σταδιακή αύξηση της περιεκτικότητας του ατμοσφαιρικού αέρα σε διοξείδιο του θείου αλλά και διοξειδίου του άνθρακα, λόγω ακριβώς της μακρόχρονης και συνεχώς αυξητικής μέχρι σήμερα καύσης υδρογονανθράκων. Η δε κατάρρευση του οικοσυστήματος των κοραλλιογενών υφάλων είναι απόλυτα βέβαιο ότι θα αποτελέσει την απαρχή κατάρρευσης και άλλων πολύ ευρύτερων οικολογικών συστημάτων που βασίζονται και εξαρτώνται από τα πρώτα, όπως του συνόλου της ενάλιας ζωής, των αλιευμάτων συμπεριλαμβανομένων, με ανυπολόγιστες και για εμάς αρνητικές κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις.
Γ) Η συνεχής που καταγράφεται -ή συχνότερα αποκρύπτεται- επιβάρυνση του περιβάλλοντος από τις διαφυγές σ’ αυτό υδρογονανθράκων κατά την εξόρυξη ή μεταφορά τους. Αν ανατρέξει κανείς ακόμα και στις επίσημες παραδοχές όλων των μεγάλων πετρελαϊκών εταιρειών θα αντιληφθεί πως οι διαφυγές υδρογονανθράκων στην ξηρά και τη θάλασσα είναι μια ασταμάτητη, που έχει καταντήσει κάτι σαν «φυσική», αν και εντελώς αφύσικη διαδικασία. Και δεν είναι μόνο οι μεγάλης κλίμακας διαφυγές που συνοδεύουν αστοχίες και καταστροφές στα γεωτρητικά εργοτάξια, όπως εκείνη του κόλπου του Μεξικού, ή τα ναυάγια των δεξαμενοπλοίων, οι οποίες γίνονται και ευρύτερα γνωστές. Είναι, ίσως και κυριότερα, οι πολύ περισσότερες μικρότερης κλίμακας διαφυγές, ή καμιά φορά και σκόπιμες απορρίψεις, που θεωρούνται πλέον ρουτίνα και μένουν συνήθως στο σκοτάδι, οι οποίες όμως σταθερά και βασανιστικά επιβαρύνουν το περιβάλλον, στην ξηρά και στη θάλασσα με τοξικότατες ουσίες.
Δ) Η όλο και ευρύτερη εφαρμογή των λεγόμενων ‘’μη συμβατικών’’ μεθόδων εξόρυξης υδρογονανθράκων, με κυριότερες εκείνες του fracking (εξόρυξη σχιστολιθικών υδρογονανθράκων, κυρίως αερίου) και της εκμετάλλευσης των πεδίων ασφαλτούχου άμμου. Οι μέθοδοι αυτές, ειδικά το fracking, είναι κυριολεκτικά ολέθριες για το περιβάλλον και με σημαντικότατες διαπιστωμένες καταγραφές βλαβών στη δημόσια υγεία. Η εφαρμογή του fracking συνοδεύεται από πολύ μεγάλες απελευθερώσεις τοξικών ουσιών στο υπέδαφος και στους υδροφορείς και μεθανίου τόσο στα προηγούμενα όσο και τελικά και στον ατμοσφαιρικό αέρα. Είναι αυτός ο λόγος που ειδικά το fracking είναι απαγορευμένο ως μέθοδος εξόρυξης υδρογονανθράκων σε πολλές χώρες. Παρόλες τις επίμονες προσπάθειες των εταιρειών πετρελαίου να γενικεύσουν την εφαρμογή του.
Ε) Η θανάσιμη πια για το περιβάλλον απειλή από τη συνέχιση της παραγωγής και χρήσης πλαστικών. Όλοι έχουμε δει τις τραγικές εικόνες από τα επιπλέοντα αρχιπελάγη πλαστικών στους ωκεανούς, από τη ασταμάτητη, σαν χιόνι, καταβύθιση μικροσκοπικών υπολειμματικών κόκκων πλαστικών στον πυθμένα τους, από την ύπαρξη ακτών μήκους δεκάδων χιλιομέτρων καλυμμένων με πλαστικά υπολείμματα αντί για χαλίκια και άμμο, από την ανατριχιαστική όσο και πολύ συχνή ανεύρεση νεκρών ψαριών και πουλιών με τα στομάχια τους γεμάτα πλαστικά, από τα βουνά πλαστικών στις ζέχνουσες ή καιόμενες χωματερές ή, ακόμα χειρότερα ίσως, από τη συνεισφορά μας, ημών των σύγχρονων, στη γήινη στρωματογραφία με τη δημιουργία του ανώτερου ανθρωπογενούς στρώματος των θαμμένων πλαστικών. Ίσως ως αποχαιρετιστήρια υπογραφή, ως παρακαταθήκη, ως στρώμα έναρξης των ανασκαφών των τυχόν, μετά την αναχώρησή μας γι’ άλλη Γη κι’ άλλα μέρη, περαστικών από τον πλανήτη μας μελλοντικών γεωλόγων και αρχαιολόγων.
Δεν έχει περάσει και πολύς καιρός από τότε που στην ταινία «ο Πρωτάρης» δινόταν η συμβουλή στον νεαρό χημικό πως αν ήθελε ένα λαμπρό μέλλον έπρεπε να θυμάται μια μόνο λέξη: «plastics». Για να γίνει τόσο γρήγορα η λέξη αυτή ο σημερινός μας περιβαλλοντικός εφιάλτης.
Στ) Η, εκτός από την κλιματική, μεγάλης επίσης κλίμακας κοινωνική και πολιτική αποσταθεροποίηση που σχετίζεται με την διεκδίκηση και κατοχή περιοχών όπου υπάρχουν κοιτάσματα υδρογονανθράκων. Δεν είναι ασφαλώς πολλοί αυτοί που θα αμφισβητήσουν ότι σε όλη τη διάρκεια του περασμένου αιώνα, όπως και στην μέχρι τώρα πορεία του διανυόμενου, η προσπάθεια πρόσβασης προς και κατοχής των περιοχών όπου είχε και έχει διαπιστωθεί η παρουσία τέτοιων κοιτασμάτων ήταν και είναι η αιτία σοβαρών γεωπολιτικών διενέξεων και αιματηρότατων πολέμων, ανθρώπινης δυστυχίας γενικότερα. Λίγα είναι τα παραδείγματα της ομαλής και χωρίς γεωπολιτικές διαταράξεις εκμετάλλευσης σημαντικών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων. Στις περισσότερες περιπτώσεις η «ευλογία» της κατοχής τους ή η βίαιη πρόσκτησή τους έχει μετατραπεί σε εφιάλτη για τους «τυχερούς» κατέχοντες. Ή, αν όχι για τους ίδιους, σίγουρα για κάποιους άλλους που πρέπει σε αντιστάθμισμα να υποφέρουν ώστε οι τυχεροί να ευημερούν.
Δεν είμαι βέβαια αφελής για να παραβλέψω, παρόλα τα παραπάνω, και τον σημαντικότατο από την άλλη μεριά ρόλο που έπαιξαν οι φυσικοί υδρογονάνθρακες και η εκμετάλλευσή τους στην ενεργητική επάρκεια των σύγχρονων κοινωνιών και την ανάπτυξη του πολύ υψηλού όντως σημερινού μας τεχνικού πολιτισμού. Μόνο που σήμερα η προσθετική και κατά γεωμετρική πρόοδο συσσώρευση των αρνητικών πλευρών της εκμετάλλευσης αυτής έφτασε σε οριακό σημείο, πέρα από το οποίο οι αρνητικές πλευρές υπερτερούν και ακυρώνουν τις όποιες, που ασφαλώς και υπήρξαν, θετικές της πλευρές. Σε σημείο μάλιστα ώστε να συνιστούν πια τον υπ’ αριθμόν ένα διαβλεπόμενο κίνδυνο που απειλεί την απρόσκοπτη, ποιοτική και αειφορική συνέχιση της διαβίωσής μας στον πλανήτη αυτόν.
Προβάλλει ως εκ τούτου η ανάγκη της όσο το δυνατό ταχύτερης απεξάρτησής μας από την χρήση των υδρογονανθράκων. Και της αναζήτησης και χρήσης αντικαταστατών τους, ως ενεργειακών πηγών κυρίως. Χωρίς χρονοτριβή. Και προπαντός, ερχόμενοι τώρα στα καθ’ ημάς, με την εγκατάλειψη ονειροπολήσεων για εξεύρεση νέων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων που θα μας σώσουν δήθεν και θα καλυτερέψουν τη μοίρα μας. Και αν δυσκολευόμαστε εδώ στη χώρα μας σ’ αυτή μας την απεξάρτηση, απεξάρτηση από τις ονειροπολήσεις κυρίως, ας την επιχειρήσουμε ξεκινώντας άμεσα από τα πιο εύκολα και τα αυτονόητα. Από την απαίτηση για άμεση ακύρωση της όποιας σύμβασης για αναζήτηση και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων σε χερσαίες περιοχές. Με πρώτη αυτήν που επιχειρείται στην οικολογικά πιο πολύτιμη αλλά και πιο ευάλωτη σε περιβαλλοντικές καταστροφές περιοχή της χώρας μας: την Ήπειρο. Όπου και το πρώτο ένοχα αθόρυβο ξεκίνημα ενός πραγματικού περιβαλλοντικού εγκλήματος. Εν πλήρη αγνοία μάλιστα της τοπικής κοινωνίας για τα τεκταινόμενα -μέχρι πριν λίγες μέρες τουλάχιστον.