Η συνέχεια του ωραίου αφιερώματος του Θανάση Βαφειάδη, Αγρ. Τοπογράφου μηχ – πολεοδόμου από τη ΓΝΩΜΗ ΚΙΛΚΙΣ ΠΑΙΟΝΙΑΣ. Πρώτα το 4ο μέρος και μετά το 3ο, λόγω επίκαιρου σχολίου.
Μέρος 4ο: 1937. Οι χρυσοθήρες πανηγυρίζουν για την ανακάλυψη των μεταλλείων χρυσού των Μακεδόνων αλλά..
Μια επιβεβλημένη απάντηση σε αυτούς που μας αποκάλεσαν βάρβαρους
Από την αναδίφηση της ειδησεογραφίας που σχετίζεται με τους χρυσοθήρες οι οποίοι κατά καιρούς δραστηριοποιήθηκαν στην περιοχή μας, το πρώτο αβίαστο συμπέρασμα που συνάγεται ήταν πως η επιμονή των ανθρώπων αυτών υπήρξε αν μη τι άλλο παροιμιώδης. Παρ’ όλο που η κιλκισιώτικη γη αρνούνταν να τους αποκαλύψει το χρυσό που έκρυβε στα σπλάχνα της, με πείσμα Αρσακειάδας που αρνείται να αποκαλύψει τα κρυφά θέλγητρα που κρύβει κάτω από την ποδήρη εσθήτα της, αυτοί επέμεναν να ανασκάπτουν και να ανασκολοπίζουν τη γη μας συστηματικά. Βεβαίως η επιμονή τους δεν μπορεί να συγκριθεί με την επιμονή του σημερινού υφυπουργού, που παρά τα μέχρι πρότινος ρητώς υπεσχημένα, εμμένει μέχρι παρεξηγήσεως στη συνέχιση για δημιουργία μεταλλευτικής ζώνης στα Κρούσσια.
Και η επιμονή αυτή επιβεβαιώνει ότι τα περί σύμφωνης γνώμης της τοπικής κοινωνίας δεν αποτελούσαν παρά φληναφήματα και ανέξοδες υποσχέσεις αντάξιες της αξιοπιστίας του. Έτσι και το τελευταίο φύλο συκής που απέκρυπτε αντιδημοκρατικές νοοτροπίες και συμπεριφορές κατέπεσε και αποκαλύφθηκαν οι πραγματικές προθέσεις του υπουργείου, προθέσεις για τις οποίες ελάχιστοι αμφέβαλλαν. Το χειρότερο όμως είναι πως η επιμονή αυτή αποδεικνύεται άκρως επικίνδυνη καθώς σε όλους τους τόνους και με παρρησία έχει διακηρυχθεί από το λαό του Κιλκίς ότι αν τολμήσουν να έρθουν εδώ οι μπουλντόζες η Κερατέα μπροστά στα Κρούσσια θα θυμίζει παιδική χαρά.
Ακόμη μεγαλύτερη έκπληξη προξενεί η αβελτηρία των εξ Αθηνών ορμώμενων επιστημόνων που έσπευσαν σαν τον πρόγονό τους Δημοσθένη να χαρακτηρίσουν «βάρβαρους» τους κατοίκους της περιοχής μας, εξαιτίας της «θερμής» υποδοχής που τους επιφυλάχθηκε στο συνεδριακό κέντρο. Αλλά, ω άνδρες Αθηναίοι, άλλο πράγμα η ευγένεια και άλλο η ευήθεια. Ευγενείς ναι είμαστε, για ανόητους ψάξτε αλλού. Αν ερχόσασταν σαν φίλοι του Κιλκίς ή έστω σαν απλοί επισκέπτες θα σας φερόμασταν με οικειότητα, θα σας πηγαίναμε και μια βόλτα να δείξουμε τις ομορφιές των Κρουσσίων, τον Βοτανικό κήπο στην Ποντοκερασιά, τον αρχαιολογικό χώρο στο Παλατιανό, θα σας κερνούσαμε και έναν καφέ στο Κάτω Θεοδωράκι στο καφενείο απέναντι από τη μεταβυζαντινή εκκλησία. Αλλά εσείς ήρθατε για να μας πείτε με μισόλογα ότι ο Βοτανικός μας κήπος θα γίνει χαβούζα για να ξεπλένεται το γαιώδες χρυσοφόρο υλικό, ότι τα ρωμαϊκά αγάλματα του Παλατιανού θα πρέπει να χαντακωθούν μέσα στους τεράστιους κρατήρες σε βάθος μεγαλύτερο από αυτό που τα ανέσυρε η αρχαιολογική σκαπάνη, ότι οι μεταβυζαντινές εκκλησίες μας στο Κάτω Θεοδωράκι ή στο Μελισσουργιό που άντεξαν στη φθορά του χρόνου δεν έγινε και τίποτε αν σωριαστούν από τις εκρήξεις των φουρνέλων. Τι περιμένατε λοιπόν να πράξουμε εμείς οι «βάρβαροι» ακούγοντας σας να υποστηρίζετε όλα αυτά με απίστευτο κυνισμό; Να σας υποδεχτούμε μετά βαΐων και κλάδων; Να σας χειροκροτήσουμε μήπως; Να πιούμε νερό στο όνομά σας τώρα που προλαβαίνουμε και το έχουμε ακόμη καθαρό; Πάλι καλά να λέτε που οι περισσότεροι από τους παρευρισκόμενους στο συνεδριακό, οι οποίοι σας θεώρησαν μαριονέττες των χρυσοκάνθαρων, δε σας φώναξαν: «Σε λάθος χρονική στιγμή ήρθατε στο Κιλκίς. Ελάτε το Σεπτέμβριο που έχουμε και φεστιβάλ κουκλοθεάτρου».
Αλλά ας αφήσουμε τους σημερινούς χρυσοθήρες και τους υποστηρικτές τους που απειλούν, όπως εύστοχα παρατήρησε ο αρχιμανδρίτης Επιφάνειος, να κάνουν τη ζωή μας πιο μαύρη και από τα ράσα των ιερέων, και ας επανέλθουμε στους χρυσοθήρες του παρελθόντος.
Στα ίχνη των μεταλλείων του βασιλιά Φιλίππου και των διαδόχων του
Σωτήριον έτος 1937. Οι αρχές ασφαλείας του Κιλκίς είχαν σταματήσει την αναζήτηση στην περιοχή των Κρουσσίων αφού όσοι αναγράφονταν στις λίστες της διαβόητης επιτροπής ασφάλειας είχαν ήδη συλληφθεί από τις πρώτες κιόλας ημέρες της κήρυξης της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου και «απολάμβαναν διακοπές διαρκείας» στην Ανάφη, τη Φολέγανδρο και τον Αη Στράτη. Κάποιοι όμως συνέχιζαν επίμονα τις αναζητήσεις τους σε αυτή την περιοχή και δεν ήταν άλλοι από τους επίδοξους χρυσοθήρες. Η παταγώδης αποτυχία των ερευνών που είχαν προηγηθεί δεν τους είχε αποθαρρύνει αφού πίστευαν ακράδαντα πως η ανακάλυψη του χρυσού ήταν απλώς θέμα χρόνου. Κάποια στιγμή μάλιστα πίστεψαν πως ανακάλυψαν τα χαμένα χρυσορυχεία και περιχαρείς έσπευσαν να το διαλαλήσουν προς όλες τις κατευθύνσεις. Την ακρίβεια της είδησης υιοθέτησε και η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ η οποία στο φύλλο της 21-3-1937 έγραψε:
Σοβαροτάτη εθνικής σημασίας αληθώς ανακάλυψις έλαβε χώραν κατ’ αυτάς. Εις ολίγας δεκάδας χιλιομέτρων από την Θεσσαλονίκην ανεκαλύφθη χώρος ο οποίος δεν αποκλείεται να αποβή δια την Ελλάδα μια χρυσοφόρος Αλάσκα. Ανεκαλύφθησαν μεταλλεία χρυσού τα οποία εξεμεταλλεύοντο οι αρχαίοι Μακεδόνες βασιλείς και μετέπειτα οι επιδραμόντες και κατακτήσαντες την Μακεδονίαν Ρωμαίοι.
Οι συντάκτες της εφημερίδας περιέγραψαν με κάθε λεπτομέρεια και με πλούσιο φωτογραφικό υλικό τις εντυπώσεις τους από τον τόπο των εκσκαφών:
Όταν εφθάσαμε επιτόπου ξεφωνητό χαράς εβγήκεν από τα στήθη μας. Είχαμε μπροστά μας ό,τι μας είχαν πληροφορήση. Είδαμε δεκάδες εργατών να μοχθούν, δεκάδες σκαπάνες ν’ ανοίγουν αδιάκοπα και επίμονα τα σπλάχνα της γης, φρέατα να χαίνουν και σκοτεινές εισόδους γαλαριών που κρύβουν στα βάθη τους το χρυσοφόρον μυστήριον. Είδαμε ακόμη ανθρώπους να σκύβουν επάνω σε χάρτες, να μετρούν με διαβήτες, να υπολογίζουν και έπειτα να δίδουν εσπευσμένες οδηγίες. Είδαμε ακόμη ανωτέρους κρατικούς λειτουργούς να παρακολουθούν άγρυπνοι τας εργασίας.
Η ιστορία των ερευνών
Από την αρχαιότητα ακόμη υπήρχε ο θρύλος ότι εκτός από τα μεταλλεία του Παγγαίου υπήρχαν στη Μακεδονία και άλλα χρυσοφόρα μεταλλεία την εποχή της μακεδονικής δυναστείας. Αλλά που ακριβώς βρίσκονταν τα περίφημα αυτά μεταλλεία, τα οποία μνημόνευαν όλοι οι αρχαίοι συγγραφείς από τον Πλίνιο μέχρι τον Πολύβιο και τον Πλούταρχο; Κανείς δεν μπορούσε να απαντήσει με ακρίβεια. Έτσι ο θρύλος παρέμενε ξεχασμένος, περιβεβλημένος με αχλύ μυστηρίου έως ότου το 1935 ξαναήρθε στο φως. Τη χρονιά αυτή ένας καθ’ όλα ευυπόληπτος και σοβαρός πολίτης που εκπροσωπούσε μια επίσης σοβαρή ομάδα χρυσοθήρων παρουσιάσθηκε στο αρμόδιο υπουργείο και ισχυρίσθηκε ότι γνώριζε την ακριβή θέση των μεταλλείων αυτών. Στο υπόμνημα που υπέβαλλε μνημόνευε τις αρχαίες πηγές και ζητούσε άδεια ανασκαφών για ανασύρει τις ποσότητες χρυσού που ήταν τοποθετημένες σε φρέατα, ευρισκόμενα στις στοές των αρχαίων μεταλλείων. Τα φρέατα αυτά, τέσσερα τον αριθμό, χρησιμοποιούνταν σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, ως θησαυροφυλάκια.
Όταν οι υπάλληλοι του υπουργείου διάβασαν το υπόμνημα αναλύθηκαν σε γέλια αλλά ο σοβαρός κύριος ήταν επίμονος. Τους διάβασε χωρία ολόκληρα των αρχαίων συγγραφέων, επικαλέσθηκε μυστικούς χάρτες που κατείχε, οι οποίοι συμφωνούσαν με τις περιγραφές των αρχαίων, και τους διαβεβαίωσε ότι δεν θα προχωρούσε σε καμιά ενέργεια ασύμβατη με το νόμο. Το υπουργείο, εύπιστο και τότε όπως και τώρα, του παραχώρησε τη σχετική άδεια.
Έτσι άρχισαν οι ανασκαφές στις υπώρειες μιας βουνοκορφής με το χωριό Ραγιάν (Βάθη) να βρίσκεται ανατολικά και το χωριό Ονδουλού (Ανατολή) νοτιοδυτικά.
Οι πρώτες γεωτρήσεις αποδείχτηκαν αμέσως καρποφόρες καθώς οδήγησαν στα ίχνη μεταλλευτικού φρέατος. Η εκσκαφή του φρέατος έφθασε σε βάθος 45μ και ανακαλύφθηκαν σπουδαία αρχαιολογικά ευρήματα. Συγκεκριμένα βρέθηκαν δάδες σαν αυτές που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι μεταλλωρύχοι, μια μυλόπετρα με τον τριπτήρα της για την άλεση του μεταλλεύματος, κομμάτια σκουριάς από καμινευμένο μετάλλευμα. Δεν υπήρχε καμία αμφιβολία ότι επρόκειτο για μεταλλείο χρυσού και όχι άλλου μεταλλεύματος και αυτό το μαρτυρούσαν τα χαλαζιακά τοιχώματα, αφού μόνο σε αυτό το πέτρωμα ανευρίσκεται ο χρυσός. Μέσα στο φρέαρ, σε βάθος δεκαπέντε μέτρων από την επιφάνεια του εδάφους, εντοπίσθηκε το στόμιο γαλαρίας που εισωρούσε εγκάρσια στο έδαφος και ήταν προφανώς μια από τις αρτηρίες των αρχαίων μεταλλείων.
Αλλά οι εργασίες που είχαν ξεκινήσει με τόσο καλούς οιωνούς ξαφνικά διακόπηκαν ελλείψει χρημάτων και συνεχίστηκαν μετά την παρέλευση έτους.
Το ερώτημα που ετίθετο πλέον ήταν αν τα αποθέματα των μεταλλείων είχαν εξαντληθεί και την απάντηση ανέλαβε να δώσει ο καθηγητής του πανεπιστημίου Αθηνών Αρβανιτόπουλος (ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ 23-3-1937):
Τα αρχαία μεταλλεία εθεωρήθησαν πολλάκις και υπ’ αυτών των αρχαίων εξηντλημένα αλλ’ επίμονοι έρευναι αυτού του Περικλέους και ιδίως του βασιλέως Φιλίππου Β’, του αθηναίου Καλλιστράτου, του βασιλέως Περσέως κ.α απέδειξαν ότι τουναντίον τεράστιαι ποσότητες χρυσού και αργύρου ευρέθησαν εκεί όπου άλλοι, έξυπνοι λεγόμενοι, εβεβαίωνον ότι δεν υπάρχει πλέον τίποτε, ούτε καν άνθρακες.
Αυτά έλεγε ο σοφός καθηγητής του πανεπιστημίου Αθηνών και έτσι τα μυαλά των χρυσοθήρων φούσκωναν ενώ η τσέπη τους άδειαζε. Περιττό να πούμε ότι για μια ακόμη φορά χρυσός δεν ανευρέθη.
Χρυσός δεν πρόκειται να βρεθεί ούτε σήμερα. Η κιλκισιώτικη γη με στρωμνιτσιώτικη φιλαργυρία θα κρατήσει κρυμμένους τους θησαυρούς της και δεν θα τους αποκαλύψει στους τωρινούς όπως δεν τους αποκάλυψε στους παλιούς χρυσοθήρες. Τουλάχιστον η ιστορία αυτό μας έχει δείξει.
Μέρος 3ο: Ξένοι και εγχώριοι τυχοδιώκτες στα τέλη της δεκαετίας του 1920 αναζητούν το νέο Ελντοράντο στην περιοχή του Κιλκίς
Μια ακόμη στιγμή εθνικής υπερηφάνειας έζησε ο ελληνικός λαός στις αρχές του παρελθόντος Οκτωβρίου, όταν ο τέως πρωθυπουργός, με το γνωστό απλανές βλέμμα και τα ακατάληπτα ελληνικά του, ανακοίνωνε τη συμφωνία επένδυσης του Κατάρ στα μεταλλεία χρυσού της Χαλκιδικής. Το γιατί θα έπρεπε να πανηγυρίζουμε δεν έγινε απολύτως αντιληπτό αλλά αυτός ο μελαμψός εμίρης, λιγότερο μαυριδερός πάντως από τη μαύρη απελπισία που διακατέχει τον ελληνικό λαό, θα αποτελούσε τη σωτηρία μας, όπως διαβεβαίωνε ο πρωθυπουργός.
Το πρωθυπουργικό διάγγελμα δημιούργησε μια διάχυτη αίσθηση απορίας. Απορημένοι αλληλοκοιτάζονταν οι παρευρισκόμενοι δημοσιογράφοι, προσπαθώντας να κατανοήσουν γιατί θριαμβολογούσε ο πρωθυπουργός αφού από αυτό το fast track το ελληνικό δημόσιο δεν επρόκειτο να εισπράξει δεκάρα τσακιστή. Απορημένος κι ο σεΐχης κοίταζε τον επίσης απορημένο μεταφραστή του, που αδυνατούσε να ερμηνεύσει τα όσα είχαν ψελλίσει προηγουμένως τα πρωθυπουργικά χείλη. Η μεγαλύτερη απορία του βεβαίως πήγαζε από την απίστευτη ευκολία με την οποία απέκτησε τη γη της Χαλκιδικής, τη γη που σε λίγο θα καταβρόχθιζε με την ίδια άνεση που καταπίνει ένα χουρμά σαν αυτούς που αφθονούν στην εξωτική του χώρα. Απορημένοι και εμείς, κοιτάζαμε τον Άραβα Μίδα, που το άγγιγμά του θα μετέτρεπε με τις ευλογίες της κυβέρνησης την πανέμορφη γη της Χαλκιδικής σε έρημο παρόμοια με αυτές της αραβικής χερσονήσου.
Αναμένοντας τους χρυσοκάνθαρους, που μετά την Χαλκιδική θα ερημώσουν και το Κιλκίς, ας δούμε τους χρυσοθήρες του παρελθόντος που πέρασαν από την περιοχή μας. Το πέρασμα τους αποδείχτηκε τότε, ευτυχώς, μια ιστορία για γέλια και όχι για κλάματα όπως σήμερα. Γιατί οι εταιρείες χρυσού που θα έλθουν, μόνο ποταμούς δακρύων μας υπόσχονται. Δάκρυα για την ανεπανόρθωτη καταστροφή του περιβάλλοντος και θλίψη για τους συμπολίτες μας, που αφού τους στέρησαν δουλειά και αξιοπρέπεια, θα τους καταντήσουν τυφλοπόντικες των ορυχείων. Και τα πιο πικρά δάκρυα θα είναι για την αφέλεια μας να εμπιστευθούμε ανθρώπους ανάξιους να υπερασπισθούν το παρόν και το μέλλον αυτού του τόπου, ανθρώπους που είναι πάντα πρόθυμοι να συνταχθούν με αλλότρια συμφέροντα, ανθρώπους που αποδεικνύονται ανίκανοι για όλα τα άλλα αλλά ικανοί να χρυσώνουν το χάπι της καταστροφής μας.
Ας επανέλθουμε όμως στην ανασκόπηση της ιστορίας του χρυσού του Κιλκίς. Αν μη τι άλλο η αναζήτηση ψηγμάτων ιστορίας είναι χρήσιμη και όχι επιζήμια όπως η αναζήτηση των ψηγμάτων χρυσού.
Το ανύπαρκτο Ελ Ντοράντο
Το 1927 ο Κασβίνσκι, στον οποίο αναφερθήκαμε στο προηγούμενο άρθρο, ήρθε σε επαφή με τον Άγγλο κεφαλαιούχο Μπένετ, ιδιοκτήτη γνωστής εταιρείας η οποία διεκδικούσε τότε τη μισή Μακεδονία και Θράκη σαν τσιφλίκι του Αβδούλ Χαμίτ. Ο Μπένετ πίστεψε τα λεγόμενα του Κασβίνσκι και ανέλαβε να χρηματοδοτήσει την επιχείρηση, κατορθώνοντας μάλιστα να εμπλέξει στην υπόθεση και μια μεγάλη ελληνική τράπεζα.
Τι συνέβη στη συνέχεια μας αποκαλύπτει σχετικό δημοσίευμα των ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΝΕΩΝ της 14-10-1931:
Εργαλεία λοιπόν άφθονα, ακόμη και γραμμαί Ντεκοβίλ, εκομίσθησαν εις την περιφέρειαν Κιλκίς, συνεργεία κατηρτίσθησαν, σκηναί εστήθησαν και αι εργασίαι ήρχισαν δραστηρίως και μυστικώς υπό την αυτοπρόσωπον διεύθυνσιν του κ. Καλβίνσκυ. Οι μήνες παρήρχοντο, η γη ανεσκάπτετο, εκατοντάδες χιλιάδων δραχμών εδαπανώντο, πλην όμως αι χρυσοφόραι στοαί δεν ανεκαλύπτοντο!
Ο Κασβίνσκι που αρχικά ισχυριζόταν ότι ο ίδιος, πριν 40 χρόνια, είχε εργασθεί στις χρυσοφόρες στοές αναγκάσθηκε επιτέλους να ομολογήσει την αλήθεια: στις στοές εργάζονταν Βούλγαροι του Μεταξοχωρίου, οι οποίοι, με την απειλή θανάτου, του απαγόρευσαν να τους παρακολουθεί. Μόνο μια νύχτα, όπως είπε, του έδεσαν τα μάτια και τον οδήγησαν σε μια στοά, όπου είδε πράγματι άφθονα κουάρτς χρυσού. Ύστερα από την ομολογία αυτή ο γηραιός ερασιτέχνης μεταλλειολόγος πρότεινε στον Άγγλο επενδυτή να προσπαθήσουν να ανακαλύψουν το μέρος της Βουλγαρίας όπου είχαν καταφύγει οι παλιοί κάτοικοι του Μεταξοχωρίου και να τους φέρουν κρυφά στο παλιό χωριό τους, για να τους υποδείξουν την ακριβή θέση των στοών. Αλλά ούτε ο Μπένετ, ούτε η τράπεζα φάνηκαν διατεθειμένοι να παρατείνουν τη δαπανηρή αυτή προσπάθεια και τη συνέχιση της παχυλής μισθοδοσίας του Κασβίνσκι. Έτσι η εταιρεία διαλύθηκε στα εξ ων συνετέθη.
Τα κορόιδα δεν τελειώνουν ποτέ
Ο Κασβίνσι μετά την αποχώρηση των συνεταίρων του δεν απελπίστηκε ούτε παραιτήθηκε των προσπαθειών του. Πώς να παραιτηθεί άλλωστε από κάτι που του είχε γίνει ψύχωση και κυρίως επάγγελμα και μάλιστα προσοδοφόρο;
Οι νέοι συνεταίροι δεν άργησαν να ανακαλυφθούν. Ήταν η Δώρα ή Λόλα Συνδίκα, ο Ιταλός εργολάβος Μπερνασκόνι και κάποιοι άλλοι που παρέμεναν στην αφάνεια αλλά συμμετείχαν στα έξοδα, ευελπιστώντας να συμμετάσχουν αργότερα και στη διανομή του χρυσού. Πως τους έπεισε ο Κασβίνσκι περιγράφεται στο άρθρο που προαναφέραμε:
Έχει τόσην πειστικότητα ο κ. Καλβίνσκυ περιγράφων τους θησαυρούς που περικλείει το υπέδαφος του ταπεινού χωρίου Μουτουλόβου ώστε κανείς δεν ημπορεί ν’ αντιστή εις τον πειρασμόν να γίνη … πολυεκατομμυριούχος. Άλλωστε επιδεικνύει και … δείγματα χρυσού ο κ. Καλβίνσκυ εις το γραφείον του, τόσα δα κομματάκια «κουάρτς» εντός των οποίων χρυσίζουν χονδρές αι φλέβες του χρυσού.
Η νέα εταιρεία στήθηκε σε χρόνο dt. Η Δώρα ή Λόλα Συνδίκα μετέβη στην Αθήνα και υπέβαλε αίτηση στο υπουργείο Εθνικής Οικονομίας να της παραχωρηθεί άδεια ερευνών για το χρυσό του Κιλκίς, από τον οποίο ορισμένα ποσοστά θα κατακρατούσε το δημόσιο. Ταυτόχρονα έγινε έρευνα στη Βουλγαρία και διαπιστώθηκε ότι οι παλιοί κάτοικοι του Μεταξοχωρίου είχαν εγκατασταθεί στα περίχωρα της Φιλιππούπολης. Ανάμεσά τους όμως δεν βρισκόταν εν ζωή κάποιο από τα μέλη της οικογένειας Κοβάτσεφ, η οποία σύμφωνα με την παράδοση είχε καλύψει και αποκρύψει τις χρυσοφόρες στοές. Έτσι οι εκπρόσωποι της εταιρείας απευθύνθηκαν στη συγγενική οικογένεια των Ουσταλίκωφ. Πολύ σύντομα ήρθε στην Ελλάδα με έξοδα της εταιρείας ο Γιοβάν Ουσταλίκωφ, ο οποίος τέθηκε στη διάθεσή της, αφού προηγουμένως διασφάλισε με συμβολαιογραφική πράξη μερίδιο από τα μελλοντικά κέρδη.
Έτσι άρχισαν ξανά οι ανασκαφές. Από τις πρώτες όμως μέρες αποδείχτηκε ότι ο Γιοβάν Ουσταλίκωφ δε γνώριζε και πολλά πράγματα. Για την ακρίβεια το μόνο που είχε στα χέρια του ήταν ένα σχεδιάγραμμα με μολύβι, που είχε συντάξει ένας συγγενής του Κοβάτσεφ. Με αυτό το σκαρίφημα προσπαθούσε να εντοπίσει μεταξύ των χωριών Μεταξοχώρι, Πεύκη και Κοίλωμα τη θέση «Τσακίλα», όπου βρίσκονταν οι χρυσοφόρες στοές, καταχωνιασμένες σε μια πλαγιά και κρυμμένες μέσα σε λόχμες.
Ο επιθεωρητής μεταλλειολόγος Αριστ. Τσάκωνας, που ήταν εντεταλμένος από το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας να παρακολουθεί τις έρευνες, επανειλημμένως μετέβη επιτόπου και διαπίστωσε ότι οι εργασίες, παρά τη τεράστια χρηματική δαπάνη, παρέμεναν άκαρπες.
Στο μεταξύ η προθεσμία που είχε δοθεί από το υπουργείο εξέπνευσε, δόθηκε παράταση, ξαναδόθηκε παράταση, αλλά το ορυχείο χρυσού παρέμενε άφαντο. Στο τέλος ο Τσάκωνας ανέφερε στο υπουργείο ότι η υπόθεση στερούνταν σοβαρότητας και έτσι δεν δόθηκε πλέον καμία παράταση για τη συνέχιση των ερευνών.
Η Δώρα ή Λόλα Συνδίκα και οι συνέταιροι της έμειναν άνευ χρυσού αλλά τους έμεινε αμανάτι ο Ουσταλίκωφ, που όλο αυτό το διάστημα περνούσε ζωή και κότα χάρη στους αφελείς ευεργέτες του που σαν ζαλισμένα κοτόπουλα αναζητούσαν επί ματαίω το χρυσό του Κιλκίς.
2 απαντήσεις στο “Ο ΧΡΥΣΟΣ ΤΟΥ ΚΙΛΚΙΣ. Μια σύντομη ιστορική αναδρομή (Μέρος 3ο και 4ο))”
αυτό που μου έκανε εντύπωση στης εκδηλώσεις του Κιλκίς ήταν ένα παλιό σύνθημα τον αναρχικών και που βροντοφώναζαν όλοι τους …
“δεν θα γίνουμε πρόσφυγες στον τόπο τον γωνιών μας “
http://www.youtube.com/watch?feature=player_embedded&v=jMssiiTFmEk#!