Άλλο ένα άρθρο που μιλά για τη Μήλο αλλά αφορά άμεσα και εμάς, στο μεταλλοφόρο βορρά… Πηγή: Ενεργοί Πολίτες Μήλου
Στην επικαιρότητα του νησιού μας ακούστηκε πολύ ο νεόκοπος όρος ΟΙΚΟΛΑΓΝΕΙΑ, όρος που χρησιμοποιήθηκε από «παρωχημένους πολιτικούς» και «μοντέρνους managers», ( που θα μείνουν στην ιστορία, μόνον επειδή δεν έχουν αντιληφθεί τα σημάδια των καιρών). Όρος που χρησιμοποιήθηκε για να υποβαθμίσει τις προσπάθειες προστασίας του Οίκου μας, και για να τους απαλλάξει από τη συζήτηση επί της ουσίας, ώστε να αποφύγουν την κουραστική ενασχόληση με τις αποχρώσεις και με τη σφαιρική αντιμετώπιση ενός θέματος τόσο ζωτικού όσο είναι το σπίτι μας. Το ψήφισμα του Δημοτικού Συμβουλίου Δήμου Μήλου, όπως και του Δημοτικού Συμβουλίου Δήμου Κιμώλου[1] το επιβεβαιώνουν: Καμιά συζήτηση επί της ουσίας.
Όμως το συλλογικό παιχνίδι κερδίζεται μόνον στις αποχρώσεις και όχι στις άχρηστες γενικότητες. Η σημερινή μονομερής «αναπτυξιολαγνεία» και «οικονομολαγνεία» έχουν φέρει:
- Έλλειψη ικανής παραγωγικής βάσης
- Έντονη Εξάρτηση από τις εισαγωγές
- Έντονη υποβάθμιση Φυσικών και Αισθητικών Πόρων
- Αδυναμία διατήρησης κοινωνικού κράτους
Όλα όσα συνθέτουν ως κύρια αίτια την σημερινή δομική οικονομική κρίση. Η υποτιθέμενη «οικολαγνεία» θα μπορούσε να μας φέρει ένα «συγκριτικό πλεονέκτημα» (όρος που απευθύνεται σε οικονομολάγνους) εξαιρετικά πολύτιμο για την συνολική μας επιβίωση…
Ο τρόπος αντιμετώπισης και επομένως διαχείρισης ενός δημόσιου αγαθού, όπως του ορυκτού πλούτου στη χώρα μας αποτελεί -μεταξύ πολλών άλλων- ζητούμενο έως σήμερα.
Με αφορμή τα όρια της «τοπικότητας» των πόρων απαιτείται η επανατοποθέτηση του «τοπικού» κόστους και οφέλους από ανάλογες επενδύσεις. Η αντίληψη της εκμετάλλευσης του στην υπηρεσία ιδιωτικών συμφερόντων αδιακρίτως είδους και χαρακτήρα τόπων (αρχαιολογικοί χώροι, προστατευόμενες φυσικές περιοχές, θαλάσσια οικοσυστήματα), φαίνεται ότι αποτελεί την επισήμως υιοθετούμενη τοπική πολιτική, ακόμη και όταν αυτό δεν αποτυπώνεται ευθαρσώς στο σχετικό σχέδιο.
Η επί δεκαετίες έλλειψη χωροταξικού σχεδιασμού αντικαθίσταται από την επικινδυνότητα, για κάποιους, της ύπαρξης τέτοιου σχεδιασμού, καθώς θέτει όρια και όρους και δημιουργεί νέες προσδοκίες σε όλους τους ενδιαφερόμενους, επενδυτές και ενεργές τοπικές κοινωνίες. Τα χρονοδιαγράμματα για το ΣΧΟΟΑΠ στο νησί της Μήλου έχουν ξεπεραστεί κατά πολύ, γιατί κανείς δεν θέλει – δεν τον συμφέρει – να θέσει σε κίνηση την κοινωνία.
Η χωρίς όρους και όρια «διευκόλυνση» χωροθέτησης και άσκησης δραστηριοτήτων με «εξάρτηση από πρώτες ύλες» δεν πρέπει να αποτελεί σήμερα μονόδρομο «χωρικού σχεδιασμού και αειφόρου ανάπτυξης». Η ύπαρξη, η μοναδικότητα, η ποιότητα ενός πόρου – και εξορυκτικού και τουριστικού – είναι αναγκαίο να σταθμίζονται παράλληλα με άλλα στοιχεία του αναπτυξιακού περιβάλλοντος και σχεδιασμού της θέσης, που έχει επιλεγεί για μια επένδυση. Η αδιάκριτη δυνατότητα σχετικών επενδύσεων, συναρτώμενη μόνο με την ύπαρξη πόρου, δεν αποτελεί σε καμιά περίπτωση επιλέξιμη «στρατηγική» ανάπτυξης ενός τόπου. Αντίθετα υπάρχει η ανάγκη για προτεραιότητες και απαγορεύσεις στη βάση σειράς κριτηρίων, που αποτυπώνουν την υφιστάμενη και σχεδιάζουν την μελλοντική κοινωνικοοικονομική και περιβαλλοντική κατάσταση αυτού του τόπου[2]. Και για να μιλήσουμε επί πραγματικών διλημμάτων, οι φυσικοί πόροι για μελλοντικές επενδυτικές εξορυκτικές δραστηριότητες στο νησί χρυσού, ουρανίου, καθώς και εκμετάλλευσης του γεωθερμικού πεδίου υψηλής ενθαλπίας είναι υπαρκτοί. Το δίλημμα είναι αν η κοινωνία θα βάλλει τα όρια και τους όρους ή θα επιτρέψει να μετατραπεί το νησί σε νέο ελντοράντο.
Η ανάπτυξη μιας «νέας κουλτούρας για τη διαχείριση του ορυκτού πλούτου» ως δημόσιου αγαθού αποτελεί ένα ακόμη ανοικτό πεδίο κοινωνικού προβληματισμού και πολιτικής διεκδίκησης στο πλαίσιο μιας κοινωνικά δίκαιης και περιβαλλοντικά βιώσιμης αναπτυξιακής προοπτικής του νησιού.
Μπάμπης Μπιλίνης
28/11/2011
[1] Δημοσίευση της S&B στο ΒΗΜΑ της Κυριακής 27-11-2011
[2] Πολλοί σήμερα βλέπουν ως διέξοδο από την κρίση την εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου. Η μέχρι σήμερα εμπειρία σε άλλες χώρες (Νότια Αφρική, Νιγηρία, Αραβικές χώρες….) δείχνει ότι χωρίς αλλαγή του παραγωγικού και καταναλωτικού μοντέλου και χωρίς δημοκρατία, οδηγούμαστε σε φτώχεια και κοινωνική διάλυση.