Δε θα μπορούσε να κατηγορηθεί κάποιος ως ιδιαίτερα κακόπιστος αν υποστήριζε πως η κρατική οικονομική δυσπραγία οδηγεί στην εσπευσμένη παραχώρηση δικαιωμάτων του δημοσίου έναντι της γρήγορης είσπραξης των όποιων μισθωμάτων προκύψουν. Μήπως αυτό εντάσσεται στο ευρύτατα συζητούμενο πλαίσιο ενός όσο-όσο ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας;
Παρατηρήσεις επί της Διακήρυξης Δημόσιου Διεθνούς Ανοιχτού Πλειοδοτικού Διαγωνισμού για την Εκμίσθωση του Δικαιώματος Έρευνας και Εκμετάλλευσης Δημόσιων Μεταλλευτικών χώρων στις περιοχές Γερακάρι – Βάθης και Πολυκάστρου – Σκρά του Νομού Κιλκίς (εδώ). Η Διακήρυξη ήταν υπό δημόσια διαβούλευση μέχρι τις 15/11/2011, ενώ ακριβώς μια εβδομάδα μετά το ΥΠΕΚΑ έσπευσε βιαστικά να ανακοινώσει την προκήρυξη διαγωνισμού για το κοίτασμα της Βάθης (εδώ).
Του κ.Σαράντη Δημητριάδη, ομότιμου καθηγητή γεωλογίας Α.Π.Θ. Από την ημερίδα για τις επιπτώσεις της εξόρυξης και μεταλλουργίας χρυσού, Κιλκίς 11/11/2011.
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗ ΣΟΒΑΡΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ
Στην προμετωπίδα του τεύχους της διακήρυξης δεν αναγράφεται κατά πόσο οι συγκεκριμένοι μεταλλευτικοί χώροι είναι ερευνημένοι ή μη. Προκύπτει βέβαια σαφώς από το περιεχόμενο του κειμένου της διακήρυξης ότι οι μεταλλευτικοί αυτοί χώροι δεν είναι ερευνημένοι. Σε διαφορετική περίπτωση θα έπρεπε οπωσδήποτε να γίνεται ρητή παραπομπή σε τυχόν υφιστάμενες σχετικές, πλήρεις και αποδεκτές ερευνητικές μελέτες (του ΙΓΜΕ προφανώς).
Αναφορά σε κοιτασματολογικές εκτιμήσεις που δεν εδράζονται σε εκτεταμένες και πλήρεις ερευνητικές μελέτες (υπαίθρου με πλήθος γεωτρήσεων και εργαστηρίου με πλήθος αναλύσεων) προφανώς δεν επαρκούν. Για το λόγο αυτόν εξάλλου ως αντικείμενο της μίσθωσης ορίζεται «το δικαίωμα έρευνας και εκμετάλλευσης» στους συγκεκριμένους δημόσιους μεταλλευτικούς χώρους.
Σε τέτοιες περιπτώσεις όμως είναι επιστημονικά αντιδεοντολογικό, και παράλογο εξάλλου, να μη γίνεται διαχωρισμός μεταξύ των σταδίων έρευνας και εκμετάλλευσης. Είναι εύκολα κατανοητό πως δεν είναι δυνατό να γίνει σοβαρή συζήτηση επί οποιουδήποτε σχεδίου εκμετάλλευσης πριν την περάτωση μιας πλήρους έρευνας, ως διακριτού και απαραίτητα προηγούμενου σταδίου.
Το αποτελέσμα μιας τέτοιας έρευνας θα καθορίσει τα κατά περίπτωση πλήρη κοιτασματολογικά στοιχεία, το κατά πόσον είναι κατ’ αρχήν εφικτή και συμφέρουσα η εκμετάλλευση, και ποιο μπορεί να είναι το σχέδιο για την πραγματοποίησή της.
Σε αντίθεση με την παραπάνω λογική, και την πρακτική εξάλλου που το ΥΠΕΚΑ ακολουθούσε σε άλλες ανάλογες περιπτώσεις, στην παρούσα διακήρυξη πακετάρονται μαζί ως σύνολο η έρευνα και η εκμετάλλευση.
Ζητείται έτσι από όσους θα θελήσουν να συμμετάσχουν στον πλειοδοτικό διαγωνισμό, εκτός από τις προτεινόμενες δαπάνες για την έρευνα, να καθορίσουν εξαρχής και το ύψος των επενδύσεων σε μηχανολογικό εξοπλισμό για την εκμετάλλευση του μεταλλευτικού χώρου (που ως μη ερευνημένος, ούτε γεωγραφικά είναι σαφώς καθορισμένος) και το σχέδιο της εκμετάλλευσης (μέθοδος εκμετάλλευσης και εγγυημένη ετήσια παραγωγή μεταλλεύματος).
Είναι εντελώς παράλογο να ζητούνται αυτά πριν την περάτωση μιας πλήρους και λεπτομερούς κοιτασματολογικής μελέτης.
Οι συνθήκες αυτές αφήνουν περιθώρια ενδιαφέροντος κατ’ εξοχήν στους πλέον ριψοκίνδυνους και λιγότερο φερέγγυους επενδυτές, αυξάνοντας έτσι τους κινδύνους ενός μελλοντικού ναυαγίου της επένδυσης και της πρόκλησης αγιάτρευτων περιβαλλοντικών πληγών.
Η προσωπική μου εκτίμηση είναι πως η παρούσα διακήρυξη έχει στην καλύτερη περίπτωση συνταχθεί πρόχειρα και για κάποιο λόγο εσπευσμένα.
Δε θα μπορούσε να κατηγορηθεί κάποιος ως ιδιαίτερα κακόπιστος αν υποστήριζε πως η κρατική οικονομική δυσπραγία οδηγεί στην εσπευσμένη παραχώρηση δικαιωμάτων του δημοσίου έναντι της γρήγορης είσπραξης των όποιων μισθωμάτων προκύψουν. Μήπως αυτό εντάσσεται στο ευρύτατα συζητούμενο πλαίσιο ενός όσο-όσο ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας;
Στη χειρότερη περίπτωση θα μπορούσε κανείς να υποψιαστεί πως ο διαγωνισμός αυτός, προωθούμενος με μια τόσο πρόχειρα δομημένη διακήρυξη, απλά σκοπεύει στην άμεση και «κοψοχρονιάτικη» εκμίσθωση των δικαιωμάτων έρευνας και εκμετάλλευσης σε κάποιον «ενδιάμεσο» πλειοδότη. Ο τελευταίος μπορεί, καθυστερώντας τη διαδικασία υποβολής της μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων, να αναμένει την ευκαιρία για τη μεταβίβαση της εκμίσθωσης, ευελπιστώντας ότι ίσως καρπωθεί μια κάποια μελλοντική προστιθέμενη αξία στα δικαιώματα αυτά.
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΑ ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΤΙΚΑ ΟΦΕΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΟΠΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Για τα οφέλη αυτά δίνεται ένας συνολικός συντελεστής βαρύτητας 25% (κριτήριο Β4, σελ 8 της διακήρυξης).
Το ποσοστό αυτό αθροίζεται από επι μέρους ποσοστά ως εξής:
Το 18 % αφορά τον αριθμό θέσεων εργασίας πλήρους απασχόλησης που θα προβλέπεται να δημιουργηθούν.
Ο αριθμός αυτός των θέσεων εργασίας όμως δεν προσεγγίζεται έστω και κατ’ ελάχιστον στη διακήρυξη. Προσωπική μου εκτίμηση είναι πως δεν πρόκειται να είναι σημαντικός σε οποιαδήποτε προσφορά, ούτε η διάρκεια απασχόλησης μακρά, δεδομένων των μικρών γενικά διαστάσεων των εμφανίσεων με κοιτασματολογικό ενδιαφέρον στις αναφερόμενες περιοχές, πράγμα που παραπέμπει σε εύκολη και γρήγορη εξάντληση των αποθεμάτων.
Για τον ίδιο λόγο, είναι μειωμένες οι πιθανότητες να υπάρξει ενδιαφέρον για εγκαταστάσεις τοπικού εμπλουτισμού και μεταλλουργικής επεξεργασίας, που θα αύξαιναν βέβαια τις θέσεις απασχόλησης, αλλά ταυτόχρονα και τους κινδύνους, αν όχι τη βεβαιότητα, για σημαντικές περιβαλλοντικές επιβαρύνσεις.
Ας επισημανθεί πως στο νομό Κιλκίς δεν υπάρχει εξορυκτική και μεταλλευτική παράδοση και εμπειρία. Ο όποιος μελλοντικός επενδυτής λοιπόν δεν θα έχει σημαντικό λόγο για να προτιμήσει την πρόσληψη εντόπιου ανθρώπινου δυναμικού.
Αυτή η εκτίμησή μου ενισχύεται από την πρόβλεψη της διακήρυξης ο συντελεστής βαρύτητας για την απασχόληση εντόπιου ανθρώπινου δυναμικού να είναι 2 % μόνο. Δηλαδή, αν ο ενδιαφερόμενος επενδυτής έχει την πρόθεση να μην παραχωρήσει καμία θέση εργασίας σε εντόπιο ανθρώπινο δυναμικό, δεν θα θα διακινδυνεύσει να χάσει παρά μόνο το 2 % από το άθροισμα των συντελεστών βαρύτητας που θα μετρήσουν για την αξιολόγηση της επένδυτικής πρότασής του
Αυτό πολύ εύκολα μπορεί να το αντισταθμίσει με το αναμενόμενο γι’ αυτόν πλεονέκτημα να απασχολήσει πιο ολιγομελές ξενόφερτο αλλά πιο έμπειρο προσωπικό που θα εγγυάται ταχύτερη περαίωση της εκμετάλλευσης. Με τις σημερινές δε συνθήκες υψηλής ανεργίας και ουσιαστικής κατάργησης των συλλογικών και κλαδικών έναντι της ισχύος των επιχειρησιακών και προσωπικών συμβάσεων, αυτό δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην και υψηλότερο κόστος.
Δεν υφίσταται κατά συνέπεια οποιαδήποτε δέσμευση, ούτε όμως και σημαντικό κίνητρο σε μελλοντικούς επενδυτές για την απασχόληση ανειδίκευτου εντόπιου ανθρώπινου δυναμικού.
Σε ό,τι αφορά και πάλι τα αντισταθμιστικά οφέλη για την τοπική κοινωνία (Κριτήριο Β4, σελ 8 της διακήρυξης), είναι πολύ υποτιμημένος ο παράγοντας προστασίας των γειτονικών προς τους εξορυκτικούς / μεταλλευτικούς χώρους οικισμών από τις διάφορες «οχλήσεις» και τις συνέπειές τους. Ο συντελεστής βαρύτητας που αντιστοιχεί στην παρεχόμενη προστασία από τέτοιες «οχλήσεις» ορίζεται σε ένα μίζερο 2 %.
Το ασήμαντο αυτό ποσοστό του 2 % από το άθροισμα των συντελεστών αξιολόγησης εύκολα το θυσιάζει ένας υποψήφιος επενδυτής, προκειμένου να αποφύγει το κόστος που θα συνεπάγεται η δέσμευσή του να λάβει ουσιαστικά μέτρα για την αποτροπή τέτοιων «οχλήσεων» στους γειτονικούς με τους χώρους εκμετάλλευσης οικισμούς.
Σε τι συνίστανται όμως αυτές οι «οχλήσεις»; Ιδού μερικές από αυτές:
Σημαντική αύξηση της ηχορύπανσης, συνεχείς διελεύσεις υπερβαρέων οχημάτων, διακίνηση και χρήση εκρηκτικών, αύξηση επικίνδυνων αιωρούμενων σωματιδίων και καυσαερίων, αισθητική αλλά και ουσιαστική υποβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος, δέσμευση σημαντικών ποσοτήτων νερού, μείωση της εμπορικής αξίας των ακινήτων, μείωση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών στην καθαρότητα και αγνότητα των τοπικών αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων, κίνδυνοι μόλυνσης υπόγειων υδροφορέων, περιορισμός της δυνατότητας εναλλακτικών αναπτυξιακών δράσεων (π.χ. οικοτουρισμού, δυναμικών καλλιεργειών κ.λπ.).
Συντελεστής βαρύτητας 2% μόνο προβλέπεται επίσης για την εκτέλεση «έργων υποδομής» στην ευρύτερη περιοχή. Δε διευκρινίζεται όμως κατά πόσον τα έργα αυτά υποδομής θα εξυπηρετούν γενικότερες ανάγκες του πληθυσμού, άλλες από εκείνες που θα εξυπηρετούν αποκλειστικά την εξορυκτική ή την τυχόν μεταλλευτική δράση.
Εργα εξυπηρέτησης των αναγκών εξόρυξης / εκμετάλλευσης οπωσδήποτε θα προβλεφθούν (π.χ. έργα προσπέλασης και προσέγγισης στους εξορυκτικούς χώρους), πραγματικά όμως έργα υποδομής που θα εξυπηρετούν γενικότερες ανάγκες των τοπικών κοινωνιών πιθανότατα δεν θα υπάρχουν καθόλου στην πρόβλεψη ή θα αντιστοιχούν σε ένα ασήμαντο μόνο επί μέρους ποσοστό και αυτού του ελάχιστου 2%.
Ελάχιστο (1 %) είναι και το ποσοστό του συντελεστή που πιστώνεται στον υποψήφιο επενδυτή για τυχόν πρόσθετες (εννοείται θετικές) περιβαλλοντικές δράσεις, πέραν αυτών που θα απορρέουν από τη μελέτη περιβαλλοντικών όρων, τις οποίες θα ήθελε (θα είχε τη γενναιοδωρία να προσφέρει) ο υποψήφιος επενδυτής. Για 1 % αύξηση του συντελεστή βαρύτητας της πρότασής του δεν αξίζει ούτε ο κόπος, ούτε το όποιο επι πλέον κόστος θα ήταν ίσως πρόθυμος να διαθέσεις.
Τέτοιες πρόσθετες δράσεις κατά τη γνώμη μου απλά δεν πρόκειται να υπάρξουν.
Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Κατ’ αρχήν, πριν την περάτωση πλήρων κοιτασματολογικών ερευνών στους μεταλλευτικούς χώρους που περιλαμβάνονται στη διακήρυξη δεν μπορεί να γίνει ασφαλής εκτίμηση της σημασίας της εκμετάλλευσής τους για την εθνική οικονομία.
Ενδεικτικά μόνο, και εάν θεωρήσουμε ως απολύτως αξιοπιστα τα αναφερόμενα ως «βεβαιωμένα» αποθέματα στο υπο διαβούλευση κείμενο του ΥΠΕΚΑ, τότε αυτά αποτιμώνται (από το ιδιο το ΥΠΕΚΑ) ως εξής:
1,5 δις ευρώ από τον Δ.Μ.Χ. Βάθης – Γερακαρίου.
1,2 δις ευρώ από το Δ.Μ.Χ. Πολυκάστρου – Σκρα
Ακόμα δηλαδή και εάν το αναμενόμενο κέρδος από αυτό το «βεβαιωμένο» μεταλλευτικό απόθεμα και των δύο δημόσιων μεταλλευτικών χώρων αποδιδόταν στο σύνολό του, αδιαμεσολάβητα και μονομιάς κατ’ ευθείαν στην εθνική οικονομία, και χωρίς να αφαιρεθούν τα απαραίτητα έξοδα εξόρυξης και επεξεργασίας και οι περιβαλλοντικές δράσεις αποκατάστασης στην περιοχή, το κέρδος για την εθνική οικονομία θεωρητικά θα ήταν μονο 2,7 δις ευρώ, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΥΠΕΚΑ.
Στην πραγματικότητα βέβαια η εθνική οικονομία θα οφεληθεί σταδιακά και σε βάθος χρόνου μόνο από τα μισθώματα των δικαιωμάτων εκμετάλλευσης και ένα, ακαθόριστο προς το παρόν, ποσοστό επί τοις εκατό επί της τιμής πωλήσεως του μεταλλεύματος ή των προϊόντων του, πάντως συνολικά ένα μικρό μόνο κλάσμα από αυτό το σύνολο των 2,7 δις ευρώ.
Σε έναν πολύ αισιόδοξο υπολογισμό που θα βασιζόταν όχι στα «βεβαιωμένα» αλλά τα πιθανά αποθέματα, όπως εκτιμώνται από το ΥΠΕΚΑ, το συνολικό κέρδος από την εκμετάλλευσή τους θα ανέρχόταν αθροιστικά και για τους δύο δημόσιους μεταλλευτικούς χώρους στο ποσό των 9,7 δις ευρώ. Από αυτά, αν αφαιρεθούν τα έξοδα εξόρυξης /εκμετάλλευσης και το κέρδος του επενδυτή, θα μείνει και πάλι ένα μικρό μόνο κλάσμα που θα περάσει σταδιακά και σε βάθος χρόνου στην εθνική οικονομία. Ασήμαντη πράγματι συνεισφορά, ακόμα και με αυτή την πολύ αισιόδοξη αλλά αβέβαιη παραδοχή.
ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΕΣ ΙΔΕΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΝΟΜΟ ΚΙΛΚΙΣ
Ο νομός Κιλκις έχει το πλεονέκτημα να διαθέται ένα αδιατάρακτο ακόμα φυσικό περιβάλλον, που στις μέρες μας αποτελεί από μόνο του σημαντικό κεφάλαιο πρόσφορο για οικονομική εκμετάλλευση.
Έχει όμως και ένα σημαντικό μειονέκτημα: τη μικρή πίστη και θέληση που δείχνουν οι κάτοικοί του να δώσουν αναπτυξιακή ώθηση σε αυτό ακριβώς το κεφάλαιο.
Χρειάζεται οπωσδήποτε πίστη, θέληση και πολύ μεράκι για πολύ δουλειά, ώστε να ξεφύγουν οι κιλκισιώτες από το παραλυτικό τέλμα της απόγνωσης για τις δυνατότητες του τόπου τους. Υπάρχει χρυσός στο νομό Κιλκίς, αλλά άλλου είδους από αυτόν που κυνηγούν οι μεταλλευτές.
Υπάρχουν τοπία απαράμιλης ομορφιάς, όχι μόνο στο δυτικό ορεινότερο μέρος του, αλλά και στο ανατολικό λοφώδες ημιδασωμένο. Και τόσο κοντα στη Θεσσαλονίκη, με πρόβλεψη μάλιστα σημαντικής καλυτέρεψης της σύνδεσης Κιλκίς – Θεσσαλονίκη που θα καταστήσει το Κιλκίς περιφερειακό δήμο της τελευταίας.
Να μερικές επενδύσεις μικρής κλίμακας που θα μπορούσαν με επιτυχία να υλοποιηθούν στο νομό:
Ήπιος ποιοτικός τουρισμός, μονάδες που θα προσφέρουν καλά μελετημένες υπαίθριες δραστηριότητες αναψυχής, φυτώρια καλλωπιστικών φυτών, βιολογικές καλλιέργειες, πρότυπες κτηνοτροφικές μονάδες, μικρές μονάδες παραγωγής εξειδικευμένων γαλακτοκομικων προϊόντων (π.χ. κεφίρ), καλλιέργεια αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών με μικρές μονάδες απόσταξης αιθερίων ελαίων, άλλες δυναμικές καλλιέργειες (π.χ.τρούφα), μικρής κλίμακας ποιοτικές οινοπαραγωγικές μονάδες, εκτροφεία θηραμάτων, ποιοτικές μονάδες εστίασης, προϊόντα πιστοποιημένης προέλευσης (δεδομένου ότι τα ποιοτικά προϊόντα διατροφής έχουν μεγάλη και θα έχουν ακόμα μεγαλύτερη ζήτηση και σημαντικές εξαγωγικές προοπτικές).
Τα παραπάνω, και άλλα παρόμοια, απαιτούν μικρό σχετικά αρχικό κεφάλαιο εκκίνησης και εγγυώνται κέρδη που θα μένουν στον τόπο, σε αντίθεση με τις μεταλλευτικές δραστηριότητες που τα κέρδη τους πάνε αλλού και, προπαντος, χωρίς κανένα κίνδυνο καταστροφής, αντίθετα, με διατήρηση και αναβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος.
Όλες οι προηγούμενες αναπτυξιακές δυνατότητες θα υπονομευθούν σοβαρά, εάν ο νομός Κιλκίς συνδεθεί με την περιβαλλοντικά καταστροφική και ρυπογόνο εξορυκτική και μεταλλευτική δραστηριότητα.
Η ζυγαρια είναι στα χέρια των κατοίκων του νομού και η απόφαση δική τους.
Πηγή: www.kilkistoday.gr