Τουρισμός και εξόρυξη


Την προβληματική σχέση της εξορυκτικής βιομηχανίας με τον τουρισμό φωτίζει το πολύ ενδιαφέρον άρθρο που αναδημοσιεύουμε από το gia-tin-milo.net. Αναφέρεται στη Μήλο, αλλά προφανώς αφορά όλους τους τόπους όπου συνυπάρχουν ή θα θέλαμε να συνυπάρχουν αυτές οι δύο δραστηριότητες. Παράλληλα, το άρθρο εξετάζει πώς μπορεί να γίνει μετάβαση σε μορφές ποιοτικού τουρισμού με ήπια εκμετάλλευση του φυσικού περιβάλλοντος.

Στη Μήλο για πολλές δεκαετίες βασική οικονομική δραστηριότητα ήταν η βιομηχανική- εξορυκτική δραστηριότητα, που αποτέλεσε πηγή εισοδημάτων και απασχόλησης για μεγάλο μέρος του πληθυσμού, ταυτόχρονα όμως με τον ανεξέλεγκτο τρόπο ανάπτυξης της, δημιούργησε σοβαρά προβλήματα περιβαλλοντικών καταστροφών και μη αναστρέψιμων αλλοιώσεων του φυσικού τοπίου και του ανάγλυφου του νησιού. Κατά την τελευταία εικοσαετία ο τουρισμός μπήκε ενεργά στην οικονομική ζωή του νησιού, προκαλώντας και αυτός περιβαλλοντικές αλλοιώσεις, μικρότερης βεβαίως έκτασης από αυτές της εξορυκτικής βιομηχανίας, εξαιτίας του άναρχου τρόπου ανάπτυξης του αλλά και της έλλειψης επικαιροποιημένου χωροταξικού σχεδιασμού.

Το φαινόμενο που σφραγίζει την ανάπτυξη της Μήλου, είναι από τη μια πλευρά η εξέλιξη μιας οργανωμένης και με μακροχρόνια στρατηγική εξορυκτικής βιομηχανίας, που με την ισχύ των διαπλεκόμενων συμφερόντων της με την κεντρική και τοπική εξουσία, επιβάλλει τις βασικές επιλογές για την ανάπτυξη του νησιού και από την άλλη ένας τουριστικός τομέας που αναπτύσσεται κατά κανόνα από μικρούς διάσπαρτους ντόπιους επιχειρηματίες, που όμως ούτε μεγάλη ισχύ έχουν, ούτε οργανωμένο στρατηγικό σχεδιασμό, ούτε όμως και ουσιαστική διάθεση για συλλογική αντιμετώπιση των προβλημάτων και των επιπτώσεων που εμφανίζονται.

Μια επιπλέον σοβαρή επίπτωση για την οικονομία του νησιού, λόγω της ανάπτυξης τόσο της εξορυκτικής βιομηχανίας, όσο και και του τουρισμού είναι η σοβαρή μείωση της πρωτογενούς παραγωγής. Η αλιευτική παραγωγή από ντόπιους ψαράδες κινείται σε πολύ χαμηλά επίπεδα, το ίδιο και η μελισσοκομία, ενώ η γεωργία και η κτηνοτροφία, παρά τις δυνατότητες τους, βρίσκονται σε συνεχή φθίνουσα πορεία. Παρόλα αυτά η Μήλος διαθέτει και σημαντικές εκτάσεις που μπορούν να καλλιεργηθούν με τοπικές ποικιλίες και να παράγουν ποιοτικά προϊόντα και σημαντικό αριθμό αιγοπροβάτων, από τα οποία άλλωστε προέρχεται και η παραγωγή των ντόπιων τυριών (ξυνομυζήθρα, τουλουμοτύρι, μανούρα κλπ.), που αποτελούν και ονομαστά τοπικά παραδοσιακά προϊόντα.

Η ανάπτυξη μιας σύγχρονης παραγωγής τροφίμων θα μπορούσε να αποτελέσει έναν τρίτο πυλώνα οικονομικής ανάπτυξης δίπλα στον τουρισμό και την εξόρυξη.

Παρά το γεγονός ότι η προστιθέμενη αξία της βιομηχανίας εξόρυξης υπερβαίνει την αντίστοιχη προστιθέμενη αξία του τουρισμού, τα έσοδα της Μήλου από τον τουρισμό κατά πάσα πιθανότητα υπερβαίνουν πλέον τα έσοδα του νησιού από την εξορυκτική βιομηχανία, καθώς ένα μικρό μόνον ποσοστό από την αξία που παράγει η εξόρυξη παραμένουν στο νησί.

Ο τομέας του τουρισμού επηρεάζει ολόκληρη την τοπική οικονομία, τόσο άμεσα, λόγω του εισοδήματος που προσφέρει σε εργαζόμενους και επιχειρήσεις του τομέα, όσο και έμμεσα λόγω της μεγάλης ώθησης που δίνει στην οικοδομική δραστηριότητα του νησιού και στις υπηρεσίες. Οι ανωφερείς και κατωφερείς διακλαδικές σχέσεις του τουρισμού είναι σημαντικότερες από αυτές της εξορυκτικής βιομηχανίας. Ο τουρισμός επιδρά όμως σημαντικά και στην κοινωνική ζωή του νησιού, διότι με τα εισοδήματα που δημιουργεί, επιτρέπει την αύξηση των εισαγωγών και προσφέρει στον πληθυσμό της Μήλου πρόσβαση σε μια σειρά αγαθών και υπηρεσιών που παράγονται εκτός νησιού. Επίσης, η άνοδος των εισοδημάτων που πραγματοποιείται χάρη στον τουρισμό, σε συνδυασμό με την άνοδο του εκπαιδευτικού επιπέδου, βελτιώνει την ποιότητα του εργατικού δυναμικού, τις γνώσεις του και τις δεξιότητές του, αλλά και τις προσδοκίες του σε σχέση με την επαγγελματική εξέλιξη. Η βελτίωση αυτή του «ανθρώπινου κεφαλαίου» του νησιού έχει επιπτώσεις στο σύνολο της τοπικής οικονομίας σήμερα, αλλά θα αποδειχθεί ακόμη σημαντικότερος παράγοντας ανάπτυξης στο μέλλον.

Ο κλάδος του τουρισμού, προφανώς θα πρέπει να συνεχίσει να αναπτύσσεται, σε μια λογική ισόρροπης ανάπτυξης και βεβαίως θα πρέπει να προσεχθεί ιδιαίτερα η ποιοτική αναβάθμιση του τουριστικού προϊόντος.

Αυτός ο γενικός προσανατολισμός προκύπτει από τις σημαντικές αλλαγές που πραγματοποιούνται κατά τα τελευταία έτη στην τουριστική βιομηχανία: Ο μαζικός τουρισμός, με την μορφή που αναπτύχθηκε μεταπολεμικά και κυρίως μετά το 1970, έχει χαρακτηρισθεί ως τουρισμός “ήλιος-θάλασσα-άμμος” ακριβώς επειδή η ζήτηση για τουριστικές υπηρεσίες εμπνεόταν από τις παραπάνω τρεις “αξίες”, που ήταν αρκετές για την ανάπτυξη της τουριστικής βιομηχανίας. Σε απόκριση αυτών των χαρακτηριστικών της ζήτησης, σε συνδυασμό με την μετατροπή του τουρισμού σε μαζικό αγαθό, αναπτύχθηκε η τουριστική βιομηχανία, ιδιαίτερα από τα πρώτα έτη της δεκαετίας του 1970, ακολουθώντας τις ίδιες αρχές που είχε ακολουθήσει η μεταπολεμική μαζική παραγωγή αγαθών στην βιομηχανία: μαζική παραγωγή τυποποιημένων προϊόντων, με χαμηλό κόστος που βασίζεται στις οικονομίες κλίμακας, στην ομοιομορφία και την ανειδίκευτη, φθηνή εργασία.

Γνωρίζουμε, σήμερα, χάρη στην διεθνή εμπειρία ότι από την στιγμή που ο όγκος της μαζικής παραγωγής τουριστικών υπηρεσιών υπερβεί ένα κρίσιμο επίπεδο, προσκρούει σε προβλήματα παραγωγικότητας και υποβάθμισης του φυσικού περιβάλλοντος.

Η κατεύθυνση που μπορούν και πρέπει να ακολουθήσουν οι χώρες του Ευρωπαϊκού νότου, είναι ο ποιοτικός τουρισμός των διαφοροποιημένων προϊόντων, των μικρών εγκαταστάσεων και των ήπιων μορφών εκμετάλλευσης του φυσικού περιβάλλοντος, του κατακερματισμού των διακοπών σε περισσότερα, συντομότερα, χρονικά διαστήματα, στην ειδικευμένη εργασία, την αυξανόμενη απόδοση σημασίας εκ μέρους του καταναλωτή στο αμόλυντο φυσικό περιβάλλον. Οι αγορές του μαζικού φθηνού τουρισμού, αντιθέτως, φαίνεται ότι θα κυριαρχούνται κατά τις επόμενες δεκαετίες, από χώρες όπως η Τουρκία και οι άλλες χώρες με παρόμοια χαρακτηριστικά.

Η ανάπτυξη του ποιοτικού τουρισμού συνδυάζεται άριστα με τον θεματικό τουρισμό σε όλες του τις μορφές, (φυσιολατρικός–οικολογικός, αγροτουρισμός, γεωλογικός, αρχαιολογικός, καταδυτικός, συνεδριακός κλπ), ο οποίος, σε αντίθεση με τον μαζικό τουρισμό (ήλιος, θάλασσα και άμμος) που γνωρίσαμε μέχρι σήμερα, αποτελεί τη σύγχρονη μορφή του τουρισμού, που μπορεί να συμβάλει στην επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου, να αυξήσει σημαντικά τον αριθμό των περιηγητών, να δώσει ώθηση και σε άλλους παραγωγικούς τομείς, να στηρίξει την παραμονή των κατοίκων, και ιδιαίτερα των νέων, στα νησιά.

Χρειάζεται, επομένως, να οργανώσουμε το τουριστικό προϊόν του νησιού με βάση τα τοπικά ανταγωνιστικά του πλεονεκτήματα και με στόχο την προσέλκυση επισκεπτών με ειδικά ενδιαφέροντα (ιστορία, αρχαιολογία, χλωρίδα και πανίδα, οικολογία, φωτογραφία, ιστιοπλοΐα, κατάδυση κλπ). Να δομήσουμε την τουριστική μας προσφορά σε ειδικά προϊόντα για το κάθε ιδιαίτερο ενδιαφέρον των τουριστών και σε ειδικές διαδρομές. Να οργανώσουμε την προσφορά μας έτσι ώστε να υποστηρίζεται από όλα τα αναγκαία επαγγέλματα, (πχ ξεναγοί, οδηγοί, εκπαιδευτές δραστηριοτήτων), και τις μορφές των τουριστικών επιχειρήσεων (πχ τουριστικά γραφεία για την οργάνωση και διαχείριση των ειδικών προϊόντων), ώστε να μπορέσουμε να προωθήσουμε και να διανείμουμε στην αγορά τα προϊόντα αυτά.

Το πέρασμα από τον παραδοσιακό τουρισμό στον ποιοτικό και τον θεματικό τουρισμό, εξαρτάται από μια σειρά παραγόντων.

Στις σύγχρονες συνθήκες, η ανταγωνιστικότητα του τουρισμού εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ποιότητα του φυσικού περιβάλλοντος και του εργατικού δυναμικού, που επιτρέπουν την παραγωγή υπηρεσιών υψηλής ποιότητας.

Σημαντικοί είναι επίσης και οι παράγοντες που σχετίζονται με τις υποδομές και με την συνεργασία, την από κοινού ανάπτυξη και προώθηση ιδεών που χαρακτηρίζει μερικές περιοχές ή τοπικά παραγωγικά δίκτυα.

Σε αυτό βοηθάει η ύπαρξη θεσμών άμεσης δημοκρατίας, κανόνων και πρακτικών που καθιστούν λιγότερο ή περισσότερο δημιουργικές τις οικονομικές δραστηριότητες μιας περιοχής.

Άλλοι σημαντικοί παράγοντες της τοπικής ανταγωνιστικότητας του τουριστικού τομέα είναι οι παράγοντες που σχετίζονται με τους φυσικούς πόρους και την γεωγραφική θέση της περιοχής, τις οικονομίες συγκέντρωσης, την συγκρότηση των επιχειρήσεων μιας περιοχής σε δίκτυα τοπικά συγκεντρωμένων επιχειρήσεων (clusters, συστάδες επιχειρήσεων) που περιλαμβάνουν μονάδες παραγωγής του ιδίου παραγωγικού κλάδου, υπεργολάβους, προμηθευτές, επιχειρήσεις που προσφέρουν υπηρεσίες προς τις επιχειρήσεις κ.ά.

Αυτά, όμως, δεν είναι αρκετά. Πρέπει, επιπλέον, ο τουριστικός τομέας να διαθέτει διακλαδικές σχέσεις με τις υπόλοιπες οικονομικές δραστηριότητες του νησιού, διότι στην αντίθετη περίπτωση το νησί θα ωφεληθεί λίγο ή ελάχιστα. Έχει παρατηρηθεί ότι η εγκατάσταση μεγάλων τουριστικών μονάδων σε περιοχές αυξημένου φυσικού κάλλους, μπορεί να λειτουργεί ως «θύλακας ανάπτυξης» αποκομμένος από την τοπική οικονομία, στην οποία δεν διαχέονται τα οφέλη της τουριστικής ανάπτυξης (ούτε το εργατικό δυναμικό, ούτε η εκμετάλλευση της επιχείρησης, ούτε οι προμήθειες πρώτων υλών και υπηρεσιών σχετίζονται με την τοπική οικονομία και τα κέρδη εξάγονται).

  • Σε σχέση με τα παραπάνω, η Μήλος έχει πέντε σημαντικά χαρακτηριστικά (πέραν της αυτονόητης υπεροχής της σε φυσικό κάλλος):

  • πρώτον, είναι ανερχόμενος προορισμός, που σημαίνει ότι υπάρχουν ακόμη σημαντικές “εφεδρείες” δυνητικών περιηγητών, δηλαδή κατοίκων των πόλεων που σκοπεύουν να επισκεφθούν το νησί,
  • δεύτερον, η Μήλος παράγει σημαντικό εργατικό δυναμικό που έχει διαρκώς υψηλότερη εκπαίδευση καθώς μια γενιά διαδέχεται την άλλη, το οποίο όμως αναγκάζεται, σε μεγάλο ποσοστό, να μεταναστεύει στις πόλεις,
  • τρίτον, δραστηριοποιείται στο νησί ένας υπερμεγέθης κλάδος εξόρυξης που επιβαρύνει σημαντικά το περιβάλλον,
  • τέταρτον, εκτιμάται ότι η παραγωγή της Μήλου (μετά την αφαίρεση της εξαγωγής κερδών που πραγματοποιούν οι εταιρείες εξόρυξης) υπερτερεί της “εγχώριας” κατανάλωσης με αποτέλεσμα ο πληθυσμός να διαθέτει σημαντικές αποταμιεύσεις, και
  • πέμπτον, υπάρχει έλλειμμα δημοκρατίας και διαφάνειας, υπανάπτυξη του έντυπου και ηλεκτρονικού τύπου, και έχει συγκροτηθεί ένα πολιτικο-βιομηχανικό τοπικό σύμπλεγμα εξουσίας που συνιστά μια ιδιότυπη τοπική ολιγαρχία. Οι συνθήκες αυτές εγκλωβίζουν ασφυκτικά τις δημιουργικές ικανότητες του τόπου.

Σε ό,τι αφορά το πρώτο χαρακτηριστικό, δηλαδή ότι η Μήλος είναι ανερχόμενος προορισμός έχει επιτρέψει στον τουρισμό του νησιού να αποφύγει τις μεγάλες συνέπειες της τρέχουσας οικονομικής κρίσης. Ωστόσο, αυτό μειώνει την πίεση για άμεσες διαρθρωτικές αλλαγές που θα επέτρεπαν την μετάβαση σε ένα μοντέλο τουριστικής ανάπτυξης που θα προσέφερε πιο ποιοτικές υπηρεσίες και για τον λόγο αυτό θα είχε πολύ καλύτερες προοπτικές. Παρά το γεγονός ότι η πίεση που θα ασκηθεί για αλλαγές, μεσοπρόθεσμα θα είναι μικρότερη από ό,τι για άλλα νησιά, θα πρέπει να αναμένουμε ότι μετά την παρέλευση της πενταετίας, τα προβλήματα θα ασκήσουν μεγάλη πίεση για να αρχίσει η μετάβαση σε ένα μοντέλο ποιοτικότερου τουρισμού.

Σε ό,τι αφορά το δεύτερο χαρακτηριστικό, δηλαδή το ανερχόμενο εκπαιδευτικό επίπεδο των νεότερων γενεών, αποτελεί ανεκμετάλλευτο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της τουριστικής βιομηχανίας του νησιού. Η μετάβαση σε ένα μοντέλο ανάπτυξης ποιοτικού τουρισμού θα έπρεπε να βασίζεται, όλο και περισσότερο, σε αυτές τις νέες γενιές της Μήλου που διαθέτουν υψηλότερη εκπαίδευση. Εξάλλου, η παραμονή τους στο νησί θα επηρέαζε θετικά και την κοινωνική και πολιτισμική ζωή της Μήλου.

Σε ό,τι αφορά το τρίτο χαρακτηριστικό, δηλαδή ότι η βιομηχανία εξόρυξης καταστρέφει σε μεγάλη κλίμακα το φυσικό περιβάλλον και απομειώνει έτσι το “τουριστικό κεφάλαιο” του νησιού, αποτελεί πρόβλημα που θα οξύνεται στο μέλλον διότι έρχεται σε ευθεία αντίθεση με την ανάπτυξη των νέων, πιο ποιοτικών μορφών τουρισμού. Πρόκειται επομένως για πρόβλημα που προφανώς θα πρέπει να διευθετηθεί μεσοπρόθεσμα.

Σε ό,τι αφορά το τέταρτο χαρακτηριστικό, δηλαδή ότι οι κάτοικοι του νησιού διαθέτουν σημαντικές αποταμιεύσεις, αποτελεί ευνοϊκό παράγοντα για την περαιτέρω ανάπτυξη του τουριστικού τομέα, διότι οι αποταμιεύσεις αυτές μπορούν να αποτελέσουν σημαντική πηγή χρηματοδότησης των επενδύσεων, εναλλακτικά προς την χρηματοδότηση με μεγάλους επενδυτές εκτός νησιού, τα οποία εξάγουν τα κέρδη τους εκτός τοπικής οικονομίας.

Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά που μπορούν να ευνοήσουν την παραγωγή, την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα της Μήλου συνιστούν το “τουριστικό κεφάλαιο” του νησιού.

Οι παραπάνω σύγχρονες τάσεις ευνοούν την υιοθέτηση μιας πολιτικής ανάπτυξης του νησιού βασισμένη στα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματά του και στην οργάνωση των επιχειρήσεων σε δίκτυα τοπικά συγκεντρωμένων παραγωγικών δραστηριοτήτων (clusters, συστάδες επιχειρήσεων). Πρόκειται για μια πολιτική ευέλικτης εξειδίκευσης της παραγωγής, η οποία βασίζεται αφενός σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που προσαρμόζονται γρήγορα στις αλλαγές της τουριστικής ζήτησης και στην διαφοροποίηση των προτιμήσεων των σύγχρονων περιηγητών, και αφετέρου στις γνώσεις και τις δεξιότητες του εργατικού δυναμικού. Στο επίκεντρο της πολιτικής της ανάπτυξης της περιοχής μέσω συγκρότησης τοπικών δικτύων, βρίσκονται οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες καλούνται να οργανωθούν στην βάση της συνεργασίας και της άμιλλας, με καταλύτη τις δράσεις της τοπικής αυτοδιοίκησης, έτσι ώστε να αντισταθμίσουν την έλλειψη οικονομικών κλίμακας και συγκέντρωσης που τις χαρακτηρίζει.

Μια τέτοια πολιτική ανάπτυξης του νησιού αναφέρεται στην στήριξη στις εσωτερικές δυνάμεις του τόπου, και για το λόγο αυτό μπορεί να εκληφθεί ως πολιτική η οποία αποκλείει ή περιορίζει δραστικά τον ρόλο της κεντρικής κρατικής διοίκησης. Αυτό εντούτοις δεν ισχύει, διότι η κατασκευή υποδομών, η λειτουργία και η ανάπτυξη των δημοκρατικών θεσμών ή του συστήματος υγείας, αλλά και πολλές άλλες λειτουργίες δημοσίου συμφέροντος συνοδεύονται από επενδύσεις. Κάθε επένδυση που πραγματοποιείται με δημόσια έξοδα έχει πολλαπλασιαστικά οφέλη, τόσο από την άποψη της μεγέθυνσης του προϊόντος, όσο και από την άποψη της απασχόλησης, διότι δημιουργεί πρόσθετη ζήτηση για αγαθά και υπηρεσίες που παράγονται στο νησί.

Η πολιτική για μια τέτοια ανάπτυξη, εάν θέλει να έχει επιτυχίες, είναι αναγκασμένη να έρχεται σε αντιπαράθεση με ειδικές επιχειρηματικές ή κομματικές παραδόσεις της περιοχής που καθίστανται εμπόδιο στην πρόοδο. Για τον λόγο αυτό, αλλά και για να έχει αποτελεσματικότητα, οφείλει να υιοθετεί μορφές τοπικής άμεσης δημοκρατίας για την ρύθμιση των σχέσεων μεταξύ επιχειρήσεων και δημοσίου συμφέροντος. Δίπλα στην ρύθμιση των σχέσεων που πραγματοποιεί η αγορά, αναπτύσσεται και η ρύθμιση που βασίζεται σε μορφές διαχείρισης των προβλημάτων τα οποία αναφύονται και τα οποία οι αυθόρμητες λειτουργίες της αγοράς αδυνατούν να επιλύσουν (θέματα οργάνωσης, καταμερισμού των εργασιών, θεσμών, διευθέτησης του χώρου, προστασίας του περιβάλλοντος, δημοκρατίας και άλλα).
Τέλος, η μετάβαση σε ένα νέο μοντέλο ποιοτικού τουρισμού σχετίζεται βεβαίως και με την διάχυση των τεχνολογιών της πληροφορικής και των τηλεπικοινωνιών, την οποία θα πρέπει ενεργά να προωθήσει η τοπική πολιτική εξουσία.

Κρίσιμης σημασίας για την ανάπτυξη της Μήλου είναι και η περαιτέρω εξέλιξη της εξορυκτικής βιομηχανίας. Η πορεία της μέχρι σήμερα βασίστηκε σε ορισμένα τυπικά χαρακτηριστικά της μεταπολεμικής οικονομίας και της τοπικής κοινωνίας που έδιναν απόλυτη προτεραιότητα στην αύξηση του εισοδήματος χωρίς ιδιαίτερη ανησυχία για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Πιο συγκεκριμένα, όπως και σε ολόκληρη την Ελλάδα, η σχέση του εξορυκτικού κλάδου με το περιβάλλον υπήρξε προβληματική και δημιούργησε μια παράδοση που ακόμη επιβαρύνει το φυσικό κάλλος και τις οικολογικές ισορροπίες. Αυτή η προβληματική σχέση εξορυκτικής βιομηχανίας και περιβάλλοντος έχει ιδιαίτερη σχέση για τόπους όπως η Μήλος, που διαθέτουν σημαντικό «τουριστικό κεφάλαιο», το οποίο καταστρέφεται εξαιτίας της εξορυκτικής δραστηριότητας.

Επίσης, οι επιχειρήσεις εξορυκτικής δραστηριότητας, λόγω της δεσπόζουσας θέσης τους στο νησί, απέκτησαν μεγάλο βάρος στην λήψη των αποφάσεων της τοπικής αυτοδιοίκησης, και προώθησαν τα συμφέροντά τους κάνοντας χρήση των θεσμών αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας συγκροτώντας με αυτούς ένα ιδιότυπο πολιτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα τοπικής εξουσίας.

Τόσο η σχέση της εξορυκτικής βιομηχανίας με το φυσικό περιβάλλον, όσο και με τους θεσμούς τοπικής αυτοδιοίκησης αποτελούν στοιχεία μιας ιστορικής περιόδου που φτάνει πλέον στο τέλος της. Εν όψει των μεγάλων οικολογικών αναστατώσεων παγκοσμίως, έχει έρθει η ώρα, στην Μήλο όπως και στον υπόλοιπο κόσμο, να επανακαθοριστεί η σχέση της βιομηχανίας με το φυσικό περιβάλλον.

Έχει επίσης έρθει η ώρα να επανακαθοριστεί η σχέση των επιχειρήσεων εξόρυξης με την τοπική εξουσία, διότι είναι πλέον προφανές ότι οι μορφές άμεσης δημοκρατίας είναι αυτές που ταιριάζουν στις σύγχρονες απαιτήσεις ανάπτυξης του νησιού. Σήμερα, η εξορυκτική βιομηχανία στην Μήλο παράγει εισοδήματα που μειώνονται ως ποσοστό του συνολικού προϊόντος του νησιού, επειδή ο συνολικός αριθμός απασχολουμένων στον κλάδο μειώνεται και επειδή οι διακλαδικές σχέσεις της εξόρυξης με τις άλλες οικονομικές δραστηριότητες του νησιού είναι περιορισμένες, (τόσο ως προς τις ανωφερείς όσο και ως προς τις κατωφερείς οικονομικές δραστηριότητες). Αντιστρόφως, αυξάνεται η συμμετοχή του τουρισμού και των άλλων κλάδων παραγωγής στο συνολικό προϊόν της Μήλου. Για τους λόγους αυτούς, η εξορυκτική βιομηχανία δεν δικαιούται πλέον να κατέχει σήμερα ένα τόσο μεγάλο μερίδιο εξουσίας. Εάν το νησί θέλει να αναπτυχθεί περαιτέρω, μεταβαίνοντας από τον «παραδοσιακό» στον σύγχρονο, ποιοτικό τουρισμό, θα χρειαστεί νέους θεσμούς άμεσης δημοκρατίας, στους οποίους θα συμμετέχουν οι πολίτες προκειμένου να διασφαλιστεί η πιο αποτελεσματική τοπική διακυβέρνηση.

Σε μια τέτοια κατεύθυνση θα πρέπει να υπάρξουν θεσμικές κατοχυρώσεις και κατακτήσεις. π.χ. Η διεκδίκηση ενός χωροταξικού σχεδιασμού για ολόκληρο το νησί, με καθορισμένες χρήσεις γης και όρους δόμησης, η κατοχύρωση θεσμών άμεσης δημοκρατίας, δημιουργούν πλαίσιο και κανόνες ρύθμισης ισόρροπης ανάπτυξης και ταυτόχρονα δεσμεύουν την αυτοδιοίκηση σε πλαίσια διαφάνειας και δημοκρατίας.

Η δημοκρατία για τους πολίτες της Μήλου, όπως και στην υπόλοιπη Ελλάδα, περιορίζεται σήμερα στην ψήφο που μπορούν να δώσουν στον ένα ή τον άλλο υποψήφιο. Μεταξύ δύο δημοτικών εκλογών, οι πολίτες υφίστανται τις συνέπειες των αποφάσεων που λαμβάνονται ερήμην τους από την τοπική ολιγαρχία. Σοβαρό έλλειμμα δημοκρατίας δημιουργείται, ειδικά στην Μήλο, και από την απουσία έντυπης πληροφόρησης και ραδιοφώνου, από την μικρή διείσδυση του διαδικτύου στα νοικοκυριά και τον ηλεκτρονικό αναλφαβητισμό των μεγαλυτέρων σε ηλικία πολιτών του νησιού


Μία απάντηση στο “Τουρισμός και εξόρυξη”

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.