Άλλη μία χαριστική υπέρ της Ελληνικός Χρυσός δικαστική απόφαση, από το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών #skouries


Πριν από δυο χρόνια, το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών είχε ακυρώσει τα πρόστιμα ύψους 1.734.000 ευρώ που είχαν επιβληθεί στις αρχές του 2016 στην Ελληνικός Χρυσός από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, για περιβαλλοντικές παραβάσεις και ρύπανση του περιβάλλοντος σε Ολυμπιάδα και Στρατώνι. Οι αποφάσεις εκείνες, και ιδιαίτερα το σκεπτικό τους, είχαν προκαλέσει τότε σάλο. Οι μετά την προσφυγή του ΥΠΕΝ τελεσίδικες αποφάσεις του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, παρότι εν μέρει δικαιώνουν το ΥΠΕΝ, δημιουργούν νέα ερωτηματικά για την προνομιακή μεταχείριση της συγκεκριμένης εταιρείας-παραβάτη από τη Δικαιοσύνη. Και αυτό γιατί ακυρώνοντας πρόστιμα που επιβλήθηκαν για τεκμηριωμένες και βεβαιωμένες παραβάσεις των περιβαλλοντικών όρων, το Διοικητικό Εφετείο έρχεται σε αντίθεση τόσο με το νόμο όσο και με την ίδια την πάγια νομολογία των διοικητικών δικαστηρίων. Οι δύο αποφάσεις, μία για το Στρατώνι και μία για την Ολυμπιάδα, εκδόθηκαν τον Απρίλιο 2020. Δείτε τις εδώ.

Τα εν λόγω πρόστιμα αφορούσαν τις 21 συνολικά παραβάσεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας και των εγκεκριμένων περιβαλλοντικών όρων που διαπιστώθηκαν κατά τους ελέγχους των Επιθεωρητών Περιβάλλοντος στις εγκαταστάσεις Ολυμπιάδας και Μαύρων Πετρών/Στρατωνίου το 2013 και 2014 (εδώ και εδώ οι σχετικές πράξεις βεβαίωσης των παραβάσεων). Το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών στο οποίο προσέφυγε η Ελληνικός Χρυσός δεν αμφισβήτησε την ουσία των παραβάσεων, αλλά ακύρωσε τα πρόστιμα επειδή έκρινε ως υπερβολικό και “μη εύλογο” το διάστημα των 33 μηνών που είχε μεσολαβήσει από την έναρξη των περιβαλλοντικών ελέγχων. Φαίνεται να είναι η πρώτη περίπτωση που ο “εύλογος χρόνος” – συνήθως μια πενταετία από την τέλεση της παράβασης – ερμηνεύθηκε τόσο στενά, δημιουργώντας την υποψία μιας προειλημμένης απόφασης με προσχηματική αιτιολογία.

Το προκλητικό αυτό σκεπτικό καταρρίφθηκε από το Διοικητικό Εφετείο:

H κρίση αυτή του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου είναι εσφαλμένη, διότι δεν προβλέπεται από καμία διάταξη η έκδοση απόφασης επιβολής προστίμου για παράβαση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος από την έναρξη της διαδικασίας ελέγχου των περιβαλλοντικών παραβάσεων. […]

Εξετάζοντας περαιτέρω την υπόθεση, το Εφετείο απεφάνθη ότι ορθώς επιβλήθηκε πρόστιμο στις περιπτώσεις όπου προέκυψε, αποδεδειγμένα, ρύπανση και υποβάθμιση του περιβάλλοντος – όπως από την απόρριψη σε υδατικούς αποδέκτες ανεπαρκώς επεξεργασμένων αποβλήτων, την ανεξέλεγκτη διάθεση επικίνδυνων και μη αποβλήτων, τις διαφυγές επικίνδυνων  υλικών στο περιβάλλον λόγω ελλιπών μέτρων χειρισμού κ.α. (9 περιπτώσεις).

Αντίθετα, κρίθηκε μη νόμιμο το πρόστιμο για τις παραβάσεις οι οποίες “δεν προκάλεσαν ρύπανση ή υποβάθμιση του περιβάλλοντος κατά την έννοια του άρθρου 30 παρ. 1 του ν. 1650/1986” αλλά “απλώς” κίνδυνο ρύπανσης. Τέτοιες είναι η απόθεση στερεών αποβλήτων και χημικών σε ακατάλληλους χώρους, η θαλάσσια μεταφορά επικίνδυνων προϊόντων χωρίς τις προβλεπόμενες προδιαγραφές ασφαλείας, οι κατασκευαστικές παραβάσεις στο χώρο απόθεσης επικινδύνων αποβλήτων Κοκκινόλακκα κ.α. Είναι όμως προφανές ότι μια επισφαλής περιβαλλοντικά πρακτική μπορεί να προκαλέσει ένα επεισόδιο ρύπανσης ανά πάσα στιγμή, ακόμα και αμέσως μετά την αποχώρηση των Επιθεωρητών Περιβάλλοντος που διαπίστωσαν την παράβαση αλλά όχι ρύπανση. Ένα τέτοιο σκεπτικό που “νομιμοποιεί” κατ’ουσίαν την παράβαση περιβαλλοντικών όρων, αφού την αφήνει (διοικητικά) ατιμώρητη, αντιβαίνει και στο πνεύμα του νομοθέτη που έχει στόχο την πρόληψη της περιβαλλοντικής βλάβης αλλά και στην κοινή λογική.

Αντιβαίνει και στην ίδια τη νομολογία των διοικητικών δικαστηρίων. Στο διαδίκτυο βρίσκεται αναρτημένη η εισήγηση με τίτλο “Η επιβολή διοικητικών κυρώσεων για παραβάσεις της νομοθεσίας για την προστασία του περιβάλλοντος”, της  Σταματίας Καλογήρου, Πρωτοδίκη Διοικητικού Δικαστηρίου. Διαβάζουμε:

Συχνά προβάλλεται ως λόγος ακύρωσης της διοικητικής πράξης επιβολής του προστίμου το γεγονός ότι δεν αναφέρεται ότι η διαπιστωθείσα παράβαση συνιστά ρύπανση ή υποβάθμιση του περιβάλλοντος σύμφωνα με το άρθρο 30 του ν.1650/1986. Η απάντηση της νομολογίας στον ανωτέρω ισχυρισμό είναι σταθερή και έχει ως εξής: «Για τη στοιχειοθέτηση της παράβασης και την επιβολή του προστίμου κατ’ άρθρο 30 παρ. του Ν. 1650/1986 δεν απαιτείται η διαπίστωση κάθε φορά της ρύπανσης ή άλλης υποβάθμισης του περιβάλλοντος». Για παράδειγμα έχει κριθεί ότι αρκεί για την επιβολή του προστίμου η διαπίστωση της παράβασης των περιβαλλοντικών όρων (Π.Ο.) ή έλλειψη εγκρίσεως Π.Ο.

Βλ. σχ. ΣτΕ 4450/2013, ΔΕφΑθηνών 315/2009, ΔΕφΑθηνών 335/2009, σκ. 5 η οποία έχει ως εξής: «Η μη τήρηση των αναγκαίων μέτρων για την προστασία του περιβάλλοντος, που τίθενται από το ν. 1650/1986 με τη διαδικασία της έγκρισης περιβαλλοντικών όρων και των κατ` εξουσιοδότηση του ίδιου νόμου εκδιδόμενων διαταγμάτων ή υπουργικών ή νομαρχιακών αποφάσεων και η υπέρβαση των όρων των αδειών και εγκρίσεων, σύμφωνα με τους οποίους πρέπει να λειτουργεί η δραστηριότητα, ενέχει κινδύνους πρόκλησης ρύπανσης με πιθανές αρνητικές επιπτώσεις στην οικολογική ισορροπία, στην ποιότητα ζωής και στην υγεία των κατοίκων και συνιστά υποβάθμιση του περιβάλλοντος σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 2 του ν. 1650/1986».

Η μη τήρηση λοιπόν των περιβαλλοντικών όρων συνιστά υποβάθμιση του περιβάλλοντος. Πάμε παρακάτω:

Το Δικαστήριο, ενώπιον του οποίου άγεται η υπόθεση επ’ ευκαιρία άσκησης προσφυγής κατά της διοικητικής πράξης επιβολής του προστίμου, εξετάζει κατ’ αρχήν, εάν στοιχειοθετείται η ένδικη παράβαση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας για την οποία επιβλήθηκε το πρόστιμο. Εάν από τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης αποδεικνύεται ότι στοιχειοθετείται η ένδικη παράβαση, τότε το Δικαστήριο καταλήγει στη κρίση ότι «ορθώς και νομίμως επιβλήθηκε το ένδικο πρόστιμο».

Η νομολογία λοιπόν είναι σαφέστατη: αφού στοιχειοθετούνται οι παραβάσεις, ΟΛΑ τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν στην Ελληνικός Χρυσός είναι απολύτως ΝΟΜΙΜΑ και αυτή που είναι εκτός νομιμότητας είναι η απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, στο σκέλος της που ακυρώνει κάποια από αυτά.

Το Διοικητικό Εφετείο αποφάσισε ότι στην Ελληνικός Χρυσός πρέπει να επιβληθεί ένα ενιαίο πρόστιμο που το καθόρισε στα 300.000 ευρώ. Επί της ουσίας βέβαια, καμία σημασία δεν έχει για τη Χαλκιδική αν θα μπουν στα δημόσια ταμεία μερικές εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ, αφού επιτρέπεται στην εταιρεία να συνεχίζει να ρυπαίνει ανεξέλεγκτα. Έχουμε γράψει επανειλημμένως ότι στην Ελληνικός Χρυσός θα έπρεπε να επιβληθούν οι διοικητικές κυρώσεις που προβλέπει ο ν. 1650/1986 για τους καθ’υποτροπήν παραβάτες, δηλαδή η προσωρινή ή και η οριστική διακοπή λειτουργίας της ρυπαίνουσας δραστηριότητας. Μάλιστα, όπως τονίζει η Σταματία Καλογήρου:

Σε περίπτωση παράβασης της σχετικής νομοθεσίας που έχει τεθεί για την προστασία του περιβάλλοντος ή πρόκλησης ρύπανσης ή υποβάθμισης του περιβάλλοντος, τα αρμόδια διοικητικά όργανα δεν έχουν διακριτική ευχέρεια επιβολής κυρώσεων στους παραβάτες, αλλά δέσμια υποχρέωση […] Σε περίπτωση έντονης υποβάθμισης ή καθ’ υποτροπή πρόκλησης ρύπανσης ή αν η επιχείρηση παραλείπει να συμμορφωθεί προς τα υποδεικνυόμενα μέτρα, τότε δεν αρκεί η επιβολή αλλεπάλληλων προστίμων, αλλά προβλέπεται κατά νόμο η διακοπή της ρυπογόνου δραστηριότητας.

Καμία κυβέρνηση, ούτε η προηγούμενη ούτε φυσικά η σημερινή, δεν είχε το θάρρος να πάρει τα κατά νόμο επιβεβλημένα μέτρα. Το 2019 το ΥΠΕΝ επέβαλε νέα πρόστιμα στην εταιρεία, για την διαπίστωση των ίδιων και πάλι περιβαλλοντικών παραβάσεων που είχαν διαπιστωθεί και κατά τους ελέγχους του 2015 και του 2016. Οι Επιθεωρητές Περιβάλλοντος τονίζουν ότι η ρύπανση των υδάτων είναι συστηματική, “από την έναρξη λειτουργίας της δραστηριότητας (ήτοι 2ο εξάμηνο 2011)”. Ενδεικτικά, ο μόλυβδος στον ποταμό Μαυρόλακκα της Ολυμπιάδας όπου απορρίπτονται τα υγρά απόβλητα του μεταλλείου, βρέθηκε να είναι 985% πάνω από τα επιτρεπτά όρια. Η εταιρεία-ρυπαντής μας βγάζει με αναίδεια τη γλώσσα, αρνούμενη επιδεικτικά να συμμορφωθεί με τη νομιμότητα.

Έπεται συνέχεια, τόσο στα διοικητικά δικαστήρια, όσο και στα ποινικά. Στις 27 Οκτωβρίου, δύο στελέχη της Ελληνικός Χρυσός  καταδικάστηκαν από το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Πολυγύρου για ρύπανση του περιβάλλοντος σε Ολυμπιάδα και Στρατώνι. Για τις 19 Νοεμβρίου έχει οριστεί η δίκη στη Θεσσαλονίκη δύο άλλων στελεχών, αυτή τη φορά σε βαθμό κακουργήματος.

Με τα παραπάνω δεδομένα, επανέρχεται και πάλι το ερώτημα αν σε υποθέσεις που αφορούν την Ελληνικός Χρυσός τα αρμόδια δικαστήρια κρίνουν εντελώς ανεπηρέαστα, εφαρμόζοντας επακριβώς τους σχετικούς νόμους, ή αν – υποκύπτοντας σε κάποιες παρεμβάσεις και σκοπιμότητες – βρίσκουν πάντοτε τρόπους είτε να τους παρακάμπτουν είτε να τους ερμηνεύουν κατά τα συμφέροντα πάντοτε της Ελληνικός Χρυσός, υποβιβάζοντας σε δεύτερη μοίρα την προστασία του περιβάλλοντος, τη δημόσια υγεία και το γενικότερο κατά συνέπεια δημόσιο συμφέρον.

Τελικά, με τις αποφάσεις της, είναι και η Δικαιοσύνη η ίδια που επίσης ζυγίζεται και μετριέται.


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.