Η CETA ως απειλή και ως πρόσχημα στις Σκουριές #skouries


της Μαρίας Καδόγλου από το Δρόμο της Αριστεράς. Το άρθρο γράφτηκε μετά τη δημοσίευση της απόφασης Σκουρλέτη και πριν την ανακοίνωση του ανασχηματισμού.

skouries-650x250

Η απόφαση «απόρριψης αίτησης θεραπείας της εταιρείας Ελληνικός Χρυσός», της 3ης Νοεμβρίου 2016, που υπογράφει ο υπουργός Πάνος Σκουρλέτης, είναι ιστορικής σημασίας για την εξέλιξη των έργων στη Χαλκιδική. Με την απόφαση, απορρίπτεται οριστικά ως μη εφαρμόσιμη η μεταλλουργική μέθοδος flash smelting και δικαιώνονται έτσι όσοι εδώ και χρόνια έκαναν λόγο για μια επιστημονική απάτη που εξυπηρετούσε το στόχο της περιβαλλοντικής αδειοδότησης. Όμως, η εφαρμογή της συγκεκριμένης μεθόδου είναι όρος απαράβατος της περιβαλλοντικής και τεχνικής αδειοδότησης και η απόρριψή της σημαίνει ότι όλες αυτές οι εγκρίσεις θα πρέπει να ανακληθούν. Το οικοδόμημα της «χρυσής επένδυσης» αποδεικνύεται ότι είναι χωρίς θεμέλια.

Η απόφαση αντιμετωπίστηκε με δυσπιστία από πολλούς που την θεώρησαν προσχηματική, με δεδομένη την ιδιαίτερη προθυμία με την οποία έσπευσε η ελληνική κυβέρνηση να υπογράψει την εμπορική συμφωνία CETA μεταξύ ΕΕ-Καναδά την περασμένη Κυριακή. Ο φόβος είναι, ότι η εταιρεία θα κάνει χρήση του μηχανισμού δικαστικού τύπου διαιτησίας που περιέχεται στη συμφωνία για να διεκδικήσει -και να κερδίσει– από τη χώρα μας αποζημιώσεις ύψους εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ. Μια τέτοια αγωγή ή ακόμα και η απειλή της αγωγής, θεωρείται ότι θα βάλει τέλος σε κάθε (ενδεχόμενη) κυβερνητική σκέψη για ακύρωση της καταστροφικής «επένδυσης».

Καταρχάς πρέπει να σημειωθεί ότι ο εν λόγω μηχανισμός θα τεθεί σε εφαρμογή μόνον αφού επικυρωθεί η CETA και από τα 28 εθνικά κοινοβούλια. Η διαδικασία μπορεί να πάρει κάποια χρόνια, αλλά μπορεί και να οδηγήσει σε ναυάγιο – δεδομένου ότι οι αντιδράσεις σε όλη την Ευρώπη, ειδικά για το μηχανισμό διαιτησίας, φουντώνουν αντί να κοπάσουν.

Οι αλλαγές που έγιναν στη ρήτρα προστασίας των επενδυτών χαρακτηρίστηκαν από όλες τις οργανώσεις πολιτών της Ευρώπης ως «κοσμητικές» – ένα απλό νέο περιτύλιγμα σε μια διαδικασία θεμελιωδώς επικίνδυνη για τη δημοκρατία και την εθνική κυριαρχία. Το δικαστήριο διαιτησίας (ICS) γίνεται πλέον μια μόνιμη δομή, ένα ειδικό δικαστήριο διαθέσιμο αποκλειστικά στις πολυεθνικές εταιρείες που θα παρακάμπτει όλα τα εθνικά δικαστήρια και θα ερμηνεύει τους νόμους προς όφελος των πολυεθνικών. Το σύστημα είναι ανοιχτό στην εκμετάλλευση από κάθε είδους αετονύχηδες: εταιρείες-αρπακτικά, μεγαλοδικηγόρους και διεφθαρμένους διαιτητές. Ήδη έχουν έρθει στο φως πολλές εξωφρενικά παράλογες περιπτώσεις προσφυγής πολυεθνικών σε διαιτησία, στα πλαίσια διαφόρων εμπορικών συμφωνιών που περιλαμβάνουν παρόμοιες ρήτρες.

Το παράδειγμα του Ελ Σαλβαδόρ

Όμως η «ντετερμινιστική» άποψη ότι «όλα τελειώνουν για τη Χαλκιδική με την υπογραφή της CETA», παραβλέπει το πλέον σημαντικό: ότι η CETA δεν μπορεί να ακυρώσει, oύτε την εθνική νομοθεσία ούτε τους όρους των συμβάσεων που έχουν υπογραφεί. Πρόσφατο είναι το παράδειγμα του Ελ Σαλβαδόρ, που αμύνθηκε με επιτυχία και δικαιώθηκε απέναντι σε καναδική μεταλλευτική εταιρεία που ζητούσε υπέρογκη αποζημίωση επειδή δεν της δόθηκε άδεια εξόρυξης χρυσού για περιβαλλοντικούς λόγους. Η προσφυγή στη διαιτησία δεν είναι με τίποτα το τέλος, αν μια κυβέρνηση έχει τη θέληση να υπερασπιστεί τους νόμους και τις αποφάσεις της.

Η πρόσφατη απόφαση του υπουργού Περιβάλλοντος και η επακόλουθη – εφ’οσον γίνει – ανάκληση αδειών, θα μπορούσε να προκαλέσει μια τέτοια αξίωση αποζημίωσης από την Eldorado Gold. Η εταιρεία όμως θα πρέπει να αποδείξει ότι αδίκως της αφαιρέθηκαν οι άδειες και το αποτέλεσμα της διαδικασίας δεν μπορεί με τίποτα να θεωρηθεί δεδομένο, ειδικά όταν υπάρχει τόσο εμπεριστατωμένη επιχειρηματολογία από την πλευρά του αρμόδιου Υπουργείου. Η κυβέρνηση θα μπορούσε επίσης να προχωρήσει σε αναστροφή της μεταβίβασης των Μεταλλείων Κασσάνδρας στην Ελληνικός Χρυσός, κατά το άρθρο 4 αυτής, λόγω παραβίασης του θεμελιώδους όρου της κατασκευής/λειτουργίας εργοστασίου μεταλλουργίας χρυσού. Στην περίπτωση αυτή, το άρθρο 4 προβλέπει ότι η πλευρά που δεν ευθύνεται για τη λύση της σύμβασης – δηλαδή το Δημόσιο – δικαιούται να ζητήσει εύλογη αποζημίωση από την παράνομη εταιρεία.

Στη συνολικά βρώμικη υπόθεση της «χρυσής επένδυσης», ο Πάνος Σκουρλέτης είναι ο μοναδικός υπουργός Περιβάλλοντος που τήρησε τη νομιμότητα. Μένει να δούμε αν ο υπουργός θα στηριχτεί σε αυτή του τη θέση από τον Πρωθυπουργό και αν η κυβέρνηση θα υποστηρίξει τη σημαντική αυτή απόφαση, τόσο ενώπιον του ΣτΕ, όσο και ενός δικαστηρίου διαιτησίας, αν τα πράγματα φτάσουν εκεί – ή αν απειλή της διαιτησίας θα χρησιμοποιηθεί ως πρόσχημα για τη συνέχιση της αποδεδειγμένα παράνομης «επένδυσης».


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.