Η γιαγιά που αγαπήσαμε στις Σκουριές, το ταξίδι που δεν θα ξεχάσουμε


Aπό το 3pointmagazine.gr

Skouries-23.11.2014-750x400

Χαλκιδική. Ιερισσός. Σκουριές. Το ταξίδι από την Αθήνα πολύωρο και κουραστικό. Βάλε το ξύπνημα από τα ξημερώματα, βάλε το τρένο, το λεωφορείο, βάλε το ζάλισμα, το κρύο. Φτάσαμε Σάββατο βράδυ, η Λίζη μάς παρέλαβε, μας οδήγησε στο σπίτι που θα μας φιλοξενούσε και μετά στο δικό της, όπου σαν καλή μαμά μας ζέστανε με κρασί και πολύ φαΐ. Μας ενημέρωσε για τα τελευταία νέα του χωριού και των κινητοποιήσεων και μας έδωσε να καταλάβουμε ότι η πορεία της επόμενης μέρας θα είχε μαζικότητα και παλμό. Αργότερα, βγήκαμε όλοι μαζί στο Dam, το μπαράκι-«ορμητήριο» της Ιερισσού.

Αυτές ήταν οι πρώτες γρήγορες εντυπώσεις ενός ανθρώπου που ακόμα δεν έχει καταλάβει τι γίνεται, τι σημαίνουν οι Σκουριές, τι σημαίνει ο αγώνας των κατοίκων ενάντια στο μεταλλείο χρυσού. Θα το καταλάβει την επόμενη ημέρα στην πορεία. Στην προσυγκέντρωση στην Ιερισσό, όπου είναι μαζεμένο όλο το χωριό, όλες οι ηλικίες χωρίς υπερβολή, στο μποτιλιάρισμα μέχρι να φτάσουμε στο Χοροστάσι της Μ. Παναγιάς για να ενωθούμε με τους υπόλοιπους διαδηλωτές, στο επόμενο μποτιλιάρισμα πάνω στο βουνό.

Ακούς για τις Σκουριές, βλέπεις στα διάφορα Φεστιβάλ να πουλάν τα μπλουζάκια SOS Χαλκιδική, βλέπεις τα βίντεο στο youtube με τα ΜΑΤ μέσα στην Ιερισσό, τον κόσμο να τρέχει και να αντιστέκεται, διαβάζεις για το «γαλατικό χωριό», αλλά είναι σίγουρο πως αυτός ο τελευταίος χαρακτηρισμός δεν πολυκαταλαβαίνεις τι σημαίνει. Δεν καταλαβαίνεις το πραγματικό νόημα όλων αυτών.

Θα το συνειδητοποιήσεις όταν βρεθείς ανάμεσα σε αυτούς τους ανθρώπους. Όταν θα δεις τη φλόγα στα μάτια τους και πόσο πιστεύουν σε αυτό που κάνουν. Το πείσμα που υπάρχει και μεγαλώνει μέσα τους μετά από κάθε κατασταλτική επίθεση της αστυνομίας, το πάθος για τον τόπο τους, την αλληλεγγύη, το πώς φωτίζεται το πρόσωπό τους όταν σε ρωτάνε από πού είσαι και λες ότι ήρθες «από την Αθήνα για την αυριανή πορεία». Τα πανό που υπάρχουν στους δρόμους, στα πάρκα, στις κολώνες φωτισμού.

Όταν σου διηγούνται ιστορίες που καμία κάμερα δεν έχει τραβήξει και κανένας δημοσιογράφος δεν έχει γράψει για τη βία και την τρομοκρατία που υφίστανται από την κρατική καταστολή.

Όταν ακούς αυτό το «δεν έχουμε τίποτα να χάσουμε», από τα χείλη μιας 55αχρονης γυναίκας που επί τρεις ώρες «τρώει» χημικά μαζί με τόσους άλλους. Και φυσικά, δεν έχουν τίποτα να χάσουν, αφού με την έναρξη της εξόρυξης όλη η γύρω περιοχή θα είναι ακατάλληλη για να ζήσεις. Παλεύουν για να προστατέψουν τα σπίτια, τα παιδιά και τον τόπο τους, και αυτό δεν είναι καθόλου τετριμμένο και μελό.

Την Κυριακή στον Κάκκαβο, έξω από το εργοτάξιο της El Dorado, ήταν όλοι εκεί. Κάτοικοι των γύρω χωριών, αλληλέγγυοι από άλλες περιοχές, διαδηλωτές, πιτσιρίκια, έφηβοι, νέοι, γονείς, παππούδες, γιαγιάδες, ΜΑΤατζήδες, κρότου-λάμψης, δακρυγόνα, ασφυξιογόνα, Maalox, λάσπη…

Την Κυριακή στον Κάκκαβο κατάλαβα τη δύναμη του ανθρώπου να αγωνίζεται για να μην αφανιστεί, κατάλαβα πόσο «λίγοι» είμαστε όλοι εμείς οι υπόλοιποι που έχουμε τη βολή μας ή τουλάχιστον δεν έχουμε έναν τέτοιο κίνδυνο πάνω από τα κεφάλια μας.

Την Κυριακή στον Κάκκαβο κατάλαβα πως αν πραγματικά θέλαμε, θα είχαμε κάνει κάτι αυτά τα τέσσερα χρόνια που υποφέρουμε…

Ηλέκτρα Χατζηκάλφα

«Γιαγιά, τι έκανες μπροστά στα ΜΑΤ;»

kKaiti

Την ώρα που ο κόσμος υποχωρούσε εξαιτίας των χημικών, μια ηλικιωμένη παρέμενε ακλόνητη στην είσοδο του εργοταξίου, όπου και γινόταν η διαμαρτυρία για τα μεταλλεία. Μπροστά στα ΜΑΤ, επιβεβαίωνε το θάρρος της γενιάς της. «Της γενιάς του ‘40», όπως μου έλεγε με καμάρι, παίρνοντας το γυρισμό για την Ιερισσό. «Έχουμε περάσει σκληρή φτώχεια και πείνα. Μέρες που πιστέψαμε ότι δεν θα επιστρέψουν, αλλά μας τις έφερε πίσω ο Σαμαράς. Ζήσαμε τον εμφύλιο στα βουνά και θέλουν να τον ξαναζήσουμε και τώρα».

Ο εμφύλιος, για τον οποίο μου έκανε λόγο η κ. Καίτη, 75 χρονών, δεν ήταν μια υπερβολή πάνω στην κουβέντα. Η El Dorado Gold, στην προσπάθειά της να προχωρήσει κανονικά το έργο, έχει καταφέρει προσφέροντας γη και ύδωρ, να εξαγοράσει και να χωρίσει την περιοχή στα δύο. Στη Μεγάλη Παναγιά, το χωριό που βρίσκεται πιο κοντά στις εγκαταστάσεις, συγγενείς και φίλοι δεν ανταλλάσσουν εδώ και δύο χρόνια κουβέντα. «Ήρθαν να μας καταστρέψουν τον τόπο. Κι όχι μόνο το δικό μας. Ο δικός μας είναι η αρχή για να καταστρέψουν όλη τη Χαλκιδική και τη Βόρεια Ελλάδα».

Αναρωτιέται πώς τα δικά τους παιδιά «τολμάνε και κόβουν τα δέντρα που τους μάθαμε να αγαπούν. Καταλαβαίνω ότι ο κόσμος πεινάει. Χρειάζονται τα λεφτά για να ζήσεις, αλλά αν δεν σέβεσαι την ίδια σου τη γη και ρημάζεις το σπίτι σου, ποιο το νόημα;»

Η γιαγιά ήταν η μόνη που έμεινε όταν τα ΜΑΤ επιτέθηκαν στους διαδηλωτές. «Όπως καταλαβαίνεις, δεν μπορώ να τρέξω πια. Από την άλλη δεν με πιάνουν και τα χημικά! Δεν κατάλαβα τίποτα σου λέω!». Τον μπελά που δεν βρήκε από την αστυνομία, τον βρήκε από την ανιψιά της. «Γιαγιά, τι έκανες μπροστά στα ΜΑΤ;» της έλεγε μαλώνοντάς τη. Η κ. Καίτη λύγισε αυτή τη φορά και πήρε την απόφαση να πάει σπίτι. Το βουνό της όμως δεν τ’ αφήνει. «Θα παλέψουμε μέχρι το τέλος. Τον τόπο μας δεν τον εγκαταλείπουμε!»

Κώστας Παπαντωνίου


Μία απάντηση στο “Η γιαγιά που αγαπήσαμε στις Σκουριές, το ταξίδι που δεν θα ξεχάσουμε”

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.