Να ελπίσουμε ξανά στο ΣτΕ;


Συνέντευξη του Προέδρου του ΣτΕ Σωτήρη Ρίζου στην “Ελευθεροτυπία”

«Οι δικαστικές αποφάσεις θα διορθώνουν ακρότητες»

15-3--3-thumb-mediumΣε δριμεία κριτική για τον τρόπο που έχει δομηθεί η Ευρωπαϊκή Ενωση, με τους ισχυρούς να κινούν τα νήματα, καθιστώντας κενό γράμμα τις διακηρύξεις περί ισότητας και αλληλεγγύης, προχώρησε ο πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας Σωτ. Ρίζος, στο πλαίσιο δημόσιας παρέμβασής του.

Ανάλογης βαρύτητας ήταν και η διαπίστωσή του ότι το κοινωνικό κράτος δέχεται βαριά πλήγματα, λόγω των μέτρων που λαμβάνονται στο όνομα της κρίσης. Ετσι, η Δικαιοσύνη εμφανίζεται δέσμια του θεσμικού πλαισίου και της επίκλησης του «δημοσιονομικού δημόσιου συμφέροντος». Πρακτικώς, όπως είπε, λαμβάνονται αποφάσεις με την επίκληση του άδειου δημόσιου ταμείου. «Πράγματι», ανέφερε, «το επιχείρημα αυτό καταλύει κάθε βούληση του δικαστού να απονείμει δίκαιο. Αποτελεί, όντως, ολοκληρωτικό επιχείρημα, που προ-καθορίζει τη δικαστική κρίση».

Διορθώσεις

Ωστόσο, επισήμανε ότι ο δικαστής δεν παροπλίζεται, αλλά έχει τη δυνατότητα να διορθώνει τις ακρότητες της νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας, με βάση το ποσοτικό κριτήριο. Τις αλλεπάλληλες, δηλαδή, υπερβολικές επεμβάσεις στους μισθούς, τις συντάξεις κ.ά. «Είναι το μόνο που μπορεί να σταθμιστεί. Με έλεος και ευθύνη».

Ο ανώτατος δικαστικός λειτουργός, αναφερόμενος στην περίοδο που διανύουμε, την πλέον βάναυση από το τέλος του εμφυλίου πολέμου, δεν δίστασε να μιλήσει για τους συσχετισμούς δυνάμεων εντός της Ε.Ε., αλλά και στον τρόπο που τα «κεντρικά ευρωπαϊκά κράτη» αντιμετωπίζουν την Ελλάδα. Πώς; Σύμφωνα με την αμείλικτη λογική του Θουκυδίδη, για το πρωτείο της ισχύος.

«Πιθανώς», τόνισε, «να ήταν ανεδαφικές όλες οι θεσμικές προβλέψεις περί ισότητας των εταίρων, περί της εκ περιτροπής προεδρίας της Ε.Ε. από κάθε κράτος-μέλος, περί αλληλεγγύης και τα λοιπά “ηχηρά” παρόμοια και να βρισκόμαστε τώρα σε μια περίοδο αποκαλύψεως του πραγματικού ρόλου των ισχυρών και του πραγματικού ρόλου των αδυνάτων.

»Περίοδος βεβαίως οδυνηρή, αλλά και διδακτική για το πώς τα πιο αδύναμα εθνικά κράτη πρέπει να συνειδητοποιούν ότι, όταν εισέρχονται σε ενώσεις ισχυρών, δεν πρόκειται να αντιμετωπίζονται με τα αισθήματα που αναπτύσσονται μέσα σε μια οικογένεια. Θα αντιμετωπίζονται όπως οι σύμμαχοι της Ηγεμονίας των Αθηναίων ή των Λακεδαιμονίων, των οποίων η κάθε παρέκκλιση εθεωρείτο προσβολή της συμμαχίας και επέσυρε τον κολασμό τους».

Ο πρόεδρος του ΣτΕ περιέγραψε με εύστοχο τρόπο τα κρίσιμα ερωτήματα που προκύπτουν για το ποια πρέπει να είναι η στάση του δικαστή, ο οποίος, εγκλωβισμένος στις δεσμεύσεις της χώρας έναντι των δανειστών της, προσπαθεί σε συνθήκες μεγάλης οικονομικής κρίσης να κρίνει τη συνταγματικότητα νομοθετικών επιλογών, που συναρτώνται στενά με κρίσιμες πολιτικές αποφάσεις για την επιβίωση χιλιάδων πολιτών.

«Τι πράττει κανείς, όταν ο νομοθέτης πιστοποιεί ότι το δημόσιο ταμείο είναι άδειο και όταν η εκτελεστική εξουσία βεβαιώνει, ευθέως ή ενδιαμέσως, ότι, αν ματαιωθεί από τη νομολογία η α’ επέμβαση στον α’ κύκλο προσώπων, θα προχωρήσει σε β’ επέμβαση στο β’ κύκλο προσώπων;», διερωτάται, για να προσθέσει ότι «εδώ βλέπουμε την απόπειρα μεταθέσεως προβλημάτων και ευθυνών από την πολιτική εξουσία στο χώρο της Δικαιοσύνης, τα οποία δεν της ανήκουν και τα οποία εν δυνάμει μπορεί να οδηγήσουν στο βιασμό της ελευθερίας της».

Πλαίσιο αποφάσεων

Ο κ. Ρίζος δίνει την απάντηση: «Το δικαστήριο δεν ακινητοποιείται και διατηρεί το δικαίωμα να κρίνει τη συνταγματικότητα νομοθετημάτων, έχοντας στη διάθεσή του κυρίως το ποσοτικό κριτήριο. Ασαφές, ναι. Μη προβλέψιμο, ναι. Αλλά το μόνο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ακρότητες της νομοθετικής και της εκτελεστικής εξουσίας. Το μόνο που μπορεί να σταθμιστεί. Με έλεος, αλλά και ευθύνη».

Σκιαγραφώντας το πλαίσιο, στο οποίο θα κινηθεί το ΣτΕ σε εξαιρετικά σπουδαίες υποθέσεις που έχουν φθάσει ενώπιόν του, από το κούρεμα των μισθών και των συντάξεων, τις μειώσεις στο εφάπαξ, το μέτρο της διαθεσιμότητας και το Φόρο Ακίνητης Περιουσίας, μέχρι τις αποκρατικοποιήσεις και τις μεγάλες επενδύσεις, υπογράμμισε:

«Οι δικαστικές αποφάσεις θα εμφανίζονται, όχι συχνά-πυκνά, για να διορθώνουν ακρότητες και θα είναι αποτέλεσμα περισκέψεως και ευθύνης. Θα εκλογικεύουν, κατά το δυνατόν, δράσεις των άλλων εξουσιών σε ποικίλα πεδία. Από εκείνα που αφορούν αυτό το ίδιο το κράτος, τη διοίκησή του, τις αρμοδιότητές του και τη χάραξη των ορίων μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού, μέχρι τα ζέοντα προβλήματα των πολιτών, την αμοιβή της εργασίας, τη διασφάλιση της υγείας και του γήρατος.

»Εάν η δικαστική κρίση περιορισθεί στα βασικά πεδία και εκτιμήσει ορθά το δίκαιο και τις πραγματικές συνθήκες, τότε και μόνον τότε θα ασκεί πραγματική επιρροή στην κοινωνικοοικονομική εξέλιξη και θα αποκαθιστά τα ρήγματα στους συνταγματικούς θεσμούς του κράτους δικαίου και του κοινωνικού κράτους».


2 απαντήσεις στο “Να ελπίσουμε ξανά στο ΣτΕ;”

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.