Σουηδία: όπως προστάξετε, εξορυκτικές εταιρείες! / του Γιοχάνες Φόρσμπεργκ


Aπό ppol.gr

activismΟ δήμος Γιόκμοκ της βορείου Σουηδίας, μια περιοχή γεμάτη δάση μύρτιλλου περικυκλωμένα από λίμνες και βάλτους, έχει μεταβληθεί σε ένα από τα πιο εμβληματικά πεδία μάχης της εποχής μας. Σάμι κτηνοτρόφοι ταράνδων, τουριστικοί επιχειρηματίες, ακαδημαϊκοί και περιβαλλοντιστές που έφτασαν εδώ από το νότο, προσπαθούν να προστατεύσουν πάση θυσία μια περιοχή γνωστή ως Κάλακ από τις εκρήξεις και τις διερευνητικές γεωτρήσεις. Κι είναι αποφασισμένοι να το κάνουν αγνοώντας την αστυνομική παρουσία.

Εναντίον τους βρίσκονται πολλοί ντόπιοι που θεωρούν ευλογία τα μεταλλεία κι ελπίζουν πως οι αρχές σύντομα θα δώσουν το πράσινο φως για να ξεκινήσουν οι εξορύξεις. Οι αντιφρονούντες έχουν επίσης καταγγελθεί από το τοπικό δημοτικό συμβούλιο, που χαρακτήρισε απαράδεκτες τις μεθόδους αντίδρασής τους. 

Αλλά δεν υπάρχει άλλος τρόπος να σταματήσει η ελευθεριότητα που ισχύει για τις εξορύξεις στη Σουηδία, όπου από το 1992 ισχύει μια νομοθεσία κομμένη και ραμμένη στα μέτρα της εξορυκτικής βιομηχανίας. Ο νόμος στοχεύει στη μεγιστοποίηση της παραγωγής μεταλλευμάτων. Οι εξορύξεις είναι σχεδόν απολύτως ελεύθερες και οι σχετικές άδειες εκδίδονται πανεύκολα από την «επιθεώρηση μεταλλευμάτων», που ανήκει στη «γεωλογική εποπτική αρχή» της Σουηδίας. Πρακτικά, και παρά τις διαβεβαιώσεις της πως εγγυάται την εφαρμογή των υφιστάμενων ρυθμίσεων, η «επιθεώρηση μεταλλευμάτων» λειτουργεί ως υποκατάστημα της εξορυκτικής βιομηχανίας. Ο τρόπος που χειρίζεται τις παράτυπες εξορύξεις, ακόμα και τις καταπατήσεις των δικαιωμάτων πολλών ιδιοκτητών γης του Γιόκμοκ, είναι ένα παράδειγμα των προβλημάτων που προκαλεί μια υπηρεσία που καταγγέλλεται για φαβοριτισμό: πρόσφατα, μετά από μια κλιμάκωση των σχετικών παρατυπιών, η επιθεώρηση εξέδωσε μια «τελευταία προειδοποίηση» για την παρανομούσα επιχείρηση, λες κι επρόκειτο για κάποιο άτακτο παιδί.

Η αποτροπή της καταστροφής 

Το σχεδιαζόμενο ορυχείο ασβεστόλιθου στο Οϊναρεσκόγκεν, μια δασική περιοχή στο νησί Γκότλαντ στη νοτιοανατολική Σουηδία, αποδεικνύει του λόγου το ασφαλές: ένα από τα σημαίνοντα στελέχη της «γεωλογικής εποπτικής αρχής» -κι ένας εκ των συντακτών της επίσημης έκθεσης που επέτρεψε τις εξορύξεις προκαταλαμβάνοντας ουσιαστικά την έγκρισή τους- ήταν ταυτόχρονα σύμβουλος της εταιρείας «νόρντκαλκ», που συμμετέχει στο κονσόρτσιουμ που έχει αναλάβει το σχετικό έργο. Ολόκληρη η διαδικασία αδειοδότησης έβριθε παρατυπιών. Χωρίς την πολιτική ανυπακοή των οικολόγων ακτιβιστών, το δάσος θα είχε ισοπεδωθεί.

Οι πολίτες δεν έχουν κανένα λόγο στις εξελισσόμενες εξορύξεις -κι αυτό συμπεριλαμβάνει ακόμα και τους κατόχους γης όπου αυτές λειτουργούν ή σχεδιάζονται! Το μόνο στο οποίο μπορεί να ελπίζουν είναι πως οι μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων (ΜΠΕ) δεν θα επιτρέψουν τελικά τις εξορύξεις για περιβαλλοντικούς λόγους. Αλλά το πρόβλημα είναι πως οι ΜΠΕ συντάσσονται στην τελική φάση του έργου, όταν πλέον έχουν επενδυθεί πελώρια ποσά και έχουν καλλιεργηθεί μεγάλες προσδοκίες από τη λειτουργία του. 

Οι πολιτικοί ελπίζουν πως η άνθηση των εξορύξεων θα υποβοηθήσει τη σουηδική οικονομία, ιδίως σε τόσο αραιοκατοικημένες περιοχές. Στο πλαίσιο αυτό, είναι μάλλον παράξενο που το κράτος δεν απαιτεί μεγαλύτερο μερίδιο του παραγόμενου πλούτου. Αφού αρχίσει να λειτουργεί ένα ορυχείο, το κράτος διεκδικεί μόλις το 0.05% της αξίας των εξορυγμένων μεταλλευμάτων. Στην Γκάνα το ανάλογο ποσοστό είναι 5%, στην Ινδία 10% και στις καναδικές επαρχίες η σχετική φορολόγηση μπορεί να φτάσει σε 15%. Όσο για την Αυστραλία, έχει εισαγάγει έναν ειδικό εξορυκτικό φόρο της τάξης του 30% επί των κερδών.

Αλλά στη Σουηδία οι εξορυκτικές βιομηχανίες υποχρεούνται να καταβάλλουν μόνο τον φόρο επιχειρήσεων, που μειώθηκε πρόσφατα, και που εύκολα μπορεί να παρακαμφθεί μέσω πολυεθνικών επιχειρηματικών σχημάτων. Το μόνο που απομένει είναι οι εργοδοτικές εισφορές κατά τη διάρκεια της τριακονταετίας που λειτουργούν οι εξορύξεις. Ακόμα και σε εγκαταστάσεις που θεωρούνται πως έχουν πολλούς εργαζόμενους, ο αριθμός τους σπανίως υπερβαίνει λίγες εκατοντάδες. 

«Μνημεία ανθρώπινης ανοησίας»

Παράλληλα οι εξορύξεις χρειάζονται δαπανηρές κρατικές επενδύσεις. Όταν η κυβέρνηση παρουσίασε τα σχετικά σχέδια κρατικών επενδύσεων το περασμένο φθινόπωρο, ο πρωθυπουργός εξήγησε πως οι εξορύξεις ήταν για τη Σουηδία το αντίστοιχο του νορβηγικού πετρελαίου. Πολύ παράξενη δήλωση, μιας που αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα είναι ακριβώς το ανάποδο: η νορβηγική πολιτική αξιοποίησης των φυσικών πόρων αποσκοπεί στον έλεγχο των εξορύξεων και την μακροπρόθεσμη ωφέλεια της οικονομίας. Παρόμοια είναι η λογική που δεσπόζει στις περισσότερες χώρες με εξορυκτική δραστηριότητα. 

Τα μεταλλεία, που λειτουργούν μερικές δεκαετίες, μπορούν να επηρεάσουν το περιβάλλον για αιώνες. Είναι αδύνατο να προστατευθεί πλήρως το περιβάλλον ή να «αποκατασταθεί» ένα βουνό που έχει ανασκαφτεί. Ακόμα κι όποτε οι εξορυκτικές βιομηχανίες επισήμως υπόσχονται να «αποκαταστήσουν» το περιβάλλον, τελικά είναι το κράτος που διακινδυνεύει περισσότερο. Η «αποκατάσταση» του ορυχείου του Μπλέικεν, όχι πολύ μακριά από το Στόρουμαν, στη βόρειο Σουηδία, όπου οι δύο υπεύθυνες εξορυκτικές επιχειρήσεις δήλωσαν χρεοκοπία, θα στοιχίσει στο σουηδικό κράτος 23 εκατομμύρια ευρώ.

Το 2008 η «σουηδική αρχή περιβαλλοντικής προστασίας» εκτίμησε πως οι αποκαταστάσεις ορυχείων και μεταλλευτικών δραστηριοτήτων κοστίζουν στο σουηδικό κράτος μεταξύ 230 και 350 εκατομμυρίων ευρώ. Και κανείς δεν μπορεί να ξέρει σε ποιο ύψος θα ανέβει ο λογαριασμός μετά την σχεδιαζόμενη «άνθηση» των εξορύξεων. Όποιο κι αν είναι αυτό, το μόνο βέβαιο είναι πως οι τρύπες σε ορισμένες από τις τελευταίες παρθένες περιοχές της Ευρώπης θα χάσκουν επί αιώνες, σαν μνημεία στην ανθρώπινη βλακεία.


Ο Johannes Forssberg είναι δημοσιογράφος εξειδικευμένος σε περιβαλλοντικά θέματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.