Να ξαναδώσουμε στις λέξεις το νόημά τους


Από ΙΕΡΙΣΣΟΣ

Αυτός ο άνθρωπος με το σκαμμένο πρόσωπο είναι 65 χρονών και ταξίδεψε 8 ώρες όλη την νύχτα, από την πατρίδα του Αριστοτέλη, για να σηκώσει τον δικό μας επιτάφιο μπροστά στην Βουλή των Ελλήνων. Τι δεν καταλαβαίνεις;

Είναι φορές, που στο πέρασμα της ιστορίας, κάποιες εποχές ξεχωρίζουν απ’ την καθημερινότητα κι αναγορεύονται σε ηρωικές.

Ολόκληροι λαοί, μικρές κοινωνίες, ακόμα-ακόμα και παρέες, σηκώνονται κι ορθώνουν το ανάστημα στο κάλεσμα της εποχής και της μοίρας.
Δεν το επιλέγουν σχεδόν ποτέ, υποχρεώνονται από την ζωή και τις συγκυρίες. Γίνονται ώριμα τέκνα της ανάγκης και της οργής, όπως λέει κι ο ποιητής.
Και τότε οι καθημερινοί άνθρωποι, της διπλανής πόρτας, παίρνουν και μακραίνουν και ψηλώνουν και ξεπερνούν το μπόι που είχαν μέχρι πρότινος. Γίνονται πιο άνθρωποι (άνω θρώσκουν δηλαδή) και αγωνίζονται για ιδέες ανώτερες, που μέχρι τότε τις διάβαζαν αδιάφορα στα βιβλία ή τις έβλεπαν σε ταινίες για εποχές άλλες, για άλλες χώρες μακρινές και γι’ άλλους ανθρώπους.
Αγωνίζονται. Αγωνίζονται για την πατρίδα, για την αξιοπρέπεια, για την ζωή τους, για τον τόπο τους και τα παιδιά τους, για τον δίπλα τους.
Βλέπουν το ψέμα και το γνωρίζουν, την υποκρισία και την οσμίζονται, την υστεροβουλία και την αποκρούουν. Ξεχωρίζουν το σπουδαίο απ’ το ευτελές, το πρωτεύον απ’ το ασήμαντο. Ωριμάζουν αιώνες, σε μόλις έναν χρόνο.
Ξαναδίνουν το χαμένο νόημα στις λέξεις, κάνουν τις αφηρημένες έννοιες πιο συγκεκριμένες, ξαναζωντανεύουν τα τραγούδια που σκονίστηκαν απ’ τον χρόνο κι ευτελίστηκαν απ’ το εμπόριο.
Έρχονται πιο κοντά ο ένας με τον άλλον, ακόμα-ακόμα γνωρίζονται μεταξύ τους, άνθρωποι που μέχρι τότε ήταν σαν ξένοι, αδιάφοροι ο ένας για τον άλλον, ίσως και αντίπαλοι -για να μην πούμε- ακόμα και εχθροί. Τους φέρνει κοντά το κοινό πρόβλημα, ο κοινός αγώνας, η ανώτερη ιδέα. Έτσι τα έκανε πάντα η ιστορία στο διάβα της.
Αναπτύσσεται μεταξύ τους μια κοινωνικότητα άλλης ποιότητας κι ένα άλλο δέσιμο, άγνωστα μέχρι πρότινος.
Δημιουργούν, διδάσκουν, επιταχύνουν την πρόοδο, βελτιώνουν την γεύση της ζωής.
Αλλοίμονο σ’ αυτούς που δεν καταλαβαίνουν και στέκονται απορημένοι να τους κοιτούν, γιατί έτσι έμαθαν κι έτσι εξακολουθούν να αναμετρούν: με την βόλη τους, με το «έχει» και με τα αργύρια.
Αλλοίμονο σ’ αυτούς που δεν κατάλαβαν την ευγένεια και την αξία της αλληλεγγύης.
Αλλοίμονο σ’ αυτούς που ξεπουλούν και ξεπουλιούνται κάνοντας την εκπόρνευση ιδεολογία.
Στους συμπατριώτες μου που αγωνίζονται για το νερό και τα δάση, την θάλασσα και την αξιοπρέπεια.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.