Περιβαλλοντική αδειοδότηση τέλος


epixeirhsh_molynsh.jpgτου Νίκου Νικήσιανη από το alterthess

Με την ευρεία και απροσχημάτιστη συναίνεση της ΝΔ και του ΛΑΟΣ πέρασε από τη Βουλή το γνωστό πια νομοσχέδιο που «τακτοποιεί» τα αυθαίρετα. Εκείνο που δεν είναι εξίσου γνωστό, μιας και το θέμα δεν είναι εξίσου πιασάρικο, είναι το ίδιο νομοσχέδιο διαλύει τη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης, ως μια περιττή, γραφειοκρατική επιβάρυνση των επιχειρήσεων που διακαώς επιθυμούν να επενδύσουν στην Ελλάδα.

Η κρίση λοιπόν, όπως τονίζει σε κάθε ευκαιρία ο πρωθυπουργός, αποδεικνύεται για μια ακόμα φορά ευκαιρία, τώρα για να απαλλαχτεί το ιδιωτικό κεφάλαιο, και μάζι και το κράτος, από τον περιβαλλοντικό έλεγχο των δραστηριοτήτων του. Βέβαια, φανταζόμαστε ότι με ύφεση 10%, ελάχιστοι θα είναι οι επενδυτές που θα απολαύσουν άμεσα τα νέα προνόμια. Ωστόσο, όπως και στις εργασιακές σχέσεις, οι ρυθμίσεις που υιοθετούνται σήμερα σε ένα καθεστώς έκτακτης ανάγκης, θα αξιοποιηθούν και αύριο, όταν η ανάπτυξη και η κερδοφορία θα αναζητήσει το χαμένο της έδαφος. Και τότε δεν θα υπάρχουν πια ούτε κοινωνικοί, ούτε περιβαλλοντικοί όροι.

Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι η απορρύθμιση αυτή γίνεται περνάει σήμερα με τη συναίνεση όλου σχεδόν του αστικού μπλοκ, την απόλυτη σιωπή των ΜΜΕ (ακόμα και των υποτιθέμενα ευαίσθητων για το περιβάλλον – βλ. Αλαφούζο), τη δεδηλωμένη υποστήριξη του «επιχειρηματικού κόσμου» (χαρακτηριστική είναι η ενθουσιώδης αντίδραση της ένωσης των επιχειρηματιών στην αιολική ενέργεια, ένας κλάδος που βιάζεται να εκμεταλλευτεί τα μεγάλα περιθώρια κέρδους της «πράσινης ανάπτυξης»), και –φυσικά- τις πιέσεις της Τρόικας. Ακόμα όμως και με αυτή τη πάνδημη υποδοχή, ο Υπουργός Περιβάλλοντος επιστράτευσε ενδιαφέροντα ψέμματα για να υποστηρίξει το ξήλωμα όλης της νομοθεσίας που είχαν υιοθετήσει οι προηγούμενες κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ.

Η προτεινόμενη απο-ρύθμιση

Η περιβαλλοντική αδειοδότηση έχει καθιερωθεί στην Ελλάδα από το 1986, με τον πρωτοποριακό για την εποχή του νόμο-πλαίσιο 1650. Η ειρωνία είναι ότι το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο επιβλήθηκε κυρίως ως προσαρμογή στις τότε οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης η οποία σήμερα μέσω τρόικας πιέζει στην αντίθετη ακριβώς κατεύθυνση. Σύμφωνα λοιπόν με τους νόμους, κάθε έργο ή άλλη παραγωγική δραστηριότητα που θα έχει επιπτώσεις στο φυσικό περιβάλλον και την υγεία των πολιτών, υπάγεται σε μια διαδικασία εκτίμησης και αξιολόγησης των επιπτώσεων αυτών πριν την κατασκευή ή την έναρξη της λειτουργίας του, με σκοπό πάντα την άμβλυνση των επιπτώσεων αυτών.

Η διαδικασία αυτή, ιδανική στα χαρτιά εφαρμόστηκε με μεγάλα κενά στην πράξη. Ο πυρήνας των προβλημάτων αφορά τη σύνταξη των Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων: ο μελετητής που αναλαμβάνει την κρίσιμη αυτή μελέτη, επιλέγεται και αμείβεται από τον ίδιο τον ανάδοχο του έργου ή της δραστηριότητας, γεγονός που δημιουργεί μια παράδοξη σχέση εξάρτησης του ελεγκτή από τον ελεγχόμενο. Οι Μελέτες αυτές, πολύ συχνά γεμάτες ελλείψεις, σφάλματα ακόμα και ψευδή στοιχεία, υποβάλλονται στη συνέχεια προς έγκριση σε υπηρεσίες που δεν διαθέτουν το απαιτούμενο προσωπικό με αποτέλεσμα είτε να λιμνάζουν, είτε να εγκρίνονται χωρίς ουσιαστικό έλεγχο. Είναι γνωστό στην αγορά ότι τα μελετητικά γραφεία που τις αναλάμβαναν είχαν τις δικές τους άκρες μέσα στην υπηρεσία, ώστε να εξασφαλίζουν την έγκρισή τους.

Αυτά ακριβώς τα προβλήματα επικαλείται ως δικαιολογία η ηγεσία του ΥΠΕΚΑ για να προωθήσει τις αλλαγές που περιλαμβάνονται στο υπό συζήτηση νομοσχέδιο. Έτσι, απαλλάσσει το μεγαλύτερο μέρος των έργων και των δραστηριοτήτων (τα 2/3 σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Υπουργείου) από οποιαδήποτε υποχρέωση περιβιβαλλοντικής εκτίμησης, αξιολόγησης και αδειοδότησης. Τα έργα και οι δραστηριότητες αυτής της κατηγορίες θα χρειάζεται πια να τηρούν μόνο κάποιες οριζόντιες προδιαγραφές, τις Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις. Μάλιστα, η Βουλή κλήθηκε να ψηφίσει αυτή την καθοριστική αλλαγή χωρίς να γνωρίζει ούτε ποιες θα είναι οι Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις, ούτε ποια θα είναι τα έργα και οι δραστηριότητες που θα απαλλαχθούν από την υποχρέωση αδειοδότησης, καθώς σύμφωνα με το ίδιο το νομοσχέδιο, η σχετική κατάταξη θα αποφασιστεί από τον Υπουργό ένα μήνα μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου.

Ενδεικτικά, στην περίπτωση που για τη νέα κατηγοριοποίηση χρησιμοποιηθεί ως βάση αναφοράς η υφιστάμενη, όπως άλλωστε αφήνει να εννοηθεί και η Αιτιολογική Έκθεση, τότε στα έργα και τις δραστηριότητες που θα απαλλάσσονται από την περιβαλλοντική αδειοδότηση θα περιλαμβάνονται έργα όπως δασικοί δρόμοι, μεγάλα έργα άδρευσης και ύδρευσης, αποστραγγιστικά έργα, αμμοληψίες, γήπεδα, εμπορικά κέντρα, καθώς και πλήθος βιομηχανικών εγκαταστάσεων.

Ο νόμος επίσης καταργεί το στάδιο της προκαταρκτικής αξιολόγησης, όπως ίσχυε μέχρι σήμερα, χωρίς μάλιστα να το υποκαθιστά με κάποια άλλη διαδικασία ενημέρωσης του κοινού και των αρμόδιων υπηρεσιών και εξέτασης των εναλλακτικών λύσεων. Ο Προκαταρκτικός Προσδιορισμός Περιβαλλοντικών Απαιτήσεων, ο οποίος σύμφωνα με τα προηγούμενα προσχέδια θα υποκαθιστούσε το στάδιο της Προκαταρκτικής Περιβαλλοντικής Εκτίμησης και Αξιολόγησης όπως ισχύει σήμερα, καθίσταται προαιρετικός, γεγονός που συνεπάγεται στην πράξη την πλήρη κατάργησή του.

Η σημαντικότερη ωστόσο θεσμική αλλαγή είναι η εκχώρηση της αξιολόγησης των Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων και της σύνταξης των Αποφάσεων Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων σε ιδιωτικά μελετητικά γραφεία. Έτσι η ίδια η αγορά θα συντάσσει τις Μελέτες και μετά θα τις αξιολογεί, ενώ ο ρόλος των υπηρεσιών θα περιοριστεί απλά στο να σφραγίζει τις έτοιμες αποφάσεις και να διεξάγει κάποιους «δειγματοληπτικούς ελέγχους» για να ελέγχει την αξιοπιστία της κρίσης των ιδιωτικών γραφείων. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα και η πρόβλεψη που υπήρχε στο νομοσχέδιο για τη δυνατότητα των υπηρεσιών να αναλαμβάνουν αυτές την αξιολόγηση κάποιων μελετών που κρίνουν πολύ σημαντικές, αφαιρέθηκε στη συνέχεια.

Με αυτή τη ρύθμιση ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου ελπίζει να λύσει αυτόματα το ζήτημα των καθυστερήσεων: καθώς οι υποστελεχωμένες υπηρεσίες αδυνατούσαν να αξιολογήσουν εγκαίρως τις Μελέτες, οι επιχειρηματικοί κύκλοι πίεζαν για την υιοθέτηση της αρχής της «τεκμαρτής άδειας», όπως άλλωστε έγινε και στο νόμο για το fast track. Σύμφωνα με την αρχή αυτή, όταν περνούσε το προβλεπόμενο διάστημα για την αξιολόγηση της Μελέτης χωρίς να δοθεί απάντηση από την υπηρεσία, η άδεια δινόταν αυτόματα. Η εκδοχή αυτή συναντούσε προφανώς ισχυρές αντιδράσεις και δεν έγινε αποδεκτή ούτε από την προηγούμενη ηγεσία του ΥΠΕΚΑ. Ο νέος Υπουργός ωστόσο, έλυσε το γόρδιο δεσμό με μια κίνηση: κατάργησε τον έλεγχο από τις υπηρεσίες και έτσι δεν υπάρχει πια θέμα καθυστέρησης! Με αυτόν τον τρόπο καταργείται στην ουσία κάθε έννοια δημόσιου ελέγχου, γεγονός που καθιστά τη συγκεκριμένη ρύθμιση μια πιλοτική εφαρμογή που ίσως εξαπλωθεί και σε άλλους τομείς.

Πιέσεις και απουσία διαβούλευσης

Οι αλλαγές αυτές, οι οποίες στην πραγματικότητα συνιστούν απλώς καταργήσεις και όχι «καινοτομίες» όπως περιγράφονται στις ανακοινώσεις του Υπουργείου, γίνονται κάτω από τις ασφυκτικές πιέσεις της Τρόικας και άλλων κύκλων για άρση κάθε ελέγχου και περιορισμού στην επιχειρηματική δραστηριότητα. Κάτω από αυτές τις πιέσεις, εδώ και ένα χρόνο, είχε ανατεθεί από την προηγούμενη ηγεσία του ΥΠΕΚΑ σε γνωστό ιδιωτικό μελετητικό γραφείο η κατάρτιση ενός προσχέδιου νόμου για τη μεταρρύθμιση της περιβαλλοντικής αδειοδότησης. Αξίζει να σημειωθεί ότι η ENVECO, η εταιρία που ανέλαβε την κατάρτιση του σχεδίου, κατόπιν μάλιστα αδρής αμοιβής, αποτελεί σημαντικό όνομα στην εκπόνηση ΜΠΕ, έχοντας αναλάβει πολλές Μελετές μάλιστα εκ μέρους του Δημοσίου, γεγονός που υποδεικνύει την μη αντικειμενικότητά της για μια τέτοια δουλειά. Σε κάθε περίπτωση, όπως ανέφεραν κύκλοι του ΥΠΕΚΑ, η κυβέρνηση είχε δεσμευτεί έναντι των δανειστών της να ψηφιστεί το σχετικό νομοσχέδιο μέχρι τον περασμένο Ιούνιο.

Πέρα ωστόσο από κάποιες διαρροές και κάποιες συζητήσεις εντός του Υπουργικού Συμβουλίου, το προσχέδιο αυτό ποτέ δεν είδε το φως της δημοσιότητας και ποτέ δεν τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση. Δόθηκε μόνο άτυπα σε κάποιους φορείς, ανάμεσά τους και στις περιβαλλοντικές οργανώσεις, οι οποίες και κλήθηκαν τον περασμένο Φεβρουάριο να καταθέσουν τις απόψεις και τις προτάσεις τους, όπως και έκαναν. Βέβαια, ποτέ δεν μάθαμε την κατάληξη αυτής της διαδικασίας, αφού εντωμεταξύ άλλαξε η ηγεσία του ΥΠΕΚΑ και τώρα, μερικούς μήνες μετά, ο νέος Υπουργός κατέθεσε, απευθείας στη Βουλή, το τελικό νομοσχέδιο, το οποίο μάλιστα διαφέρει ουσιαστικά από το προηγούμενο προσχέδιο, χωρίς έτσι να έχει προηγηθεί ουσιαστικά καμία διαβούλευση ή έστω ενημέρωση και δημοσιοποίηση.

Η ειρωνία είναι μάλιστα ότι το Νομοσχέδιο συνοδεύεται από μια «Έκθεση Δημόσιας Διαβούλευσης», όπου αναφέρεται ότι η «δημόσια διαβούλευση» για το Κεφάλαιο Α του νομοσχεδίου, αυτό δηλαδή που αφορά την περιβαλλοντική διαβούλευση, «ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 2011 οπότε και παρουσιάστηκε ανεπίσημα το πρώτο σχέδιο» και «έγινε με αποστολή σχολίων, διμερείς επαφές και διεξαγωγή συναντήσεων στο ΥΠΕΚΑ με ομάδες ενδιαφερομένων φορέων (όπως πχ οι ΜΚΟ)». Στα αποτελέσματα αυτής της υποτιθέμενης «δημόσιας διαβούλευσης» περιλαμβάνονται μόνο αυτολεξεί εκτενή αποσπάσματα της σχετικής επιστολής που είχαν από κοινού στείλει οι περιβαλλοντικές οργανώσεις, χωρίς φυσικά να έχουν τότε υπ’ όψη τους το τελικό νομοσχέδιο και χωρίς, ακόμα περισσότερο, να ληφθούν οι προτάσεις τους σε οποιοδήποτε βαθμό υπόψη στη σύνταξη του τελικού σχεδίου. Με αυτό τον τρόπο οι κατατεθημένες απόψεις μας χρησιμοποιούνται λάθρα και πέρα από τις προθέσεις μας ως υποκατάστατο της ανύπαρκτης δημόσιας διαβούλευσης και ως μέσο νομιμοποίησης των προθέσεων του Υπουργείου.

Άλλο ενδεικτικό στοιχείο της βιασύνης του ΥΠΕΚΑ να επιβάλλει τις αλλαγές, χωρίς καμία διάθεσης διαλόγου και διαπραγμάτευσης, είναι ότι στην Αιτιολογική Έκθεση, περιλαμβάνει ψευδή στοιχεία για να αποδείξει το υποτιθέμενο δυσανάλογο όγκο αξιολογήσεων που διεξάγονται στην Ελλάδα σε σχέση με τις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες. Έτσι συγκρίνει διαφορετικα στοιχεία, πιο συγκεκριμένα αριθμούς κατατεθημένων φακέλων προς αξιολόγηση στην Ελλάδα με ολοκληρωμένες διαδικασίες περιβαλλοντικές αδειοδότησης σε άλλες χώρες, φτάνοντας έτσι στο σημείο να ισχυριστεί ότι η Αυστρία διεκπεραιώνει ετησίως 3 μελέτες ανά εκατομύριο κατοίκων και η Ελλάδα 1902! Το ψευδές των εντυπωσιακών αυτών ισχυρισμών αποδεικνύεται εύκολα αν δούμε ότι στην ίδια ακριβώς Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής από την οποία αντλεί τα στοιχεία για τις άλλες χώρες, η Ελλάδα έχει δώσει αριθμούς υποπολλαπλάσιους από αυτούς που εμφανίζει στην Αιτιολογική Έκθεση.

Περισσότερα για την περιβαλλοντική αδειοδότηση στην Ελλάδα σε προηγούμενο αφιέρωμα του alterthess εδώ και εδώ.


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.