Σκουριές: Η αρχή της πρόληψης και η χαμένη τιμή της #skouries


Σαν συνέχεια της κριτικής στη μελέτη ανάλυσης κινδύνου των φραγμάτων Καρατζά και Λοτσάνικου στις Σκουριές από τον καθηγητή γεωφυσικής Κ. Παπαζάχο, μεταφέρουμε εδώ κάποια σχόλια του ομότιμου καθηγητή γεωλογίας Σαράντη Δημητριάδη, που αφορούν κινδύνους που συνδέονται με την υψηλή σεισμικότητα της περιοχής. Το απόσπασμα που δημοσιεύουμε προέρχεται από τις ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ (ΜΠΕ) ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΧΡΥΣΟΣ ΣΤΗ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗ, που είχε δημοσιοποιήσει ο κ. Δημητριάδης το 2010, όταν ήταν υπό συζήτηση η εν λόγω ΜΠΕ.

13-Parartima_X-dragged-1024x724ΧΑΡΤΗΣ 2, Σεισμοτεκτονική Μελέτη του Α.Π.Θ. για την ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΧΡΥΣΟΣ, Παράρτημα Χ της ΜΠΕ. Οι εγκαταστάσεις της εταιρείας και τα ρήγματα Στρατωνίου και Γοματίου (έντονες κόκκινες γραμμές).

Κεφάλαιο 5.
Για την επικινδυνότητα των ίδιων των αποβλήτων που θα αποτεθούν στον Κοκκινόλακκα έχει γίνει ήδη αναφορά στα προηγούμενα. Στη συνέχεια σχολιάζονται σημεία που αφορούν το κατασκευαστικό του μέρος (ΜΠΕ. σελ.5.5-47).

Η χωρητικότητα αυτού του αποθέτη σχεδιάστηκε για 10,5 εκατομμύρια κυβικά μέτρα (ΜΠΕ, σελ. 5.5-47) που, κατά δικούς μου υπολογισμούς, αντιστοιχεί σε δεκαοκτώμιση περίπου εκατομμύρια τόνους αποβλήτων. Και μόνο το φορτίο αυτό -στο οποίο στην πραγματικότητα θα πρέπει να προστεθεί και το φορτίο των δύο φραγμάτων και άλλων περιφερειακών έργων- φορτίζει σημαντικά μέχρι αγνώστου βάθους τις τάσεις στο γεωλογικό υπόβαθρο πάνω στο οποίο θα κατασκευαστεί το σύνολο του έργου. Επιπρόσθετα, κατά τη ΜΠΕ η αποθηκευτική δυναμικότητα του αποθέτη στον Κοκκινόλακκα έχει προβλευθεί για να εξυπηρετήσει τα σημερινά βεβαιωμένα αποθέματα του μεταλλείου Μαύρων Πετρων και του υποέργου Ολυμπιάδας, συν την απαναπόθεση ήδη υπαρχόντων αποβλήτων, (ΜΠΕ, σελ. 5.5-49), καθώς «και άλλων συμπυκνωμάτων είτε από τον Ελληνικό χώρο είτε από το εξωτερικό προκειμένου να καλύπτεται η δυναμικότητα της μονάδας» της μεταλλουργικής «αποτελώντας έτσι μια αυτόνομη οικονομική βιομηχανική μονάδα» (ΜΠΕ, σελ. 5.5-12). Τα παραπάνω εντείνουν τα ερωτήματα για τη, μη προβλεπόμενη παρόλα αυτά, μελλοντική τύχη των επι πλέον τοξικών αποβλήτων εξόρυξης, εμπλουτισμού και μεταλλουργικής επεξεργασίας (και εισαγόμενων μεταλλευμάτων) στις περιοχές Ολυμπιάδας και Στρατωνίου και τη σημαντική στατική επιβάρυνση του γεωλογικού υποβάθρου.

Για το υπόβαθρο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί κατ’ αρχάς ότι βρίσκεται σε άμεση γειτονεία με το σεισμικά ενεργό ρήγμα του Στρατωνιου, και ότι σε βάθος προσβάσιμο στη γεωλογική παρατήρηση τα χαρακτηριστικά του υποβάθρου, όπως προκύπτουν από τα γραφόμενα στη ΜΠΕ (σελ. 5.5-53, από όπου και τα αντλώ σχεδόν κατά λέξη) είναι από πάνω προς τα κάτω τα εξής:

α).  4 έως 6 μέτρα μικτών αλλουβιακών αποθέσεων: κροκκάλες, χάλικες και τεμάχη, προερχόμενα κυρίως από γνευσίους και αμφιβολίτες, σε συνδυασμό με αδρόκοκκο έως λεπτόκοκκο έδαφος αμμώδους κυρίως σύστασης. Επιπροσθέτως, στα χαλαρά ιζήματατης κοίτης του Κοκκινόλακκα συμμετέχουν και υλικά από την μακρόχρονη μεταλλευτική και μεταλλουργική δραστηριότητα, που αναπτύχθηκε στην περιοχή.

β).  1,5 έως 6,0 και κατά θέσεις έως 10,0 μέτρα: Μανδύας αποσάθρωσης του αμφιβολιτικού υποβάθρου. Πρόκειται για εδαφικό σχηματισμό, αργιλοαμμώδους έως αργιλώδους σύστασης, με μικρά τεμάχη και χάλικες αμφιβολιτών και αμφιβολιτικών γνευσίων. Ο σχηματισμός είναι κατά θέσεις έντονα αποσαθρωμένος (από 6 έως 10 μέτρα βάθος),  παρουσιάζει φαινόμενα ερπυσμού με την ανάπτυξη κατολισθήσεων και επιφανειακών ασταθειών στις θέσεις που το πάχος του είναι σημαντικό, και παρουσιάζει κατά θέσεις έντονα φαινόμενα υδραυλικής διάβρωσης.

γ).  Βραχώδες υπόβαθρο αποτελούμενο από:
γ1) αμφιβολίτες και αμφιβολιτικούς γνευσίους. Η βραχόμαζα παρουσιάζεται υγιής με μεγάλη αντοχή, ελαφρά κερματισμένη, με παρουσία δύο συστημάτων παρακατακόρυφων ασυνεχειών μεγάλης εμμονής. Κατά θέσεις παρατηρείται ανάπτυξη σχιστότητας (δε δίνεται η διεύθυνσή της), η οποία είναι περισσότερο εμφανής στους αμφιβολιτικούς γνευσίους.
γ2) αμφιβολίτες και αμφιβολιτικούς γνευσίους μέτρια και κατά θέσεις έντονα κερματισμένους και μέτρια αποσαθρωμένους. Η βραχόμαζα παρουσιάζει μέτρια έως μεγάλη αντοχή και διατρέχεται από τρία τουλάχιστον συστήματα ασυνεχειών μέτριας έως μεγάλης εμμονής. Παρατηρείται καλή ανάπτυξη της σχιστότητας (της οποίας δε δίνεται διεύθυνση), η οποία σε συνδυασμό με τις ασυνέχειες δημιουργεί τον κατακερματισμό της βραχόμαζας. Το πάχος του εν λόγω σχηματισμού κυμαίνεται από 2 μέτρα έως 28 μέτρα περίπου.
γ3) έντονα αποσαθρωμένους και κερματισμένους αμφιβολίτες και αμφιβολιτικούς γνευσίους. Πρόκειται για βραχόμαζα με μικρή έως μέτρια αντοχή, που κατά θέσεις παρουσιάζει εδαφικό χαρακτήρα, διατηρώντας όμως εν γένει την αρχική δομή. Η βραχόμαζα διατέμνεται από τέσσερα τουλάχιστον συστήματα ασυνεχειών, ενώ κατά θέσεις ο κερματισμός και η αποσάθρωση είναι εντονότατη δημιουργώντας χαλικώδες έως αμμώδες έδαφος. Ο αποσαθρωμένος αμφιβολίτης έχει μεταβλητό πάχος (1 έως 6 μέτρα) και μεταβλητό βαθμό αποσάθρωσης.

Παρέθεσα παραπάνω με λεπτομέρειες τα αναφερόμενα στη ΜΠΕ για το γεωλογικό υπόβαθρο της περιοχής της νέας εγκατάστασης αποβλήτων στον Κοκκινόλακκα, για να υποστηρίξω πως: χωρίς σημαντική σε βάθος ειδική θεμελίωση του έργου (και όχι με μια απλή «απομάκρυνση της βλάστησης, των δέντρων, του εδαφικού υλικού και της φυτικής γης» (ΜΠΕ,σελ. 5.5-57), αυτό δεν εμπνέει -με βάση τα εκτεθέντα χαρακτηριστικά του- εμπιστοσύνη ευστάθειας και αντοχής σε σημαντικές ολισθητικές τάσεις, όταν μάλιστα βρίσκεται σε επαφή σχεδόν με το σεισμικά ενεργό ρήγμα του Στρατωνίου. Αν επι πλέον ληφθεί υπόψη η τοξικότητα των υλικών που η εγκατάσταση θα φιλοξενήσει, η έλλειψη αυτής της εμπιστοσύνης είναι ένας ισχυρότατος αρνητικός παράγοντας που πρέπει πολύ σοβαρά να ληφθεί υπόψη.

Ειδικά δε για το σεισμικά ενεργό ρήγμα του Στρατωνίου, οι λίγες μόνο σειρές που παρατίθενται για τα σεισμοτεκτονικά στοιχεία της περιοχής (οκτώ στίχοι κειμένου, σελ.5.5-54) στην κατά τα άλλα εκτενέστατη ΜΠΕ, σαφώς υποβαθμίζουν την καίρια σημασία του παραπάνω ρήγματος για το σύνολο των έργων στο Στρατώνι. Υπενθυμίζω, και θα επανέλθω αμέσως στη συνέχεια, πως σχεδόν ακριβώς επάνω στο ενεργό αυτό ρήγμα τοποθετούνται η εγκατάσταση εμπλουτισμού του Μαντέμ Λάκκου, το προς ανέγερση εργοστάσιο μεταλλουργίας και οι λιμενικές εγκαταστάσεις του Στρατωνίου. Έπ’ αυτού πάλι, είναι ασαφές γιατί υπάρχει διαφορά τίτλου της ειδικής σεισμοτεκτονικής μελέτης, όπως αυτή αναφέρεται στην παραπομπή της σελίδας 5.5-54 της ΜΠΕ (υποσημείωση αρ.29), και εκείνης που υπάρχει στο παράρτημα Χ (όπου επι πλέον η αντίστοιχη μελέτη χαρακτηρίζεται ως προκαταρτική).

Η σημασία και επικινδυνότητα του σεισμογόνου ρήγματος Στρατωνίου εκτίθενται με κάποια επιπλέον στοιχεία στην επόμενη ενότητα που αφορά τις λιμενικές εγκαταστάσεις Στρατωνίου.

Οι σχεδιαζόμενες (ΜΠΕ. σελ. 5.6-1) νέες λιμενικές εγκαταστάσεις στο βόρειο άκρο της παραλίας Στρατωνίου (στις οποίες μάλιστα προβλέπεται η αποθήκευση και θα εξυπηρετείται η διακίνηση πολύ μεγάλων ποσοτήτων θειικού οξέως), βρίσκονται ακριβώς επάνω στο ορατό ίχνος ενός ενεργού σεισμογόνου ρήγματος που είχε δραστηριοποιηθεί στον καταστρεπτικό σεισμό του 1932. Οι συνέπειες του σεισμού εκείνου (ισχύος άνω των 7 ρίχτερ) ήταν η σχεδόν ολική καταστροφή της Ιερισσού και του Στρατωνίου, ο θάνατος 126 άνθρώπων, ο τραυματισμός άλλων 274 και οι σοβαρές βλάβες και σε άλλα γύρω χωριά (Γομάτι, Μεγάλη Παναγία, Αρναία, Νέα Ρόδα, Στάγειρα, Βαρβάρα, Ολυμπιάδα, Παλαιοχώρι και Σιδεροπόταμος), ενώ από τις Μονές του Αγίου Όρους μόνο εκείνες του Φιλοθέου και Καρακάλα έμειναν άθικτες. Εξάλλου, καταγράφηκε μετά το σεισμό αυτό του 1932 τσουνάμι ύψους 2 μέτρων που επαναλήφθηκε 4 έως 5 φορές στην Ιερισσό, το Στρατώνι, την Ολυμπιάδα και τα Νέα Ρόδα, ενώ έφτασε και μέχρι το Πόρτο Λάγος (στοιχεία από Papazachos and Papazachou, 1997, editions ZITI, σελίδα 269., βλέπε επίσης και παράρτημα Χ της ΜΠΕ με τους εκεί χάρτες). Αντιγράφω ακόμα από το Papazachos and Papazachou, 1997, αποσπάσματα από την περιγραφή (σε μετάφραση δική μου) και άλλων συνεπειών εκείνου του σεισμού:

“Από το Στρατώνι και δυτικότερα, σε μήκος 7 χιλιομέτρων, άνοιξε στη γη ρωγμή με διεύθυνση ανατολή – δύση, πλάτους 2 μέτρων και βάθους 10 μέτρων. Παράλληλα και κάθετα στη ρωγμή αυτή άνοιξαν και άλλες δευτερεύουσες ρωγμές. Στο Μαντέμ Λάκκο η κύρια ρωγμή έκοψε στα δύο το μεταλλικό κτίριο που φιλοξενούσε τα φορτία της εναέριας γραμμής των βαγονέτων.”

Με τα παραπάνω δεδομένα, και επειδή η επανάληψη ενός σεισμού με τα χαρακτηριστικά εκείνου του 1932 καθόλου δεν μπορεί να αποκλεισθεί εντός του χρόνου λειτουργίας των λιμενικών, όπως και των μεταλλευτικών και μεταλλουργικών εγκαταστάσεων στο Στρατώνι, η χωροθέτηση όλων αυτών των εγκαταστάσεων, όπως προβλέπεται στη ΜΠΕ -ιππαστί επί ενός ενεργού σεισμογόνου ρήγματος ικανού να προκαλέσει καταστροφικό σεισμό- είναι πέρα από κάθε λογική και με επιστημονικά κριτήρια απορριπτέα.

Θα πρέπει επί του προκειμένου να αναρωτηθούμε αν είναι μόνο η διαφορά στον αριθμό των αναμενόμενων θυμάτων που μας κάνει να θεωρούμε απαγορευτική την εγκατάσταση ενός πυρηνικού σταθμού επάνω σε ενεργό σεισμογόνο ρήγμα, ενώ, υπό τις ίδιες συνθήκες, θα μπορούσαμε να αποδεχτούμε τη λειτουργία εγκαταστάσεων όπως αυτές που προβλέπονται για την περιοχή του Στρατωνίου.

Στην εισαγωγή και τα γενικά του 2ου σταδίου ανάλυσης (ΜΠΕ, σελ. 5.7-8) αναφέρεται: «Όσον αφορά ποσοστά ατυχημάτων ανά είδος δραστηριότητας η εγκυρότερη διαθέσιμη ανάλυση προκύπτει από στοιχεία του ΕΚΕΦΕ Δημόκριτος για την περίοδο 1985-2000 και δίνεται στο σχήμα 5.7.2-1. Παρατηρείται ότι στη βιομηχανία μετάλλων συμβαίνει περί το 6% των βιομηχανικών ατυχημάτων σε αντίθεση με την χημική και πετροχημική βιομηχανία στις οποίες συμβαίνει το 50% των βιομηχανικών ατυχημάτων. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα στα σχέδια ασφάλειας και εκτάκτου ανάγκης στη διαχείριση καυσίμων και ατυχημάτων που σχετίζονται με καύσιμα».

Για τη χρήση του παραπάνω ευρήματος όμως χρειάζεται να είναι σαφής ο διαχωρισμός του τι εννοείται βιομηχανία μετάλλων και τι χημική βιομηχανία. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι η όλη περιγραφόμενη στη ΜΠΕ μελλοντική δραστηριότητα της Ελληνικός Χρυσός στη ΒΑ Χαλκιδική πολύ δύσκολα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μια αμιγής βιομηχανία μετάλλων, και να απαλλαγεί από το χαρακτηρισμό της ως μιας κατά πολύ μεγάλο μέρος χημικής βιομηχανίας. Εξάλλου, η μονάδα παραγωγής θειικού οξέως είναι αμιγώς χημική. Έτσι, δεν είναι μόνο τα καύσιμα και η διαχείρισή τους που χρειάζονται ιδιαίτερης βαρύτητας σχέδια ασφάλειας και εκτάκτου ανάγκης, αλλά και το πλήθος άλλων επικίνδυνων (καυστικών, εκρηκτικών και τοξικών ουσιών) που διακινούνται, αποθηκεύονται, χρησιμοποιούνται και απορρίπτονται κατά τις προβλεπόμενες δραστηριότητες του όλου έργου.

Σε πίνακα που παρατίθενται τα τυπικά μέτρα περιορισμού διακινδύνευσης (ΜΠΕ, Πίνακας 5.7.2-3, σελ. 5.7-12), αναφέρεται στην τελευταία κάτω σειρά πως σε ό,τι αφορά την τοπική κοινωνία και την αντίδρασή της/μη αποδοχή (εννοείται, φαντάζομαι, έναντι κάποιων πραγματικών ή εν δυνάμει επικίνδυνων πλευρών ενός έργου, μιας δραστηριότητας ή μιας κατάστασης) «η διακινδύνευση περιορίζεται με την ανάμειξη της τοπικής κοινωνίας από τα πρώιμα στάδια, την ανάμειξή της κατά τη διαδικασία αξιολόγησης των εναλλακτικών λύσεων και την επεξήγηση των διαφόρων θεμάτων».

Χωρίς να αμφισβητούνται εδώ προθέσεις και πρακτικές, το ερώτημα είναι αν τα παραπάνω έγιναν στην έκταση, με το πνεύμα και τις λεπτομέρειες που απαιτούνται σχετικά, με την πειθώ και τα επιχειρήματα ως εργαλεία συζήτησης, και αν έχει εξηγηθεί, ή έγινε προσπάθεια να εξηγηθεί στην τοπική κοινωνία, πέρα από τις εναλλακτικές λύσεις, τι σημαίνουν π.χ. οι αριθμοί στο κάτω μέρος της σελίδας 5.7-11 της ΜΠΕ που αφορούν πιθανότητες αστοχίας, και τι ακριβώς ή περίπου σημαίνουν τα διαγράμματα των σχημάτων 5.7.2-3, 5.7.2-4, 5.7.2-5 και 5.7.2-6 στις σελίδες 5.7-14, 5.7-15, 5.7-16 και 5.7-17 της ΜΠΕ.

Από μια ανάγνωση του υποκεφαλαίου 5.7. της ΜΠΕ, η εντύπωση που αποκομίζεται είναι πως πρέπει να έχουν περιληφθεί εδώ όλα τα κατά τη διεθνή πρακτική προβλεπόμενα μέτρα ασφάλειας, που θεωρητικά βέβαια μπορεί να φαίνονται επαρκή για τα ληφθέντα υπόψη δυσμενή σενάρια. Θα εκφράσω παρόλα αυτά την εξής επιφύλαξη:

Η εμπειρία έχει δυστυχώς σε πολλές περιπτώσεις αποδείξει πως τα πραγματικά περιστατικά μπορεί να εξελιχθούν πολύ χειρότερα από κάθε “λογική” πρόβλεψη, ακόμα και εκεί που υπήρχε η άποψη πως τα χειρότερα έχουν προβλεφθεί. Επίκαιρη και πολύ διδακτική επί του προκειμένου η παραπομπή στα πρόσφατα συμβάντα στη Φουκουσίμα, τα οποία απέδειξαν πόσο ανίσχυρα μπορεί να αποδειχθούν μπροστά στις δυνάμεις της φύσης τα αποτρεπτικά των καταστροφών μέτρα, που και εκεί θα πρέπει να βασίστηκαν σε εγκριθείσες μελέτες, εκπονημένες από μηχανικούς υψηλής ασφαλώς επιστημονικής και επαγγελματικής επάρκειας. Δυστυχώς, η αναγνώριση σφαλμάτων και παραμέτρων που θα έπρεπε μεν, αλλά που δε λήφθηκαν υπόψη, γίνεται πάντα εκ των υστέρων. Διδασκόμαστε βεβαίως έτσι, αλλά ακόμα δεν έχουμε γίνει σοφοί, ενίοτε δε ενεργούμε ως μαθητευόμενοι μάγοι.

Στην περίπτωση του όλου σχεδιαζόμενου έργου υπάρχει το ενδεχόμενο, που δεν έχει προβλεφθεί στη ΜΠΕ αλλά και δεν μπορεί να αποκλεισθεί ως παντελώς απίθανο, μιας αλυσιδωτής σειράς ταυτόχρονων καταστροφικών γεγονότων μετά από ισχυρό σεισμό.

Έχω και στα προηγούμενα επισημάνει (όπως επισημαίνεται εξάλλου και στην ίδια η ΜΠΕ) την υψηλή σεισμικότητα της περιοχής, την από κακή τύχη εν πολλοίς ήδη υπάρχουσα, αλλά και από κακό σχεδιασμό προβλεπομενη τοποθέτηση των περισσοτέρων εγκαταστάσεων επάνω ή παραδίπλα σε ενεργά σεισμικά ρήγματα, και θα υπογραμμίσω επί πλέον την όχι μικρή πιθανότητα να γίνει ισχυρός σεισμός στην περιοχή, με τα χαρακτηριστικά εκείνου του 1932, εντός της προβλεπόμενης περιόδου ενεργού λειτουργίας των εξορύξεων και των μεταλλευτικών και μεταλλουργικών εγκαταστάσεων. Με δεδομένη την αποθήκευση στις ευρύτερες εγκαταστάσεις του Μαντέμ Λάκκου μεγάλων ποσοτήτων: εκρηκτικών, καυσίμων, οξυγόνου, προπανίου, υδροχλωρικού οξέως, θειικού οξέως, καυστικού νατρίου, υδρασβέστου, υπεροξειδίου του υδρογόνου, κυανιούχου νατρίου και ισοπροπυλικής ξανθάτης, ένα τέτοιο γεγονός, απευκταίο οπωσδήποτε, είναι παρόλα αυτά πιθανό και θα έχει, αν συμβεί, πολλαπλές άμεσες συνέπειες (εγκλωβισμούς σε στοές, εκδήλωση πυρκαγιών σε επιφανειακές ή υπόγειες εγκαταστάσεις, εκρήξεις, τραυματισμούς, απελευθέρωση καυστικών ή τοξικών ουσιών, βλάβες σε χώρους απόθεσης αποβλήτων με απελευθέρωση και διασπορά μέρους των εκεί αποθέσεων κ.λπ.). Σε ένα τέτοιο σενάριο είναι σχεδόν βέβαιο πως κανένας σχεδιασμός ασφάλειας δεν πρόκειται να λειτουργήσει. Η αγνόηση βέβαια του σεναρίου αυτού, ή ο εξορκισμός του, δεν πρόκειται να το κάνει λιγότερο πιθανό, η δε διακινδύνευση (το ρίσκο) στην περίπτωση αυτή αναλαμβάνεται σε μικρό κατ’ αρχήν ποσοστό από όσους υποστηρίζουν, αλλά κυρίως, και τελικά, από εκείνους που θα εγκρίνουν την υλοποίηση του όλου έργου της προτεινόμενης επένδυσης.


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.