Το «εμπόδιο» των αυτοχθόνων


Εξορύξεις και πετρέλαιο συνθλίβουν τους αυτόχθονες στη Λατινική Αμερική

Του Τάσου Σαραντή

getFile-132Οι κυβερνήσεις στη Λατινική Αμερική παραβιάζουν τα δικαιώματα των αυτόχθονων πληθυσμών τους στην προσπάθειά τους να τροφοδοτήσουν την περιβόητη ανάπτυξη μέσα από την εξόρυξη των φυσικών πόρων. Και, όπως συμβαίνει και στη χώρα μας, αντιμετωπίζουν τις αντιδράσεις των κατοίκων στα επενδυτικά σχέδια -στην προκειμένη περίπτωση από τις κοινότητες των ιθαγενών- ως εμπόδιο για την πολυαναμενόμενη πρόοδο.

Μια νέα έκθεση της Rights and Resources Initiative (RRI), μιας παγκόσμιας συμμαχίας οργανώσεων που εδρεύει στην Ουάσινγκτον, διαπιστώνει ότι, παρ’ όλο που ορισμένες κυβερνήσεις στη Λατινική Αμερική στρέφονται όλο και περισσότερο στην εξόρυξη φυσικών πόρων για να τροφοδοτήσουν την οικονομική τους ανάπτυξη, αρκετές δίνουν ελάχιστη σημασία στις επιπτώσεις των εξορύξεων και της εξερεύνησης πετρελαίου στο περιβάλλον ή και τους κατόχους της γης.

Η Μαργαρίτα Φλορέζ, εκτελεστική διευθύντρια στην Asociación Ambientey Sociedad, μιας οργάνωσης για το περιβάλλον και τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Κολομβία, αναλύοντας τις επιπτώσεις των εξορυκτικών βιομηχανιών στα δικαιώματα των κοινοτήτων και στην καταπάτηση των δασικών εκτάσεων στην Κολομβία, το Περού, τη Γουατεμάλα και τον Παναμά, αναφέρει ότι οι εξορυκτικές δραστηριότητες στις χώρες αυτές αυξήθηκαν σε ένταση και εύρος κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο δεκαετιών, εστιάζοντας ιδιαίτερα σε εδάφη που ανήκουν σε κοινότητες αυτόχθονων και απογόνων των Αφρικανών.

«Πολλές από τις πραγματικές επιπτώσεις δεν έρχονται στο φως», αναφέρει η Αυγούστα Μόλναρ από την RRI. «Οι κυβερνήσεις νομίζουν ότι μπορούν να επεκτείνουν δραματικά την εξόρυξη ή την εξερεύνηση πετρελαίου στις χώρες τους, διότι αφορούν ένα μικρό ποσοστό της συνολικής έκτασης της γης και, ως εκ τούτου, θεωρούν ότι οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις θα είναι μικρές -παρά το γεγονός ότι το 90-100% από αυτές τις περιοχές βρίσκονται στη μέση δασών και γης των ντόπιων κοινοτήτων. Ετσι, στην πραγματικότητα, οι επιπτώσεις είναι πολύ μεγάλες». Και στις τέσσερις χώρες, για παράδειγμα, καταστρέφονται ζωτικές πηγές νερού για τις κοινότητες των αυτόχθονων, λόγω της πολύ μεγάλης ζήτησης νερού για τις εργασίες εξόρυξης.

Σε κάθε μία από τις τέσσερις αυτές χώρες, οι ξένες άμεσες επενδύσεις επικεντρώνονται κυρίως στον εξορυκτικό τομέα. Στην Κολομβία, για παράδειγμα, το πετρέλαιο και οι επενδύσεις εξόρυξης αντιπροσώπευαν το 92% των ξένων άμεσων επενδύσεων το 2011 (περίπου 13,2 δισ. δολάρια). Οι ξένες άμεσες επενδύσεις αυξήθηκαν επίσης σε αυτούς τους τομείς στη Γουατεμάλα, το Περού και τον Παναμά. Ομως, ο ανταγωνισμός για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων συχνά περιόρισε ή εξάλειψε τους περιορισμούς και το νομοθετικό πλαίσιο, προκειμένου να προσελκύσουν τις εταιρείες. Η εξορυκτική βιομηχανία «τυγχάνει» ιδιαίτερων προνομίων για την εκμετάλλευση των ορυχείων και του πετρελαίου, που έχουν χαρακτηριστεί «δημόσιας χρησιμότητας». Αυτά τα προνόμια επιτρέπουν σε ιδιώτες και κρατικές εταιρείες να χρησιμοποιούν άλλους ανάλογα χαρακτηρισμένους πόρους, όπως το νερό, το έδαφος και τα δάση, για τους σκοπούς της εκμετάλλευσης. Η δε παραχώρηση των δικαιωμάτων εκμετάλλευσης διαρκεί κατά μέσο όρο από 25 έως 30 χρόνια.

Επιπλέον, η έκθεση αναφέρει ότι ελάχιστες διαβουλεύσεις φαίνεται να πραγματοποιούνται ανάμεσα στις πληγείσες κοινότητες και τις κυβερνήσεις, γεγονός που αφήνει στην ησυχία τους τις ιδιωτικές εταιρείες εξόρυξης, ενώ θέτει τις βάσεις για συγκρούσεις και δημιουργεί ένα προηγούμενο που υπονομεύει τόσο σε νομικό όσο σε εθνικό επίπεδο τα ζητήματα διακυβέρνησης.

«Σε γενικές γραμμές, διαπιστώσαμε ότι τα θεσμικά όργανα δεν είναι σε θέση σε κρατικό επίπεδο να ελέγχουν τις εκτιμήσεις για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις και στην πραγματικότητα δεν υπάρχει κανένας μηχανισμός εποπτείας», αναφέρει η Φλόρεζ. «Γνωρίζουμε ότι οι αυτόχθονες πληθυσμοί είναι πολύ σημαντικός παράγοντας στη διαχείριση των δασών και ζουν σε αρμονία με τα δάση. Γνωρίζουμε επίσης ότι η φτώχεια αυξάνεται, αν δεν συνεργαστείς με αυτούς τους ντόπιους πληθυσμούς». Κι όμως, τα κινήματα διαμαρτυρίας κατά των εξορυκτικών δραστηριοτήτων αντιμετωπίζονται από τις κυβερνήσεις ως εμπόδια για την πολυαναμενόμενη πρόοδο.

Από την άλλη, «μια εταιρεία δεν μπορεί να εισπράττει μόνο τα έσοδα και να αναμένουμε ότι η τοπική οικονομία πρόκειται να αναπτυχθεί. Πρέπει να υπάρξει μια ισόρροπη ανάπτυξη», επισημαίνει η Φλορέζ. «Η άνιση κατανομή των δικαιωμάτων από το κέρδος της εκμετάλλευσης των μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων της περιοχής δεν κατάφερε να οδηγήσει σε μεγαλύτερη ευημερία τις τοπικές κοινότητες».

«Χωρίς την αναγνώριση των δικαιωμάτων των ντόπιων, τη διαφάνεια στις συναλλαγές και τις αποφάσεις και την ύπαρξη μηχανισμών για τη διασφάλιση της λογοδοσίας των κυβερνήσεων και των επενδυτών, θα υπάρξει πισωγύρισμα σε ό,τι αφορά το περιβάλλον, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα μόνιμα επαγγέλματα των κοινοτήτων των δασών», αναφέρει η ίδια.

* Σημ: Οποιαδήποτε ομοιότητα και συνειρμοί με καταστάσεις που διαδραματίζονται στη χώρα μας είναι τυχαία…

Από την “Εφημερίδα των Συντακτών”


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.